Ο Δημήτρης Καρύδας γράφει στο προσωπικό του blog για την πρόκριση της Λοκομοτίβ Κουμπάν στο Final 4 του Βερολίνου και τον Γιώργο Μπαρτζώκα, ο οποίος οδήγησε τη ρωσική ομάδα στη μεγάλη επιτυχία.

‘’Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις’’

Οι τρεις πρώτοι στίχοι του Καβάφη ενδεχόμενα αρκούν για να περιγράψει κάποιος σε συντομία τη διαδρομή του Γιώργου Μπαρτζώκα από το 1977 που πάτησε για πρώτη φορά γήπεδο μπάσκετ, το ανοιχτό γηπεδάκι δίπλα στο κλειστό του Σπύρου Λούη στο Μαρούσι μέχρι την πρόκριση στο φάιναλ φορ του Βερολίνου που τον ξανάφερε –δίκαια- στην Ευρωπαϊκή επικαιρότητα του μπάσκετ.

Τα’ φερε έτσι η ζωή που έλαχε να συμπορευτώ με τον Μπαρτζώκα από την εποχή που έπαιζε ακόμη στις ομάδες μίνι του Αμαρουσίου και άφηνε υποσχέσεις για μια λαμπρή μπασκετική καριέρα. Μόνο που η διαδρομή του ήταν όντως μακριά και γεμάτη περιπέτειες όπως ακριβώς λένε οι Καβαφικοί στίχοι. Η μπασκετική του καριέρα κράτησε λίγο και έσβησε γρήγορα όχι με δική του ευθύνη. Γρήγορα και σε μικρή σχετικά ηλικία βρέθηκε στην πρώτη ομάδα του Αμαρουσίου και πριν καλά-καλά φτάσει 25 χρονών είχε ήδη κινήσει το ενδιαφέρον πολύ μεγαλύτερων ομάδων. Όχι άδικα αφού παίζοντας στις θέσεις 4 και 5 έμοιαζε να διαθέτει το πλήρες πακέτο. Είχε και αθλητικά προσόντα αλλά και ένα συμπαθητικό σουτ από μεσαία απόσταση, ενώ διέθετε και πολύ καλή τεχνική για ψηλό παίκτη της εποχής. Μόνο που οι διαδοχικοί τραυματισμοί στα γόνατα αποφάσισαν διαφορετικά. Και η καριέρα του σταμάτησε μόλις στα 27 του την εποχή που ετοιμαζόταν να πάρει μεταγραφή.

Ενδεχόμενα να πει κάποιος ότι η δικαιοσύνη του μπάσκετ κάτι του χρωστάει και του το ξεπληρώνει με τόκους υπερημερίας. Μόνο που ο Μπαρτζώκας είναι πολύ πιθανό να μην ένιωσε ποτέ ως το αδικημένο και αδικοχαμένο μπασκετικό ταλέντο. Αφοσιωμένος στο άθλημα ξεκίνησε να δουλεύει σαν προπονητής και όχι κτυπώντας μεγάλες πόρτες αλλά από τα χαμηλά. Για αρκετά χρόνια έκανε το αγροτικό του στους πάγκους όλων των μικρών ομάδων της ΕΣΚΑ στα βόρεια προάστια, σε παιδιά και εφηβικά τμήματα και τίποτε δεν μαρτυρούσε ότι θα ξέφευγε από τον σωρό των προπονητών. Ακόμη και όταν γύρισε στο Μαρούσι την εποχή που ανέλαβε την ομάδα ο Παναγιώτης Γιαννάκης πάλι έμοιαζε η κλεψύδρα της καριέρας του να μην έχει γυρίσει ανάποδα. Ήταν απλά ένα μέλος στην προπονητική ομάδα του Γιαννάκη, τέταρτος προπονητής της ομάδας στην ιεραρχία και παράλληλα είχε αναλάβει τη διεύθυνση του κλειστού γυμναστηρίου της ομάδας στον Άγιο Θωμά. Έμοιαζε να έχει κάνει ένα πλήρη κύκλο, επιστρέφοντας στις ρίζες του, εκεί από όπου ξεκίνησε και η ζωή του ήταν καλά τακτοποιημένη. Είχε φτιάξει οικογένεια και η λογική συνέχεια των πραγμάτων έλεγε ότι θα έμενε ριζωμένος στο Μαρούσι και ίσως σήμερα να ήταν πρώτος προπονητής της ομάδας στη Γ΄ εθνική.

Μόνο που η αληθινή Ιθάκη του Γιώργου Μπαρτζώκα δεν ήταν στο Μαρούσι αλλά πολύ πιο μακριά. Και στην πραγματικότητα το ταξίδι του στο μπάσκετ είχε μόλις ξεκινήσει και ας είχε διαρκέσει ήδη πολλά χρόνια. Το 2006 ο παλιός συνοδοιπόρος του στις μικρές ομάδες του Αμαρουσίου, καλός φίλος και κουμπάρος του, πρόεδρος πλέον στην Ολύμπια Λάρισας που έπαιζε στην Α1 ο Τόλης Μαλάκος του έκανε μια πρόταση με μεγάλο ρίσκο. Να παρατήσει την καλά φτιαγμένη ζωή του, να μετακομίσει στη Λάρισα και να αναλάβει πρώτος προπονητής της ομάδας.

Η ζωή παίζει παράξενα παιχνίδια και οι αποφάσεις στα σταυροδρόμια της αποδεικνύονται πάντοτε καθοριστικές. Αν είχε αρνηθεί τότε την πρόταση του Μαλάκου ο Μπαρτζώκας θα έμενε στη βόλεψη του και ενδεχόμενα η Ιθάκη να μην αποδεικνυόταν πολύ μακρινή αλλά απλησίαστη. Αλλά τα what if είναι μια ωραία συνθήκη για να γράψει κάποιος ένα ευφάνταστο μυθιστόρημα ή ένα Χολιγουντιανό σενάριο. Ο Μπαρτζώκας απάντησε θετικά στην πρόταση της Ολύμπια, γύρισε στο Μαρούσι ως αντίπαλος στο πρώτο παιχνίδι του σαν προπονητής της Α1, έκανε δύο ονειρεμένες χρονιές στη Θεσσαλία και βρέθηκε σε ένα ακόμη σταυροδρόμι όταν η ομάδα διαλύθηκε ουσιαστικά από αξεπέραστα οικονομικά προβλήματα. Δεν έχουν περάσει περισσότερα από επτά χρόνια από το καλοκαίρι του 2009 όταν ο Μπαρτζώκας ακολούθησε για μια φορά τη φυσιολογική ροή των πραγμάτων. Γύρισε στο Μαρούσι όχι ως μέλος ενός προπονητικού επιτελείου αλλά πρώτος προπονητής της μοναδικής ομάδας που φόρεσε ποτέ τη φανέλα της.

Οδήγησε το Μαρούσι μέχρι το ΤΟΠ-16 της Ευρωλίγκας, ένα βήμα πριν από τους οκτώ της διοργάνωσης κερδίζοντας δίκαια τον τίτλο του προπονητή της χρονιάς και κάνοντας για πρώτη φορά το Ευρωπαϊκό μπάσκετ να στρέψει το βλέμμα του όχι στην ομάδα αλλά στον προπονητή της. Λίγη ώρα πριν το τζάμπολ ενός κρίσιμου αγώνα στη Ρώμη, όπου το Μαρούσι πέτυχε μια καθοριστική νίκη πρόκριση επί της Ιταλικής ομάδας ο βετεράνος των πάγκων και δις πρωταθλητής Ευρώπης Νταν Πίτερσον που σχολίαζε δίπλα το ματς για την Ιταλική τηλεόραση μου ζήτησε να του συστήσω τον Έλληνα κόουτς. Απόρησα με την επιμονή του και τον ρώτησα γιατί ενδιαφερόταν. ‘’Μα, αυτός είναι πολύ καλός προπονητής, θα κάνει μεγάλη καριέρα, μου αρέσει το μπάσκετ που παίζει η ομάδα του’’, ήταν η προφητεία του Πίτερσον. Όταν πήγαμε παρέα στον πάγκο του Αμαρουσίου είπε στον Μπαρτζώκα. ‘’Κόουτς, να σου συστηθώ’’ αλλά ο Μπαρτζώκας τον σταμάτησε: ‘’Ξέρω ποιος είσαι, τιμή μου’’. Τα είπαν για τέσσερα-πέντε λεπτά μεταξύ τους, δεν ξέρω αν ο Πίτερσον του επανέλαβε όσα μου είχε πει νωρίτερα.

Το Μαρούσι διαδέχτηκε το Μαρούσι και ο Πανιώνιος. Στη Νέα Σμύρνη ο Μπαρτζώκας έμεινε άλλη μια διετία και τη δεύτερη χρονιά οδήγησε τον Πανιώνιο στην Τρίτη θέση της βαθμολογίας. Για μια ακόμη φορά, η τύχη θα παίξει ένα παράξενο παιχνίδι στην καριέρα του. Ο Μπαρτζώκας έχει αρχίσει να κινεί το ενδιαφέρον αρκετών ευρωπαϊκών ομάδων και σε ένα παιχνίδι της ομάδας στο γήπεδο πηγαίνει ειδικά για αυτόν ο μάνατζερ της Γερμανικής Μπραουνσβάικ. Φεύγει μάλλον απογοητευμένος όχι από τις επιδόσεις του Μπαρτζώκα και του Πανιωνίου αλλά γιατί τον βλέπει να διαμαρτύρεται συνεχώς στους διαιτητές και αποφασίζει να στραφεί σε κάποιον άλλο προπονητή! Ο Μπαρτζώκας συμφωνεί να μείνει για Τρίτη χρονιά στον Πανιώνιο αλλά λίγες μέρες μετά τη συμφωνία του με τον Ηλία Λιανό κτυπάει το τηλέφωνο του. Στην άλλη άκρη της γραμμής ο αντιπρόεδρος του Ολυμπιακού Γιώργος Σκινδήλιας. Το ραντεβού γίνεται μερικές ώρες αργότερα και ο Μπαρτζώκας εγκαταλείπει τον Πανιώνιο για τη δεύτερη ομάδα της καρδιάς του. Δεν έγινε Ολυμπιακός επειδή βρέθηκε στην ομάδα. Ήταν Ολυμπιακός από μικρός. Αλλά η ομάδα που υποστήριζε έμελλε να γίνει αυτή που θα του προσφέρει τη μεγαλύτερη χαρά και τη μεγαλύτερη πίκρα της καριέρας του. Ενδεχόμενα να του πρόσφερε και το μεγαλύτερο δώρο αλλά αυτό θα φανεί στο μέλλον…Το σίγουρο είναι ότι τη στιγμή που την ανέλαβε η απόφαση έμοιαζε με μια ακόμη επικίνδυνη αποστολή αφού διαδεχόταν τον Ντούσαν Ιβκοβιτς που είχε οδηγήσει τον Ολυμπιακό στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού και του ελληνικού τίτλου.

Η θητεία του στον πάγκο του Ολυμπιακού μοιάζει με ένα τραινάκι του λούνα παρκ που ανεβοκατεβαίνει σαν παλαβό στις ράγες…Γίνεται ο πρώτος έλληνας προπονητής που κατακτά την Ευρωλίγκα με τον Ολυμπιακό να δίνει ρεσιτάλ επιθετικού μπάσκετ στον τελικό με τη Ρεάλ στο Λονδίνο. Λίγους μήνες, αργότερα, ο αποκλεισμός της ομάδας από τα ‘’δεύτερα’’ του Παναθηναϊκού στο άδειο ΟΑΚΑ τον μετατρέπει σε στόχο της οργής των ερυθρόλευκων οπαδών. Μερικές ώρες αργότερα θα υποβάλλει την παραίτηση του. Λάτρης της λογοτεχνίας θα ξεκινήσει τη δήλωση παραίτησης του με μια ρήση του Γκάντι: ‘’Οφείλεις να γίνεσαι η αλλαγή που θέλεις να έρθει’’…Λίγοι το κατάλαβαν και ακόμη λιγότεροι το εκτίμησαν. Ίσως γιατί ο ίδιος ο Μπαρτζώκας είχε κάνει λάθος χειρισμούς όχι σε σχέση με την ομάδα ή με το μπάσκετ που έπαιζε αλλά σε απλά ζητήματα. Για μεγάλο χρονικό διάστημα καταναλώθηκε με θέματα που μπορούν να χαλάσουν ακόμη και ένα τετράγωνο μυαλό όπως το δικό του. Ως άλλος Δον Κιχώτης τα έβαλε με υπαρκτούς και ανύπαρκτους ανεμόμυλους: Η διαιτησία ήταν ένα μόνιμο σημείο τριβής. Η κριτική των δημοσιογράφων δημιουργούσε με τεράστια ταχύτητα ‘’εχθρούς’’ και εχθρούς. Η διαχείριση των αποδυτηρίων και οι σχέσεις του με τον Βασίλη Σπανούλη από ένα σημείο και μετά ήταν ένα ακόμη μόνιμο σημείο αναφοράς. Ήδη, το κλίμα είχε στραβώσει από το καλοκαίρι του Λονδίνου όταν το…αντίπαλο στρατόπεδο διέρρευσε προσύμφωνο του με τη Φενερμπαχτσέ. Ο Μπαρτζώκας μπορούσε να έχει εγκαταλείψει τον Ολυμπιακό και να έχει αποφύγει την οδυνηρή περιπέτεια που ακολούθησε. Αλλά κάθε οδύνη είναι και διδακτική.

Τους μήνες που ακολούθησαν την αποχώρησή του από τον Ολυμπιακό εξαφανίστηκε από προσώπου γης. Άλλαξε τον αριθμό του κινητού του, τον έβλεπαν και τον άκουγαν μόνο στενοί του φίλοι και ο ίδιος μένοντας ένα χρόνο μακριά από τους πάγκους ήταν φανερό ότι ήθελε να βάλει σε μια τάξη το μυαλό του και να αναζητήσει ένα καινούργιο μονοπάτι για την Ιθάκη του. Το βρήκε τελικά στο μακρινό Κράσνονταρ αναλαμβάνοντας την τεχνική ηγεσία της Λοκομοτίβ. Μιας ομάδας χωρίς βαρύ όνομα, χωρίς παρελθόν. Τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά. Μακριά από την αφόρητη και δυσβάστακτη πίεση της ελληνικής πραγματικότητας όλη τη χρονιά έδειχνε πιο ήρεμος, περισσότερο αφοσιωμένος στη δουλειά του και πολύ σίγουρος για την ομάδα του. Ίσως γιατί στη Ρωσία δεν πολυμιλάνε για τη διαιτησία και δεν γνωρίζει τη γλώσσα για να διαβάζει τα ούτως ή άλλως λίγα που γράφονται για τον ίδιο από τους δημοσιογράφους της χώρας.

Και επειδή το ποίημα του Καβάφη εκτός από αρχή έχει και τέλος ας κλείσουμε με τον ίδιο τρόπο που ξεκινήσαμε:
‘’Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν’’

ΥΓ1: Προφανώς τη ρήση για την επανάληψη της ιστορίας ενίοτε ως φάρσας, ενίοτε ως τραγωδίας την ξέρει καλά ο Μπαρτζώκας. Και θα κληθεί να την σκεφτεί τούτες τις μέρες που η Εφές του δίνει γη και ύδωρ για να αντικαταστήσει (ξανά!) σε πάγκο ομάδας τον Ντούσαν Ιβκοβιτς. Εκτός αν είναι αποφασισμένος ως γεννημένο αουτσάιντερ να σηκώσει το γάντι και αυτής της πρόκλησης και να μετατρέψει στο κοντινό μέλλον τους απόλυτους losers της σύγχρονης Ευρωλίγκας σε ομάδα φάιναλ φορ και διεκδικητές του τίτλου. Για την ώρα πάντως έχει μια μισοτελιωμένη δουλειά με τη Λοκομοτίβ στο Βερολίνο.