Την ήττα με 2-1 (39’ Μακέντα, 82’ Ιωαννίδης-84’ Κρμέντσικ) γνώρισε ο ΠΑΟΚ από τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο παίρνοντας την 4η θέση στην κανονική περίοδο αλλά δεν είναι αυτό το πλέον σημαντικό τη δεδομένη χρονική στιγμή.
Στην τελευταία αγωνιστική της κανονικής περιόδου κι ενώ βάσει των υπόλοιπων αποτελεσμάτων δημιουργήθηκε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία στον Πάμπλο Γκαρσία και τους ποδοσφαιριστές του να πάρουν την τρίτη θέση, μένοντας έναν βαθμό πίσω από τη δεύτερη, ο «Δικέφαλος» κατάφερε να την αφήσει – και αυτήν – να περάσει ανεκμετάλλευτη. Και φυσικά πρόκειται περί κατορθώματος όταν σε ένα ολόκληρο πρώτο ημίχρονο έχει καθηλώσει τον αντίπαλό του, δημιουργεί ευκαιρίες τις οποίες όμως δε μετουσιώνει σε γκολ και στη μοναδική τελική που δέχεται, έξι λεπτά πριν από την ολοκλήρωση του πρώτου 45λεπτου, δέχεται γκολ.
Σ’ ένα ματς, του οποίου η σημασία κι η κρισιμότητα ήταν κάτι περισσότερο από … γνωστή και δεδομένη, με τον αντίπαλο να περνάει τη δική του κρίση, να έχει σημαντικές απουσίες κι ακόμη κι έτσι ο ΠΑΟΚ να μην καταφέρνει ν’ αποκομίσει το παραμικρό όφελος, επιβεβαιώνει το μέγεθος του προβλήματος, την κρισιμότητα της κατάστασης και προϊδεάζει αρνητικά για τον επίλογο της σεζόν και τα επικείμενα πλέι οφ. Εκεί όπου εκτός από τον ίδιο. θα μετάσχουν κι οι Ολυμπιακός, Άρης, ΑΕΚ, Παναθηναϊκός, Αστέρας Τρίπολης. Και πώς να σκεφτεί κάποιος κάτι διαφορετικό όταν η ομάδα παρουσιάζει τη συγκεκριμένη εικόνα – (αν)αποτελεσματικότητα, έχοντας στα ματς της κανονικής περιόδου κόντα στις εν λόγω ομάδες, δύο νίκες (σ.σ. με Αστέρα Τρίπολης και Παναθηναϊκό, αμφότερες στην Τούμπα), τέσσερις ισοπαλίες (σ.σ. με ΑΕΚ εντός κι εκτός, με Ολυμπιακό και Άρη στην Τούμπα) και τέσσερις ήττες (Άρη, Ολυμπιακό, Αστέρα Τρίπολης και Παναθηναϊκό, όλες εκτός έδρας).
Αυτό που κάποτε, στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, φάνταζε ως ο ακρογωνιαίος λίθος της δυναμικής αυτής της ομάδας, η αμυντική του σταθερότητα, μοιάζει πλέον ως μακρινή ανάμνηση. Με συνεχή λάθη τα οποία μονίμως κοστίζουν και συντηρούν στην αίσθηση μιας κάκιστης ψυχολογίας που ακολουθεί και χαρακτηρίζει την ομάδα καθιστώντας την εύθραυστη κι ευάλλωτη απέναντι σε αντιπάλους, κόντρα στους οποίου θεωρητικά θα μπορούσε να έχει πολύ καλύτερα αποτελέσματα.
Οι διαδοχικές αλλαγές προσώπων στην αμυντική γραμμή σε όλες τις θέσεις, καθώς είναι απειροελάχιστες οι φορές που η ομάδα πήγε σε συνεχόμενους αγώνες με τα ίδια πρόσωπα σ’ αυτές τις θέσεις, έχει κοστίσει σημαντικά σ’ επίπεδο συνοχής, ομοιογένειες με γνωστές τις … συνέπειες. Χτες, μια διαγώνια μπαλιά ακριβείας του Βιγιαφάνιες, μια επιπόλαιη προσπάθεια μαρκαρίσματος του Μπάμπα χωρίς βοήθειες στη σέντρα του Χατζηγιοβάνη, ο Μακέντα νικάει κατά κράτος τον Ίνγκασον και οι γηπεδούχοι μπαίνουν μπροστά στο σκορ.
Ένας ΠΑΟΚ που συστηματικά επιλέγει τα άκρα για να επιτεθεί όντας άκρως προβλέψιμος, παρά την προσπάθεια για δημιουργία ευνοϊκών – για τον ίδιο – συνθηκών με μετατοπίσεις του Ουάρντα, χτες δεξιά προκειμένου να προκύψει υπεραρρυθμία. Σέντρες, γεμίσματα, καμία προσπάθεια για συνδυαστικό ποδόσφαιρο, κάθετες πάσες ακόμη και σουτ εκτός περιοχής από τον άξονα. Κι όταν σ’ αυτά προστίθεται η αδυναμία αξιοποίησης των στατικών φάσεων τότε το πρόβλημα φαντάζει αξεπέραστο.
Μια ομάδα που στερείται ταχύτητας σε σκέψη και πράξεις, που έχει τους ταχύτατους Αντρίγια Ζίβκοβιτς και Τζόλη, που αξιοποιούν το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό τους μόνο σε κενό χώρο. Και το χειρότερο όλων είναι πως δε δείχνει να μαθαίνει από όσα παθαίνει.
Χτες, έχοντας περάσει στο δεύτερο ημίχρονο και με την εικόνα του αγώνα να παραμένει σχεδόν ίδια με το πρώτο μέρος, στο 67’ αποχωρεί ο Ουάρντα και στη θέση του περνάει ο Κρμέντσικ μετατρέποντας το 4-3-3 σε 4-4-2. Με την ταυτόχρονη παρουσία του Τσέχου επιθετικού μαζί με τον Σφιντέρσκι, στόχος ήταν η αύξηση της επιθετικής επικινδυνότητας στην αντίπαλη περιοχή. Αντ’ αυτού όμως το αποτέλεσμα ήταν να χάσει τον έλεγχο του κέντρου με συνέπεια ο Παναθηναϊκός να βρει τον τρόπο να κυκλοφορήσει απροβλημάτιστα την μπάλα, ροκανίζοντας τον χρόνο και ταυτόχρονα κουράζοντας τον αντίπαλό του που προσπαθούσε ν’ ανακτήσει την κατοχή.
Με τον χρόνο να περνάει, ο ΠΑΟΚ προωθήθηκε και σε μια από τις αντεπιθέσεις των γηπεδούχων, με την αρωγή ενός κακού υπολογισμού του Κρέσπο, ήρθε το 2-0. Δύο λεπτά μετά, μια ωραία ενέργεια του Σφιντέρσκι έδωσε την ευκαιρία στον Κρμέντσικ να μειώσει σε 2-1, κυνηγώντας και πάλι το σκορ, όπως και την προηγούμενη Κυριακή. Αυτήν τη φορά όμως δεν κατάφερε να φτάσει – έστω – στον βαθμό της ισοπαλίας.
Η ομάδα έχει μπει σε μια στενωπό που δεν είναι καθόλου σίγουρο πως μπορεί να βρει τις λύσεις και τις απαντήσεις ώστε να ξεπεράσει τα προβλήματά της και να βγει από αυτήν στο διάστημα που απομένει μέχρι το φινάλε της σεζόν. Κι αυτό γιατί από τη στιγμή που δεν το έχει κάνει-καταφέρει ως τώρα με τα ίδια προβλήματα να την απασχολούν καιρό τώρα, φαντάζει δύσκολο να το πράξει τη δεδομένη χρονική στιγμή. Από την άλλη το …. απρόβλεπτο ήταν πάντα στα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της ομάδας …. Καλή συνέχεια, καλή δύναμη …