Ο Δημήτρης Καρύδας γράφει στο προσωπικό του blog για τον Όστιν Ντέι, ο οποίος αποτελεί μετεγγραφικός στόχος του Παναθηναϊκού και είναι γιος του Ντάρεν Ντέι.

Για τους παλαιότερους το όνομα του ‘Οστιν Ντέι που βρέθηκε στο προσκήνιο του μεταγραφικού λίφτινγκ που επιχειρεί ο Παναθηναϊκός ξυπνάει μνήμες από τις μεγάλες μάχες του Άρη στο Κύπελλο Πρωταθλητριών στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Ο 28χρονος σήμερα Ντέι ήταν βρέφος εκείνα τα χρόνια ή πιθανώς αγέννητος αλλά ο πατέρας του ο Ντάρεν Ντέι ήταν η σημαία της ομάδας που σήμερα αγωνίζεται ο ίδιος ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση: Της Ιταλικής Σκαβολίνι Πέζαρο.

Ο πατήρ Ντέι ήταν ένας σπουδαίος γκαρντ-φόργουορντ με μπόι 2μ.03, δεινός σκόρερ και έχει συνδέσει το όνομα του με τα καλύτερα –ίσως- χρόνια της Ιταλικής ομάδας.

Ενδεχόμενα ακόμη και οι οικογενειακές ιστορίες επαναλαμβάνονται! Ο Παναθηναϊκός προσπαθεί να φέρει τον Ντέι τζούνιορ σε ένα μεταγραφικό λίφτινγκ μεσούσης της περιόδου. Το ίδιο ακριβώς είχε συμβεί 27 χρόνια νωρίτερα και με τον πατέρα του όταν την άνοιξη του 1988 και παραμονές της έναρξης των πλέι οφ ο ‘’ευαγγελιστής’’ Βαλέριο Μπιανκίνι αποφάσισε μέσα σε μια νύχτα να ‘’ξηλώσει’’ το ρόστερ της ομάδας του και να αντικαταστήσει και τους δύο Αμερικάνους παίκτες του. Έφερε τότε απευθείας από το ΝΒΑ τον Ντέι και άλλαξε την ιστορία μιας σεζόν: Η Σκαβολίνι χάρη στον απόλυτο αιφνιδιασμό του προπονητή της κατέκτησε το πρώτο πρωτάθλημα Ιταλίας στην ιστορία της και ο Ντάρεν Ντέι έμεινε στην πόλη και στην ομάδα κατακτώντας και δεύτερο τίτλο πρωταθλητή το 1990 υπό τις οδηγίες του πρωτάρη εκείνη τη σεζόν κόουτς Σέρτζιο Σκαριόλο που είχε προαχθεί από ασίσταντ του Μπιανκίνι σε πρώτο προπονητή!

Ο Ντέι έμεινε στην Ευρώπη για την υπόλοιπη καριέρα του την οποία τερμάτισε το 1997 σε ηλικία 37 ετών! Μάλιστα, πρόλαβε μετά την Σκαβολίνι και τη Σιένα να παίξει και στο Ισραήλ όπου το 1993 κατέκτησε το πρωτάθλημα της χώρας δημιουργώντας την απόλυτη έκπληξη όταν η Χαποέλ Γκαλίλ Ελιόν με τον Πίνι Γκέρσον στον πάγκο ‘’αποκαθήλωσε’’ μετά από δύο και βάλε δεκαετίες από την κορυφή τη Μακάμπι Τελ Αβίβ. Στα 36 του χρόνια ο Ντέι πήρε και τρίτο πρωτάθλημα σε Τρίτη διαφορετική χώρα αφού τα κατάφερε λίγο πριν κλείσει την καριέρα του να φτάσει και στην κορυφή της Γαλλικής Pro A με την Ορτέζ!
Ο Οστιν Ντέι έχει ακολουθήσει στο πρώτο κομμάτι της καριέρας του τα ίδια χνάρια με τον πατέρα του. Στα εφηβική του χρόνια ήταν ένας από τους καλύτερους γυμνασιακούς παίκτες στην πολιτεία της Καλιφόρνια, ενώ στο κολέγιο προτίμησε να παίξει με την παλιά ομάδα του Τζον Στόκτον το πανεπιστήμιο του Γκονζάγκα. Στο Γκονζάγκα έμεινε μόνο μια διετία αφού μετά τη δεύτερη χρονιά του όπου είχε κάτι παραπάνω από 12 πόντους και 6,5 ριμπάουντς μέσο όρο αποφάσισε να δηλώσει συμμετοχή στο ντραφτ του ΝΒΑ. Στο ίδιο ντραφτ που ο νυν σούπερ σταρ του ΝΒΑ Στεφ Κάρι επελέγη στο νούμερο 7 ο Ντέι βρέθηκε στο νούμερο 15, επιλογή των Ντιτρόιτ Πίστονς. Στο ίδιο ντραφτ του 2009 ο Νικ Καλάθης είχε επιλεγεί στο νούμερο 45, ενώ νούμερο 1 ήταν ο Μπλέικ Γκρίφιν.

Η διαδρομή του στο ΝΒΑ κράτησε σχεδόν όσο του πατέρα του. Περίπου μια πενταετία. Με μπόι 2μ.11 αλλά πολύ ελαφρύ κορμί ο Ντέι δεν μπορεί να θεωρηθεί κλασικός παίκτης ρακέτας. Παίζει περισσότερο στη θέση ‘’4’’, του αρέσει να σουτάρει ακόμη και τρίποντα αλλά το παιχνίδι του ταιριάζει περισσότερο στο Ευρωπαϊκό στιλ παρά στο ΝΒΑ αφού είχε μεγάλες δυσκολίες να μαρκάρει βαριά τεσσάρια στην άμυνα. Για πεντάρια τύπου ΝΒΑ μην το συζητάμε καλύτερα.

Στους Πίστονς έκανε την καλύτερη σεζόν του (και καλύτερη γενικώς στο ΝΒΑ) τη σεζόν 2010-11 όταν είχε 7,5 πόντους μέσο όρο αλλά γρήγορα η ομάδα κατάλαβε ότι δεν είχε μέλλον. Τον αντάλλαξε με το Τορόντο για να πάρει τον Ισπανό Καλντερόν και οι Καναδοί τον έστειλαν λίγο αργότερα στο Σαν Αντόνιο για ένα άλλο Ευρωπαίο, τον Γάλλο γκαρντ Νάντο Ντε Κολό. Με τους Σπερς κατάφερε να πάρει και δαχτυλίδι πρωταθλητή το 2014 παίζοντας και έξι λεπτά όλα κι όλα στην κούρσα τους στα πλέι οφ που κατέληξε στη νικηφόρα σειρά τελικών με το Μαϊάμι (4-1).

Μετά από μερικά περάσματα από το NBDL και ένα δεκαήμερο συμβόλαιο στην Ατλάντα αποφάσισε ότι το μέλλον του ήταν στην Ευρώπη και ακολούθησε τα βήματα που είχε κάνει ο πατέρας του 27 χρόνια νωρίτερα. Μετακόμισε στο Πέζαρο λίγο μετά το ξεκίνημα της σεζόν όταν η ομάδα βυθισμένη στην τελευταία θέση της βαθμολογίας (εκεί που βρίσκεται και σήμερα) έψαχνε απεγνωσμένα για λύσεις. Στα 10 παιχνίδια που έχει αγωνιστεί στην Ιταλική Λέγκα έχει πολύ εντυπωσιακές επιδόσεις: 21,9 πόντους και 9,7 ριμπάουντς μέσο όρο ενώ σουτάρει με πολύ εντυπωσιακά ποσοστά στα τρίποντα: 29/59 προσπάθειες. Είναι μάλλον περιττό να πούμε ότι διάλεξε το νούμερο που φόραγε ο πατέρας του και παίζει με τη φανέλα νούμερο 9.