Όταν η υποκρισία συναντά την κωλοτούμπα και το παραμύθι έχει δράκο. Ιστορίες επαναλαμβανόμενης τρέλας με τη λογική να μοιάζει με ουτοπία στη αθλητική μας καθημερινότητα.

Οι ζέστες έσφιξαν, η κατάσταση δυσκολεύει. Μαζί με τις ζέστες σφίγγουν και τα ζωνάρια για εμάς τους καλομαθημένους. 

Εμάς που μας ταΐζουν χρόνια τώρα με ασημένια κουτάλια και αν και χορτάτοι θέλουμε τα χρυσά.

Εμάς που αγνοούμε όποιον μας βοηθά να επιβιώσουμε όντας ανύπαρκτοι και αντί να τον ευγνωμονούμε αδιαφορούμε για την τύχη του. Αυτόν που έκανε θυσίες για να έχουμε εμείς τύχη.

Και όταν η κατάσταση στραβώνει υπάρχουν δύο ειδών συμπεριφορές. Η μία – κανονικών ανθρώπων – είναι να ζητήσουμε μια συγγνώμη μετανιωμένοι που καβαλήσαμε καλάμι και αναδείξαμε την έννοια της αχαριστίας. Η άλλη – ποδοσφαιρική συνήθεια – να βάζουμε τις φωνές αδικημένοι και να προσπαθούμε να βγούμε και από πάνω ενώ εμείς φέραμε τον εαυτό μας σε αυτή την κατάσταση.

Όταν κάποιος μπορεί να σταθεί μόνος του στα πόδια του δε φωνάζει. Κάνει τα κουμάντα του, αντιλαμβάνεται την αξία του και πάει παρακάτω. Αυτός που κραυγάζει είναι ο ανήμπορος να κάνει οτιδήποτε. Αυτός που χωρίς τις δικές μας πλάτες δεν έχει στον ήλιο μοίρα. Και φωνάζει επειδή είναι σε απόγνωση. Χωρίς σχέδιο, όρεξη, όραμα, χωρίς αξία και προοπτική. Αυτός που περιμένει τα πάντα έτοιμα από τους άλλους πάντα φωνάζει. 

Το κακό είναι ότι σε αυτή τη χώρα αντί να του κλείσουν την πόρτα τον καλοδέχονται και τον νταντεύουν. Οπότε την επόμενη χρονιά ξαναφωνάζει. Τον νταντεύουν ξανά. Και πάλι τα ίδια. Κάθε χρόνο τα ίδια. Άνθρωποι ανήμποροι να δημιουργήσουν οτιδήποτε μόνοι τους. Ποντάρουν στο μεράκι κάποιων, την ανάγκη άλλων. Σε μια γενικότερα αρρωστημένη κατάσταση που βοηθά να επιβιώνουν ανύπαρκτοι τύποι. 

Οι συνήθεις ύποπτοι τύποι που υποβαθμίζουν κάθε έννοια λογικής. Αυτοί που απαιτούν να είναι πάνω τους οι κάμερες πολύ απλά γιατί θεσμικά αυτό προβλέπεται. Γιατί αν ήταν στην διακριτική ευχέρεια της κάμερας, σε πολλές περιπτώσεις… θα έπεφτε μαύρο.

Όλοι μας θα γουστάραμε κάθε χρόνο περισσότερα λεφτά στη δουλειά μας γιατί θεωρούμε ότι τα αξίζουμε.

Όλοι μας θα θέλαμε – αν και δεν προσφέρουμε το παραμικρό – να μας επιβραβεύουν.

Όλοι μας θα θέλαμε να μην παρέχουμε στον πελάτη το παραμικρό αλλά να μας τα σκάει και ο πελάτης και η τηλεόραση.

Όλοι μας θα θέλαμε να έρχεται ο καλός μπαμπάκας και να μας τα σκάει κάθε καλοκαίρι επειδή γκαρίζουμε και θέλουμε μεγαλύτερο χαρτζιλίκι.

Χωρίς να προσφέρουμε ΤΙΠΟΤΑ.

Χωρίς να προοδεύουμε σε ΤΙΠΟΤΑ.

Χωρίς να εξελισσόμαστε σε ΤΙΠΟΤΑ.

Νταβατζιλίκι γούστα δηλαδή. Ας είναι καλά ο μπαμπάκας που κάθε χρόνο φροντίζει να μας συντηρεί και όταν σταματάει να τον βρίζουμε. Κι εκείνος συνεχίζει να μας συντηρεί. 

Ούτε το ποδόσφαιρο να ήμασταν…