O Kωστής Μπότσαρης γράφει στο προσωπικό του blog για την εμφάνιση του ΠΑΟΚ στο ντέρμπι Κυπέλλου με τον Άρη.

Ισόπαλοι 1-1 (25’ Πέλκας, πέναλτι – 45’+ Μ. Γκαρσία) αναδείχτηκαν ΠΑΟΚ και Άρης στην πρώτη αγωνιστική της φάσης του Κυπέλλου Ελλάδας, στον αγώνα που διεξήχθη στο γήπεδο της Τούμπας και στην οποία οι γηπεδούχοι αγωνίστηκαν με ποδοσφαιριστή λιγότερο για κάτι περισσότερο από μισή ώρα καθώς στο 59’ αποβλήθηκε ο Κίτσιου με δεύτερη κίτρινη κάρτα. Μια αναμέτρηση, της οποίας το μεγαλύτερο ενδιαφέρον προέκυπτε από τη χρόνια αντιπαλότητα των δυο ομάδων και το γεγονός πως είχαν καιρό ν’ ανταμώσουν παρά γι’ αυτό καθ’ αυτό το αποτέλεσμα, αφού επί της ουσίας, όποιο και να ήταν δε θα επηρέαζε τα της συγκεκριμένης διοργάνωσης, παρά μόνο τ’ απόνερά του θα είχαν να κάνουν με τη συνέχεια των ομάδων, δηλαδή την επόμενη μέρα τους, οι … εντυπώσεις περισσότερο παρά η ουσία. 

Για την ομάδα του κ. Λουτσέσκου τα όποια συμπεράσματα προκύπτουν εύκολα. Για ένα σύνολο με πολλές αλλαγές, με μονάδες που δε βρέθηκαν πολλές φορές μαζί σε μια ενδεκάδα, με αργό κέντρο και προσπάθεια να παίξει γοργά μεσοεπιθετικά απόντος του ποδοφαιριστή – σημείου αναφοράς στην επίθεσή του και το κυριότερο, που δεν αντιμετώπισε το συγκεκριμένο αγώνα ως τελικό, όπως είχε κάνει στην πλειοψηφία των αναμετρήσεων που προηγήθηκαν ως τώρα, οι πιθανότητες να παρουσιάσει κάτι άρτιο ήταν περιορισμένες. Εντούτοις υπήρχε η πεποίθηση – έως απαίτηση – να δείξει κάτι – τουλάχιστον – αποτελεσματικό. Κι αυτό ήταν μια ευκαιρία για όλους όσοι μέχρι τώρα δεν είχαν πάρει τις ευκαιρίες που θα ήθελαν. Μια ευκαιρία που πέρασε ανεκμετάλλευτη καθώς απέναντί τους βρήκαν ένα σύνολο με ομοιογένεια, πλάνο, δυναμισμό και «δίψα» ν’ αποδείξει πράγματα. Η φιλοδοξία είναι πανίσχυρο «αναβολικό» κι ο ΠΑΟΚ το ξέρει καλά γιατί το είχε και πέρσι αλλά και φέτος στην προσπάθεια που κατέβαλε από τα τέλη Ιουλίου μέχρι και τα αντίστοιχα του Αυγούστου. 

Σε μια από τις ελάχιστες φορές που δεν το είχε και που έλειπε το σύνολο ή οι μονάδες που θα μπορούσαν να κάνουν τη διαφορά έγινε απόλυτα κατανοητό πως τίποται δε χαρίζεται. Οσο ανεβαίνει ο πήχης τόσο μεγαλύτερη είναι κι η διάθεση των αντιπάλων να τον … κατεβάσουν καταφέρνοντας καίρια πλήγματα, πολλώ δε περισσότερο σε αγώνες σαν τους συγκεκριμένους. Το σύνολο των απαιτήσεων αυτής της αναμέτρησης αποδείχτηκε πολύ πιο υψηλό από αυτά που προσέφεραν αλλά σίγουρα όχι από αυτά που θα μπορούσαν να προσφέρουν, σε συνάρτηση με πληθώρα προϋποθέσεων, όπως τέτοια είναι η ομοιογένια. Γιατί σίγουρα οι προπονήσεις είναι άλλο πράγμα κι οι συνθήκες ενός αγώνα, εκεί όπου υπάρχει το απρόβλεπτο κι η αποφασιστικότητα του άλλου να επιβληθεί κάτι διαφορετικό. Οι συγκρίσεις με την περσινή σεζόν είναι αναπόφευκτες, ενώ για κάποιους απ’ έξω λειτουργούν ως οδηγός. Οι συνθήκες όμως, με δυο και τρεις αγώνες πλέον την εβδομάδα, είναι διαφορετικές. Δεν επιτρέπουν ελεύθερο πεδίο δράσης κι αποκλειστικής αφοσίωσης στην αφομοίωση του αγωνιστικού στιλ μιας ομάδας, καθώς τις περισσότερες φορές «κλειδώνουν» πάνω στις εκάστοτε ανάγκες της επερχόμενης αναμέτρησης. 

Ο ΠΑΟΚ έχει ένα συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας σε όλα του. Στον τρόπο που εντάσσει νέα πρόσωπα, στον τρόπο που τ’ αφομειώνει, με βασικότερη προϋπόθεση όλων την πλήρη εναρμόνισή τους στους υπάρχοντες κανόνες. Οποιος δε συμμορφωθεί σ’ αυτούς, αγωνιστικούς και μη, υπομένει τις συνέπειες. Κι αυτός χάνει κι η ομάδα χάνει. Ωστόσο, σε διαφορετική περίπτωση η μόνη χαμένη θα ήταν – μακροπρόθεσμα – η δεύτερη επειδή δε θα υπήρχε ακριβοδικία. Πάνω σ’ αυτές τις ράγες πραγματοποίησε το περσινό της ταξίδι κι εκ του αποτελέσματος κρίνοντας θα ήταν άδικο να πει κάποιος πως κακώς συμβαίνει αυτό, ανεξαρτήτως του προσώπου που βρίσκεται στο επίκεντρο. Προβλήματα υπάρχουν σε κάθε «ζωντανό» οργανισμό. Και λύνονται εντός αυτού. Τίποτα και κανένας σ’ ένα σύνολο δεν ξεκινάει και δεν τελειώνει σ’ ένα πρόσωπο. 

Συνοψίζοντας, ήταν ένας αγώνας που ο «Δικέφαλος» ήθελε και θα μπορούσε να είχε πάρει αν ήταν πιο προσεκτικός, πιο συγκεντρωμένος, απεύφεγε την επιπολαιότητα κι επεδείκνυε περισσότερη αποφασιστικότητα. Οπως στην προκειμένη περίπτωση έκανε ο αντίπαλός του. Κάτι τέτοιο θα του διασφάλιζε μια ήρεμη συνέχεια χωρίς … μουρμούρες. Δεν έγινε, τελείωσε κι είναι αναγκασμένος να ζήσει μ’ αυτό και να προχωρήσει παρακάτω. Αλλωστε την Κυριακή τον περιμένει άλλη μια πολύ δύσκολη δοκιμασία, αντιμετωπίζοντας τον Ολυμπιακό στο «Γ. Καραϊσκάκης», όπου και καλείται να (απο)δείξει – για μια ακόμη φορά – τις δυνατότητές του ή πιο σωστά να επανέλθει στα επίπεδα που πρόσφατα έδειξε ότι μπορεί να βρίσκεται, όντας πιο σοφός γύρω από τις παθογένειές του. Καλή δύναμη, καλή συνέχεια προς το παρόν …