Ο Δημήτρης Καρύδας προσπαθεί να προσεγγίσει την προπονητική φιλοσοφία του Οντετ Κάτας και διαπιστώνει ότι ο Ισραηλινός έχει διαβάσει πολύ συγκεκριμένες σελίδες από το βιβλίο του μπάσκετ…

Πριν από πολλές δεκαετίες όποιος είχε συναναστροφές και παρτίδες με Έλληνες ή ξένους προπονητές μπάσκετ διαπίστωνε ότι υπήρχε πάντα μια συγκεκριμένη διχογνωμία. Στην κλασική –σχεδόν- ερώτηση ‘’πόσες σελίδες πρέπει να διαβάσεις από το βιβλίο του μπάσκετ για να είσαι καλός προπονητής;’’ Συγκεντρώνονταν οι πιο ακραίες απόψεις. Για άλλους προπονητές το βιβλίο του μπάσκετ είχε 10-15 σελίδες με τα βασικά και για κάποιους άλλους ήταν μια τεράστια εγκυκλοπαίδεια 1000 σελίδων που περιλάμβανε κάθε πιθανή και απίθανη λεπτομέρεια. Το προσωπικό μου συμπέρασμα μέσα στα χρόνια και την καθημερινή τριβή με κάθε είδους προπονητές είναι ότι τελικά το συγκεκριμένο βιβλίο έχει τόσες σελίδες όσες βολεύει –και αρκούν- για τον καθένα ώστε να κάνει τη δουλειά του.

Στην ‘’ελληνική προπονητική σχολή’’ οι επιδράσεις τόσο από μεγάλους Έλληνες προπονητές (Ιωαννίδης), όσο και από τους αντίστοιχους Σέρβους (Ομπράντοβιτς, Ίβκοβιτς) που την επηρέασαν όσο κανείς άλλος ήταν φανερό το…πόρισμα. Εξαντλητική μελέτη και ανάλυση κάθε πιθανής και απίθανης λεπτομέρειας, τάσεις για περφεξιονισμό και πάει λέγοντας. Η όποια επαφή και εμπειρία είχαμε με προπονητές από το Ισραήλ περιορίζεται ουσιαστικά στους δύο καλύτερους προπονητές της χώρας: Τον Πίνι Γκέρσον και τον Σβι Σερφ. Μπορεί ως άνθρωποι να έχουν τεράστιες διαφορές αλλά η προπονητική τους φιλοσοφία έμοιαζε αρκετά. Λίγη προετοιμασία και ανάλυση του αντιπάλου (ο Σερφ ίσως λίγο παραπάνω από τον Γκέρσον), έμφαση στην ψυχολογία της ομάδας και το κοουτσάρισμα.  Ο Γκέρσον τις ημέρες που δούλεψε στον Ολυμπιακό είχε περιορίσει το scouting στα απολύτως απαραίτητα που πολλές φορές δεν ήταν τίποτε περισσότερα από τα στατιστικά της αντίπαλης ομάδας. Ο Σερφ ήταν πιο σκληρός, λάτρευε την πειθαρχία και έδινε λίγο παραπάνω έμφαση στο κομμάτι της άμυνας.

Ο Κάτας προέκυψε ως διάδοχη κατάσταση των δύο προαναφερόμενων που πέρασαν κάποια στιγμή στην προπονητική εφεδρεία. Σίγουρα είναι μια πιο εξελιγμένη και μοντέρνα εκδοχή σε επίπεδο φιλοσοφίας αλλά δεν διαφέρει στην μεγάλη εικόνα. Η εμφάνιση του Παναθηναϊκού και η νίκη επί της Βαλένθια δεν ήταν προϊόν ριζικών αλλαγών στο στιλ παιχνιδιού της ομάδας, ούτε εμπεριείχε κάποιου είδους επαναστατικών αποφάσεων. Το ακριβώς αντίθετο. Ο Κάτας μπορεί να μην χαμογέλασε στο τέλος του αγώνα, κάτι που σπάνια θα κάνει αλλά μέσα του ήξερε πολύ καλά ότι για να αλλάξει τη ρότα της συγκεκριμένης ομάδας έπρεπε να πάει σε απλές πρακτικές εφαρμογές.

1.       Σωστή κατανομή ρόλων. Με άλλα λόγια ο κάθε παίκτης στη θέση που του ταιριάζει περισσότερο. Ο Σαντ Ροος που δεν έπαιξε στον συγκεκριμένο αγώνα μάλλον θα δει –προς όφελος του- το πείραμα της μετάλλαξης του σε πλέι μέικερ να τερματίζεται κάπου εδώ. Ο Μποχωρίδης μπορεί να μην είναι πλέι μέικερ αλλά έχει τις all around προδιαγραφές να παίξει αυτό το ρόλο με συμπληρωματικό στην ουσία τον Μακ. Ο Μήτογλου έχει πάψει να είναι ο παίκτης που δίνει ανάσες στο ‘’5’’ στον Παπαγιάννη αλλά μια αυτόνομη παρουσία στο ‘’4’’. Απομένει να δούμε αν ο Γουάιτ θα μονιμοποιηθεί στη θέση ‘’3’’ τώρα που επέστρεψε ο Παπαπέτρου ή θα μοιραστεί στις δύο θέσεις των φόργουορντ κάτι που μοιάζει και το πλέον πιθανό. Η ενεργός επιστροφή του Ογκαστ δίνει μια καλοδεχούμενη έξτρα επιλογή στο πέντε. Με άλλα λόγια: τα σωστά κομμάτια στη σωστή θέση του παζλ.

2.       Ο Κάτας δεν ήρθε με τις προδιαγραφές ενός προπονητή που βλέπει ως πρώτη και απόλυτη επιλογή την άμυνα. Αντίθετα, δίνει μεγάλη έμφαση στην επίθεση, στις σωστές αποστάσεις και στην καλή κυκλοφορία της μπάλας. Με τη Βαλένθια ήταν φανερό ότι οι παίκτες του Παναθηναϊκού έχουν αποκτήσει μια επιθετική ελευθερία, απομένει να το δούμε πρακτικά να γίνεται απέναντι και σε ομάδες πιο ‘’υποψιασμένες’’ αμυντικά σε σχέση με τους Ισπανούς.

3.       Στην άμυνα ο Παπαγιάννης δείχνει να αποτελεί το τέλειο ‘’οδόφραγμα’’.  Ο Ισραηλινός κόουτς δεν εκνευρίστηκε όταν η Βαλένθια βρήκε μπόλικα ελεύθερα σουτ. Αντίθετα, μάλλον χάρηκε όσες φορές η άμυνα της ομάδας κατάφερε να οδηγήσει ψηλούς και κοντούς αντιπάλους πάνω στον Παπαγιάννη που αρχίζει πλέον να παίζει ρόλο παρεμφερή με αυτόν του Ταβάρες. Όταν δεν σταματάει αντίπαλα σουτ, χαλάει το μυαλό των αντιπάλων του που δεν προσεγγίζουν εύκολα το ‘’ζωγραφιστό’’ ξέροντας ότι εκεί καραδοκεί η σκιά και τα μακριά χέρια του νούμερο 1 μπλοκέρ στην Ευρωλίγκα αυτή τη στιγμή.

Προφανώς και μια καλή εμφάνιση δεν διαγράφει τις όποιες αδυναμίες υπάρχουν στ ρόστερ της ομάδας. Αδυναμίες που ενδεχόμενα να ξανακάνουν την εμφάνιση τους ανά πάσα στιγμή και any given night…. Όμως, ο Παναθηναϊκός με μια ολοκληρωμένη εμφάνιση και στις δύο πλευρές του παρκέ απέναντι στη Βαλένθια έστειλε ένα μήνυμα. Ότι έπαψε να είναι μια ομάδα ύποπτης και συζητήσιμης χημείας που δεν χρειαζόταν να πιεστεί υπερβολικά από τον αντίπαλο για να κάνει το λάθος.