Ο Δημήτρης Καρύδας γυρίζει το χρόνο πίσω και αναλύει τα 36,2 τελευταία δευτερόλεπτα πριν από την πρώτη κατάκτηση του πρώτου ευρωπαϊκού τροπαίου από τον Παναθηναϊκό, το 1996 κόντρα στην Μπαρτσελόνα.

Τον Απρίλιο του 1996 το ελληνικό μπάσκετ βίωνε το πρώτο φάιναλ φορ της σύγχρονης εποχής που δεν το σκίαζε η αντιπαλότητα των δύο αιωνίων αντιπάλων. Ο Παναθηναϊκός είχε ταξιδέψει μόνος του στο Παρίσι για το φάιναλ φορ του τότε Κυπέλλου Πρωταθλητριών (νυν Ευρωλίγκα) σε μια διαφορετική ατμόσφαιρα τόσο από τα τρία φάιναλ φορ που είχε πάρει μέρος ο Άρης, όσο και από τα δύο προηγούμενα που η κοινή παρουσία Ολυμπιακού- Παναθηναϊκού είχε διχάσει τη φίλαθλη Ελλάδα.

Η παρουσία του Παναθηναϊκού στον τελικό της 11ης Απριλίου στο Παλέ ντε Μπερσί ήταν η πρώτη πραγματική ευκαιρία της ομάδας για ένα ευρωπαϊκό τρόπαιο. Και η πρώτη φορά που είχε ξεπεράσει τον σκόπελο ενός ημιτελικού. Είχαν προηγηθεί τρεις αποτυχημένες προσπάθειες. Η πρώτη και λιγότερο γνωστή την περίοδο 1971-72 όταν η ‘’αρμάδα’’ του αείμνηστου Κώστα Μουρούζη με επικεφαλής τους Κόντο, Κέφαλο,  Ιορδανίδη, Χαϊκάλη, Πέππα και την ενίσχυση του Αμερικάνου Κέρκλαντ  είχε φτάσει στον ημιτελικό γύρο της διοργάνωσης αλλά έπεσε πάνω στην θρυλική Ίνις Βαρέζε. Η ιταλική ομάδα που έπαιξε σε δέκα σερί τελικούς στη διάρκεια των seventies κέρδισε τον Παναθηναϊκό με 69-55 στην έδρα της και στη ρεβάνς που έγινε στο Παναθηναϊκό Στάδιο οι ‘’πράσινοι’’ νίκησαν με 78-70 αλλά δεν μπόρεσαν να καλύψουν το -14 του πρώτου αγώνα.

Οι άλλες δύο φορές που ο Παναθηναϊκός κόλλησε στον ημιτελικό ήταν στα φάιναλ φορ του Τελ Αβίβ και της Σαραγόσα κόντρα στον Ολυμπιακό. Η λογική της ‘’τρίτης και…φαρμακερής’’ προσπάθειας υπήρχε διάχυτη για μια ομάδα που στελεχωνόταν από ένα εξαιρετικό ρόστερ, είχε τον απόλυτο σταρ του Ευρωπαϊκού μπάσκετ, τον Ντομινίκ Ουίλκινς και στον πάγκο ένα προπονητή ελάχιστα συμπαθή, πλην όμως κάτοχο της….τεχνογνωσίας των τίτλων, τον Μπόζινταρ Μάλκοβιτς. Το δικό του δημιούργημα, η Γιουγκοπλάστικα (αλλά με τον Ζέλικο Παβλίσεβιτς στον πάγκο και το….κονκλάβιο των κορυφαίων Γιουγκοσλάβων κόουτς της εποχής πίσω από τον πάγκο) είχε κυριαρχήσει στο τελευταίο φάιναλ φορ που είχε φιλοξενηθεί στο Μπερσί πέντε χρόνια νωρίτερα. Θύμα της ήταν η Μπαρτσελόνα που βρέθηκε το βράδυ της 11ης Απριλίου στον δρόμο του Παναθηναϊκού, τελευταίο εμπόδιο πριν τον τίτλο. Το στερεότυπο της εποχής που χρειάστηκε να περάσει σχεδόν μια δεκαπενταετία για να διαψευστεί ήθελε τους Καταλανούς να αποτελούν τους απόλυτους losers της διοργάνωσης. Κουβαλούσαν στην πλάτη τους πολλά χαμένα φάιναλ φορ με αποκορύφωμα την παταγώδη αποτυχία τους στη Σαραγόσα έξι χρόνια νωρίτερα. Ο Γκαρθία Αϊτο Ρενέσες συναγωνιζόταν τον Γιάννη Ιωαννίδη σε χαμένα φάιναλ φορ και οι οιωνοί για τον Παναθηναϊκό έμοιαζαν ιδανικοί. Το βράδυ όμως που ξεκίνησε στο Μπερσί και τελείωσε για τους Έλληνες δημοσιογράφους τα….ξημερώματα με μια ενδιάμεση στάση στη Μονμάρτη ήταν μακρύ και παράξενο.

Ο Παναθηναϊκός έμοιαζε να ελέγχει τον τελικό όταν με 1’56’’ για το τέλος και δύο βολές του αλάνθαστου από τη γραμμή Τζον Κόρφα προηγήθηκε 66-58. Η Μπαρτσελόνα άρχισε να πιέζει απεγνωσμένα και ο τελικός μπορούσε να έχει τελειώσει στο 1’42’’ αλλά ο Κόρφας έβαλε μόνο τη δεύτερη βολή φέρνοντας μπροστά τον Παναθηναϊκό με 67-61. Αυτός έμελλε να είναι και ο τελευταίος ελληνικός πόντος του τελικού. Η Μπαρτσελόνα πιέζοντας κατάφερε να ροκανίσει τη διαφορά και να τη φτάσει στο 67-66 με λιγότερο από ένα λεπτό στο χρονόμετρο. Σημειώστε τις λέξεις ο τελικός μπορούσε να είχε τελειώσει. Θα φανούν ιδιαιτέρως χρήσιμες στη συνέχεια της αναδρομής μας.

Ο Ντομινίκ Γουίλκινς με λιγότερο από 40 δευτερόλεπτα για το φινάλε ξέφυγε από το Ισπανικό νταμπλ τιμ αλλά το σουτ του ήταν άστοχο. Ο Στόγιαν Βράνκοβιτς έμελλε να βάλει για πρώτη φορά το χέρι του σε μια καθοριστική φάση στην εξέλιξη του τελικού. Πήρε το επιθετικό ριμπάουντ στο σουτ που υποτίθεται ότι μπορούσε να είναι το νικητήριο για τον ΠΑΟ. Το χρονόμετρο έδειχνε 36’’2 τη στιγμή που ο Βράνκοβιτς κατοχύρωσε το επιθετικό ριμπάουντ. Σημειώστε εδώ μια πολύτιμη πληροφορία. Ο τελικός γινόταν με δύο ηλεκτρονικά χρονόμετρα δαπέδου που ήταν τοποθετημένα δίπλα στα δύο καλάθια. Και τα δύο χρονόμετρα ήταν πολύ δύσκολα ορατά (υπήρχε όρθιος κόσμος γύρω τους) από τα έδρανα των δημοσιογράφων. Ας τρέξουμε τον χρόνο μπροστά με τη μπάλα στα χέρια του Βράνκοβιτς και 36’’2 στο χρονόμετρο.

Το τέλος του τελικού βρήκε τους δημοσιογράφους διχασμένους. Οι γραφομηχανές είχαν πάρει φωτιά αφού ανάλογα την προτίμηση τους οι μεν πανηγύριζαν για την πρώτη ελληνική κατάκτηση του Ευρωπαϊκού τροπαίου στην ιστορία, οι δε μιλούσαν για ένα κάλπικο τίτλο. Οι ουδέτεροι προτιμήσαμε ένα ρεστοράν της Μονμάρτης αφού τελειώσαμε με τα διαδικαστικά της δουλειάς μας. Ανταποκρίσεις σε τηλεοράσεις-ραδιόφωνα, αποστολή των κειμένων με φαξ αφού το διαδίκτυο και τα μέιλ ήταν περίπου άγνωστες λέξεις για την εποχή.

Στο τραπέζι ενός μεξικάνικου εστιατορίου και αφού πέρασε λίγη ώρα ο Φίλιππος Συρίγος κοίταξε το ρολόι του, βεβαιώθηκε ότι είχε ολοκληρωθεί το χρονικό περιθώριο για την έκδοση των ελληνικών εφημερίδων και με τη γνωστή αθυροστομία του μας χάλασε την όρεξη. ‘’Λοιπόν, μαλ…, κανείς σας δεν κατάλαβε τι έγινε απόψε. Τα γράφω αύριο στην Ελευθεροτυπία, γιατί είχα φύγει από τις θέσεις των δημοσιογράφων, ήμουν στην είσοδο των αποδυτηρίων και έβλεπα το χρονόμετρο’’. Η ανάλυση των τελευταίων 36’’ μπορεί να μην έμεινε στην ιστορία αλλά να σκεπάστηκε από το μπλοκ του Βράνκοβιτς αλλά όντως δημιουργεί μια εντελώς διαφορετική εικόνα για το τι έγινε στις 11 Απριλίου του 1996 στο παρκέ του παλέ ντε Μπερσί. Μόνο η Ελευθεροτυπία της επόμενης ημέρας εξηγούσε επακριβώς τις τελευταίες φάσεις κάτι που έκανε αλλά με 24 ώρες διαφορά και η μεγαλύτερη Ισπανική εφημερίδα El Pais στην έκδοση της 13ης Απριλίου. Για όλους τους υπόλοιπους έμεινε στον αέρα η διαφωνία για το μπλοκ του Βράνκοβιτς.

Ας γυρίσουμε λοιπόν πίσω τον χρόνο μετά την αναγκαία παρένθεση για λόγους ιστορικής αλήθειας. Είχαμε μείνει με τη μπάλα στα χέρια του Βράνκοβιτς και 36’’2 στο χρονόμετρο του αγώνα.


1η παράβαση:
Το χρονόμετρο των 24 δευτερολέπτων αργεί να ξεκινήσει και δίνει στον ΠΑΟ 1-2 παραπάνω δευτερόλεπτα επίθεσης. Μοιάζει η πιο ασήμαντη από τις παραβάσεις αλλά παίζει τον ρόλο της στην εξέλιξη.


2η παράβαση:
Στα 8’’3 πριν το τέλος και ενώ απομένουν τρία δευτερόλεπτα για να τελειώσει η επίθεση του ΠΑΟ γίνεται φάουλ στον Γιαννάκη που δεν δίνεται.


3η παράβαση:
Ολοκληρώνονται τα 30 δευτερόλεπτα της επίθεσης του ΠΑΟ αλλά ο αγώνας δεν σταματάει. Η μπάλα δεν έχει αλλάξει κατοχή, είναι διεκδικούμενη αλλά ο χρόνος του αγώνα συνεχίζει να τρέχει.


4η παράβαση:
Τη στιγμή που ολοκληρώνεται η επίθεση ο Γιαννάκης βρίσκεται στο έδαφος και πρέπει να καταλογιστεί από τους διαιτητές, είτε βήματα σε βάρος του, είτε φάουλ υπέρ του. Οι διαιτητές αφήνουν το παιχνίδι να εξελιχθεί.

5η παράβαση:
Στα πέντε δευτερόλεπτα και ενώ η μπάλα είναι στο έδαφος και διεκδικούμενη ο ξαπλωμένος στο παρκέ Γιαννάκης αρπάζει από τα πόδια τον Φερνάντεθ για να μην την κλέψει και ο Ισπανός προλαβαίνει να τη σπρώξει στο ανοιχτό γήπεδο.


6η παράβαση:
Ίσως η πλέον καθοριστική πριν την επόμενη. Την ώρα που η μπάλα κυλάει προς το μέρος του Μοντέρο στο ύψος του κέντρου το χρονόμετρο του αγώνα κολλάει στα 4’’9 δευτερόλεπτα και μένει εκεί κολλημένο για πολύ ώρα! Προφανώς, ο Γάλλος χειριστής του ρολογιού μπερδεύτηκε με τη διεκδικούμενη μπάλα και σκέφθηκε να ανανεώσει το χρονόμετρο των 30’’ αλλά δεν υπήρχαν τόσα διαθέσιμα δευτερόλεπτα. Το ‘’κολλημένο’’ χρονόμετρο φαίνεται καθαρά και στην τηλεοπτική μετάδοση του αγώνα.


7η παράβαση:
Ο Βράνκοβιτς σταματάει το σουτ του Μοντέρο αφού η μπάλα έχει κτυπήσει στο ταμπλό και οι διαιτητές αφήνουν το παιχνίδι να εξελιχθεί ενώ ο πάγκος του Παναθηναϊκού είναι όρθιος με τους μισούς να φωνάζουν για το σταματημένο χρονόμετρο και τους υπόλοιπους να πανηγυρίζουν. Το μπλοκ του Βράνκοβιτς είναι η μοναδική από τις οκτώ παραβάσεις των τελευταίων 36 δευτερολέπτων που έμεινε στην ιστορία! Οι υπόλοιπες επτά ξεχάστηκαν…


8η παράβαση:
Το παιχνίδι δεν λήγει με το μπλοκ του Βράνκοβιτς αφού το χρονόμετρο συνεχίζει να μην λειτουργεί και δείχνει πάντα 4’’9. Τελικά, μετά από 1-2 δευτερόλεπτα ξαναμπαίνει σε λειτουργία αλλά η Μπαρτσελόνα χάνει την έξτρα ευκαιρία όταν ο Γκαλιλέα μπερδεύεται μέσα στη ρακέτα του ΠΑΟ και ο περιπετειώδης τελικός λήγει.

Είναι ξεκάθαρο ότι ο τελικός από τη στιγμή της δεύτερης (τουλάχιστον) παράβασης έπρεπε να έχει σταματήσει και να ξεκινήσει εκ νέου με άγνωστο πια σενάριο και εξέλιξη. Αλλά η ιστορία του μπάσκετ ήθελε να γραφτεί με αυτό τον τρόπο. Από τις οκτώ παραβάσεις είναι γραφτό όλοι να θυμούνται μόνο την προτελευταία που αποδείχθηκε και η πλέον καθοριστική. Αλλά τα τελευταία 36 δευτερόλεπτα του αγώνα είναι το απόλυτο what if στην ιστορία του Ευρωπαϊκού μπάσκετ. Επειδή όμως η μυθολογία του ‘’τι θα γινόταν εάν…’’ ταιριάζει στη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο και σε άλλες τέχνες η τέχνη του μπάσκετ αποφάσισε να δοξάσει τον μετρ των μπλοκ. Ίσως γιατί με ένα δικό του μπλοκ μερικές μέρες νωρίτερα ο Παναθηναϊκός είχε καταφέρει να σπάσει την έδρα της Μπενετόν Τρεβίζο και να πάρει το εισιτήριο για το Παρίσι. Και όπως καλά γνωρίζουμε η ιστορία έχει την τάση να επαναλαμβάνεται. 

ΥΓ: Μπορεί τους νεότερους να τους ξενίζει το γεγονός ότι έγιναν τόσα πολλά μέσα σε 36 δευτερόλεπτα ενός αγώνα και δεν τα αντιλήφθηκε κανείς σχεδόν σε παραγματικό χρόνο! Αλλά οι εποχές ήταν διαφορετικές. Η τηλεοπτική κάλυψη ήταν υποτυπώδης και οι γνώσεις του κόσμου (αλλά και των δημοσιογράφων) πολύ μικρότερες από τις σημερινές. Θα είχε πάντως ενδιαφέρον ένας αντίστοιχος αγώνας να γινόταν στις μέρες μας. Οχι μόνο για την ανάλυση που θα ακολουθούσε σχεδόν με τη λήξη του αλλά για τον πόλεμο που θα ξεσπούσε στα social media. Αλλά όπως γράψαμε και πιο πάνω. Τότε, το διαδίκτυο ήταν απλά μια τεχνολογία για τους πολύ προχωρημένους και μυημένους της εποχής! Το ίδιο και τα κινητά τηλέφωνα. Και ας έχουν περάσει μόλις 20 χρόνια από εκείνη τη βραδιά στο Παρίσι.