Ο Γιώργος Συρίγος αποκαλύπει στο προσωπικό του blog άγνωστες ιστορίες για τον Γιάννη Μπουρούση.

Σεπτέμβριος του 2009, στην Πολωνία. Η Εθνική έχει φτάσει πριν από λίγες ώρες στο Πόζναν, όπου θα έδινε τα παιχνίδια του ομίλου της πρώτης φάσης του Ευρωμπάσκετ. Παρθενική διοργάνωση με τον Καζλάουσκας στο τιμόνι, χωρίς Διαμαντίδη και Παπαλουκά και με πέντε παίκτες που θα φορούσαν για πρώτη φορά την γαλανόλευκη σε μεγάλη διοργάνωση.

Έχοντας μόλις ξεμπερδέψει με ένα πρόβλημα με τα δωμάτια, οι πρώτες στιγμές χαλάρωσης και ξενοιασιάς έρχονται λίγο πριν το φαγητό. Ως «ρούκι» κι εγώ στην ομάδα (ήταν η πρώτη μου διοργάνωση ως υπεύθυνος Τύπου της Εθνικής) αποφασίζω πως είχε έρθει η ώρα να πετάξω την πρώτη ατάκα.

«Ρε σεις, δείτε εδώ», γνέφω στον, τότε μάνατζερ της ομάδας, Σταύρο Ελληνιάδη και σε 2-3 παίκτες που ήταν δίπλα του, κοιτώντας έξω από το παράθυρο. «5 στρέμματα περιφραγμένη χωμάτινη αλάνα, που δεν χρησιμοποιείται ούτε για πάρκινγκ ούτε για τίποτα. Ακριβώς δίπλα στο ξενοδοχείο. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Το κανόνισε ο Ελληνιάδης για να μην υπάρχει πρόβλημα με το κοπάδι με τα πρόβατα που θα φέρει απ’ το χωριό ο Μπούρου». Ο Ελληνιάδης δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει την δική του ατάκα και τον βλέπω να κοιτάει με ένα σαρδόνιο χαμόγελο ψηλά και ακριβώς πίσω μου. Καταλαβαίνω ότι είναι ο Γιάννης και γυρνάω προετοιμασμένος για την φαρμακερή του απάντηση. Ο γίγαντας των 2,11μ. από την Καρδίτσα με κοιτάει πονηρά, αφήνει να περάσουν 2-3 δευτερόλεπτα και κάνει: «Μπεεεεεεεε»!

Ο μοναδικός παίκτης που έχω δει με τα μάτια μου να αυτοσαρκάζεται στον ίδιο βαθμό με τον Γιάννη Μπουρούση είναι ο Παναγιώτης Φασούλας. Άλλη μοναδική περίπτωση αυτή εξωστρεφούς, ή μάλλον καλύτερα χειμαρρώδους, χαρακτήρα, που λατρεύτηκε και μισήθηκε τόσο έντονα. Με τύπους σαν τους δυο ψηλούς δεν υπάρχει μεσαίο έδαφος στην σχέση τους με το κοινό. Μονάχα τα δύο άκρα…

Υπό αυτό το πρίσμα λοιπόν, τα καλά νέα για τον αναμφισβήτητο MVP της φετινής Ευρωλίγκας, είναι πως η εποχή του μίσους δείχνει να έχει παρέλθει οριστικά. Άλλωστε ο Έλληνας, όπως αποδείχτηκε και στην περίπτωση της, άλλοτε δακτυλοδεικτούμενης, χάλκινης Παγκόσμιας Πρωταθλήτριας του στίβου, Βούλας Παπαχρήστου, έχει κοντή μνήμη.  

Ο Μπουρούσης ζει και αναπνέει με την ενέργεια που του μεταφέρει ο οπαδός, ο φίλαθλος, ο δημοσιογράφος. Είναι οι άγγελοι και οι δαίμονές του, μαζί. Σε κάθε περίπτωση, το καύσιμό του.

(Σε αυτή την ιδιότυπη κάστα παικτών, που επί της ουσίας τρέφονται από τις σάρκες τους για να βρουν το απόλυτο κίνητρο να μεγαλουργήσουν, το διασημότερο μέλος ονομάζεται Μάικλ Τζόρνταν. Για όσους θέλουν να το επιβεβαιώσουν, υπάρχει στο youtube η ομιλία του την μέρα που έγινε μέλος του Hall of fame. Η πρώτη του αναφορά είναι σε όσους κατά την διάρκεια της καριέρας του τον αμφισβήτησαν!)

Σεπτέμβριος του 2011 και η Εθνική επιστρέφει από την Λιθουανία έχοντας τερματίσει 6η στο Ευρωμπάσκετ. Πρώτη διοργάνωση που δεν είμαι στην ομάδα και μιλάω στο τηλέφωνο με τον συνάδελφο και φίλο Μενέλαο Σεβαστιάδη, που ήταν ο νέος υπεύθυνος Τύπου, για το ποιοι παίκτες θα είναι διαθέσιμοι για ζωντανή τηλεοπτική συνέντευξη την ημέρα άφιξης της ομάδας στην Αθήνα. «Δες αν γίνεται να έχω (σ.σ. στο δελτίο ειδήσεων της Nova) τον Γιάννη», του λέω.

Με παίρνει μετά από λίγες ώρες πίσω ο Μενέλαος και τον ακούω προβληματισμένο. «Θα στα πω όπως μου τα ‘πε: να μεταφέρεις στον Γιώργο ότι δεν χρειάζονται εμένα στο στούντιο. Καλύτερα να απευθυνθούν σε κάποιον φαρμακοποιό»!

Είχε προηγηθεί το καλοκαίρι της απόλυτης τρέλας για τον Μπουρούση. Αρχικά ο παραγκωνισμός του στον Ολυμπιακό από τον Ίβκοβιτς κι εν τέλει η απομάκρυνσή του από την ομάδα, έπειτα από τις ηχογραφημένες τηλεφωνικές συνομιλίες του με τον πεθερό του, Μάκη Ψωμιάδη, που βγήκαν στον αέρα.   

Εκείνο το «κύριε Μάκη, τελείωσε το φάρμακο» είχε στοιχειώσει τον Γιάννη. Το αδηφάγο κοινό, που είχε πλέον ξεφύγει απ’ τα στενά όρια της κοινωνίας του μπάσκετ, τον είχε κονιορτοποιήσει, χωρίς να είναι καν διατεθειμένο να ακούσει πρώτα την δική του άποψη.

Είχα γράψει και είχα πει στην τηλεόραση ορισμένα πράγματα για τα επίμαχα θέματα, χωρίς ωστόσο καμία διάθεση να τον αποκαθηλώσω ή να τον προσβάλω. Οπότε η αντίδρασή του απέναντί μου ήταν κλασική περίπτωση «μαζί με τα ξερά, καίγονται και τα χλωρά». Ο Μπουρούσης ένοιωθε να πνίγεται με όλο αυτό που επί μήνες βίωνε.

«Ναι, ήμουν υπερβολικός γιατί εσύ συγκεκριμένα δεν μου είχες κάνει τίποτα, όμως προσπάθησε ρε Γιώργο να μπεις έστω για ένα δευτερόλεπτο στη θέση μου. Δεν τους έφτανε που με ξεφτίλισαν με ελεεινό τρόπο πριν και μετά την φυγή μου από τον Ολυμπιακό. Δεν ντράπηκαν να ακυρώσουν τα πάντα. Ακόμα και το ότι έχω παίξει στην Εθνική ομάδα τραυματίας. “Να γιατί έπαιζε, λόγω των φαρμάκων που του έδινε ο πεθερός του. Είναι η ντροπή της Εθνικής ομάδας και πρέπει να αποκλειστεί δια παντός”. Μέχρι αυτά έλεγαν για μένα. Καταλαβαίνεις πως ένοιωθα».

Τα ‘φερε έτσι η μοίρα – με τον Γιάννη να βρίσκει στέγη για δύο χρόνια στο Μιλάνο, προτού μετακομίσει στη Μαδρίτη – και το θέμα του… φαρμακοποιού έκλεισε μεταξύ μας σχεδόν τρία χρόνια αργότερα. Στο ΟΑΚΑ, την ημέρα της πρώτης συνάντησης της Εθνικής του Φώτη Κατσικάρη, ενόψει του Παγκόσμιου της Ισπανίας.

Απέναντί μου είχα έναν τελείως διαφορετικό Μπουρούση. Έπειτα από τόσο καιρό στο εξωτερικό, με μια νέα ζωή, με την Χριστίνα και το πρώτο τους κοριτσάκι, που μόλις είχε γεννηθεί, ήταν φανερό ότι είχε λογαριαστεί με τους δαίμονές του, βάζοντας τα πράγματα σε μια καινούρια ρότα. Tο απέδειξε μέσα στους 18 μήνες που ακολούθησαν:

–          Ήταν εκ των κορυφαίων της Εθνικής το ’14 στην Ισπανία.
–          Διαχειρίστηκε ιδανικά, απ’ τον Φεβρουάριο που ουσιαστικά τον ακύρωσε ο Λάσο απ’ το ροτέισιον της ομάδας, ως το τέλος της περσινής σεζόν, την καυτή πατάτα της Ρεάλ.
–          Έδωσε απλόχερα χώρο το περασμένο καλοκαίρι στην Εθνική στον Κώστα Κουφό, έχοντας συνειδητοποιήσει πλήρως ότι το αμερικανάκι που έχει γίνει άνδρας, είναι ο διάδοχός του στη θέση «5» της ομάδας της καρδιάς του. Επ’ αυτού μάλιστα, ο αστικός μύθος αναφέρει ότι μέσα στις τόσες εβδομάδες που πέρασαν μαζί, στην προετοιμασία και στο τουρνουά, ο Μπουρούσης «την είπε» μονάχα μία φορά στον Κουφό. Αν αυτό ισχύει, πρόκειται για κοσμοϊστορικό γεγονός, δεδομένου του ταπεραμέντου του Γιάννη..
–          Έκανε την σοφή επιλογή να αφήσει στην άκρη το 1εκ δολάρια που του έδιναν οι Κινέζοι, επιλέγοντας να παραμείνει πρωταγωνιστής στην Ευρωλίγκα, με μια ομάδα που του πρόσφερε λίγα λεφτά για την κλάση του (κάτι περισσότερο από 400χιλ. ευρώ), αλλά του έδωσε όλο τον χώρο που χρειαζόταν για να μας παρουσιάσει αυτό που από την αρχή της φετινής σεζόν απολαμβάνουμε.  

ΥΓ. Αν σε κάποιους από μας, η τεχνική υπεροχή και γενικότερα η επιρροή του Μπουρούση στο παιχνίδι της φετινής Λαμποράλ φέρνει στην επιφάνεια μνήμες απ’ τις μέρες κυριαρχίας του Νίκολα Βούισιτς με την φανέλα της Μακάμπι, καλό είναι να θυμόμαστε πως ο Θεσσαλός, όπως και ο μεγάλος Κροάτης σέντερ πριν από 11-12 χρόνια, παίζει τόσο καλά όσο τον κάνουν να νοιώθει οι συμπαίκτες του και ο προπονητής του. Τον εμπιστεύονται κι αυτός τους χαρίζει τον καλύτερό του εαυτό. 

Η αποθέωση της ομάδας, δηλαδή. Οξυδέρκεια, αποφασιστικότητα, απόλυτη αυτογνωσία, μηδενικός εγωισμός, υψηλότατος δείκτης συνεργασίας και εργατικότητας. Η Λαμποράλ είναι μια καλοκουρδισμένη μηχανή με καρδιά λιονταριού και αυτή η καρδιά ανήκει στον Γιάννη Μπουρούση.