Τελικά, η φούσκα άντεξε.
Οι στιγμές ήταν ιστορικές, αλλά όχι όσο οι περισσότεροι ανέμεναν λίγες ώρες αφότου οι Μπακς σόκαραν τον επαγγελματικό αθλητισμό των Η.Π.Α. αποφασίζοντας να μην εμφανιστούν στο τέταρτο παιχνίδι των πλέι-οφς απέναντι στους Μάτζικ, διαμαρτυρόμενοι για τις επτά σφαίρες στην πλάτη του Τζέικομπ Μπλέικ από αστυνομικό.
Μία ημέρα αργότερα, οι παίκτες συναντήθηκαν, διαφώνησαν, ξέφυγαν και εν τέλει συμφώνησαν να συνεχίσουν να αγωνίζονται. Η επανάσταση δεν έγινε ποτέ, αλλά οι μετασεισμοί έγιναν αισθητοί στα συγκοινωνούντα δοχεία του αμερικανικού αθλητισμού, αγγίζοντας μάλιστα και κάποια από τα πλέον παραδοσιακά (διάβαζε: αρτηριοσκληρωτικά) κομμάτια του, όπως η Major League Baseball. Η πλειοψηφία των αγώνων της Major League Soccer αναβλήθηκαν. Η 23χρονη τενίστρια Ναόμι Οζάκα δήλωσε πως δεν θα αγωνιστεί απέναντι στην Ελίζ Μέρτενς στο Western & Southern Open, προκαλώντας την μετατόπιση όλων των αγώνων δύο ημέρες μετά. Αρκετές ομάδες του NFL ανακοίνωσαν την ματαίωση των προπονήσεων. Την Πέμπτη, οι Red Sox της Βοστόνης αποφάσισαν να μην αγωνιστούν, ακολουθώντας το παράδειγμα των Λος Άντζελες Ντότζερς. Η εθνική λίγκα του χόκεϊ (NHL) ανέβαλλε τα παιχνίδια των πλέι-οφ.
Όχι κι άσχημα για δουλειά μιας μέρας.
Η κίνηση των Μπακς του Γιάννη Αντετοκούνμπο γρήγορα τιτλοφορήθηκε μποϊκοτάζ, όμως κάθε άλλο παρά τέτοιο ήταν: δεν γίνεται να μποϊκοτάρεις το ίδιο σου το προϊόν. Δεν ήταν καν απεργία, καθώς τα αιτήματα των παικτών δεν ήταν απέναντι στο ΝΒΑ. Πριν ακόμα μπει στη φούσκα, το σωματείο των παικτών ζήτησε και μετά από μια σειρά διαπραγματεύσεων κέρδισε από τους ιδιοκτήτες και τον Άνταμ Σίλβερ το δικαίωμα σε μια σειρά ενεργειών που θα προωθούσαν μηνύματα κοινωνικής και φυλετικής ισότητας. Οι παίκτες αργότερα συνειδητοποίησαν πως αυτές οι πρωτοβουλίες εγκολπώθηκαν σε μια νέα κανονικότητα – ήταν ένα ενδεχόμενο που είχε προβλεφθεί πριν ακόμα αποφασίσουν να γίνουν κάτοικοι του bubble.
Διαμαρτυρία λοιπόν, αγγλιστί protest. Μιλώντας εκ μέρους όλης της ομάδας, οι Στέρλινγκ Μπράουν και Τζορτζ Χιλ είπαν μεταξύ άλλων: «ζητάμε δικαιοσύνη για τον Τζέικομπ Μπλέικ και απαιτούμαι οι αστυνομικοί να λογοδοτήσουν. Για να συμβεί αυτό, είναι απαραίτητο να συνεδριάσει το νομοθετικό σώμα του Ουισκόνσιν μετά από μήνες απραγίας και να πάρει ουσιώδη μέτρα για να αντιμετωπιστούν ζητήματα αστυνομικής ευθύνης, βιαιότητας και μεταρρύθμισης του ποινικού δικαίου. Ενθαρρύνουμε όλους τους πολίτες να ενημερώνονται, να δρουν με ειρηνικό και υπεύθυνο τρόπο και να θυμηθούν να ψηφίσουν στις 3 Νοεμβρίου».
Full statement from the Milwaukee Bucks: pic.twitter.com/jjGEyVcCmB
— Milwaukee Bucks (@Bucks) August 26, 2020
Η επιλογή του Μπράουν ως του ανθρώπου που θα ξεκινούσε να διαβάζει την ανακοίνωση δεν ήταν καθόλου τυχαία, αφού ο νεαρός φόργουορντ είναι παθών. Έχει υπάρξει θύμα αστυνομικής βίας στο Μιλγουόκι μετά από… παράνομο παρκάρισμα, έχει υποβάλλει μήνυση και έχει ήδη απορρίψει εξωδικαστικό συμβιβασμό αξίας 400.000 δολαρίων. Σημειωτέον, η Κενόσα του Ουισκόνσιν απέχει περίπου 60 χιλιόμετρα από το σπίτι των Μπακς.
Η παραπάνω δήλωση θα μπορούσε κάλλιστα να είχε διαβαστεί μετά τον προγραμματισμένο αγώνα, στον οποίο πιθανότατα οι Μπακς θα είχαν επικρατήσει των Μάτζικ και θα είχαν πάρει την πρόκριση στα ημιτελικά της Ανατολής. Θα είχε την ίδια απήχηση; Ούτε κατά διάνοια.
Το πρόβλημα ήταν η συνέχεια. Πως κάνεις επανάσταση όταν οι εργοδότες σου σε στηρίζουν; Μέχρι που είσαι διατεθειμένος να φτάσεις όταν σχεδόν όλα τα αιτήματα σου εντός του εργασιακού σου περιβάλλοντος γίνονται δεκτά; Δεν μοιάζει λίγο με το να πυροβολείς τα πόδια σου;
Προφανώς η απάντηση δεν είναι εύκολη.
Η κίνηση των Μπακς (και στη συνέχεια όλων των υπόλοιπων ομάδων) να μην αγωνιστούν για ένα διήμερο αποκτά δικαιωματικά τη θέση της στην ιστορία του ΝΒΑ, όμως κινδυνεύει ήδη να αποκτήσει την ταμπέλα της συναισθηματικής, ενστικτώδους και χωρίς χειροπιαστό αντίκρισμα πρωτοβουλίας. Ναι, οι Μπακς κλείστηκαν στα αποδυτήρια, ήρθαν σε επαφή με τοπικού υψηλόβαθμους αξιωματούχους του Ουισκόνσιν και έβαλαν στο χαρτί πιθανές δράσεις που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν. Oι τρεις μεγαλύτερες ομάδες του Κλίβελαντ (Καβς, Μπράουνς, Ίντιανς) ένωσαν τις δυνάμεις τους.
Η κοινή ανακοίνωση του ΝΒΑ και της Ένωσης Παικτών έχει γίνει γύρω από τρεις άξονες: α) τη δημιουργία συνασπισμού παικτών/λίγκας και σκοπό την προώθηση της ατζέντας μιας ευρείας γκάμας κοινωνικών θεμάτων, β) την χρησιμοποίηση όλων των γηπέδων της λίγκας ως εκλογικά κέντρα και γ) την συνεργασία με τους τηλεοπτικούς συνεργάτες για την δημιουργία και προβολή τηλεοπτικών σποτ που θα ενισχύσουν την ευαισθητοποίηση γύρω από την ψήφο.
Joint NBA and NBPA statement: pic.twitter.com/EFp6fG9oZs
— NBA (@NBA) August 28, 2020
Τίποτα από τα τρία παραπάνω δεν έγινε εξαιτίας της διαμαρτυρίας: άλλωστε αυτό αναφέρεται στο φινάλε της εν λόγω ανακοίνωσης: «αυτές οι δεσμεύσεις είναι αποτέλεσμα πολύμηνης συνεργασίας». Ο λόγος που ήρθαν τώρα στην επιφάνεια είναι προφανώς επικοινωνιακός, όμως η αλήθεια πιθανότατα ειπώθηκε από τον Ντοκ Ρίβερς: «Χρειαζόμασταν μια στιγμή να αναπνεύσουμε. Δεν έχει σβήσει μέσα μου ότι ο Τζορτζ Φλόιντ δεν είχε αυτή τη στιγμή. Αλλά εμείς την είχαμε, και την χρησιμοποιήσαμε. Και οι παίκτες την χρησιμοποίησαν. Και επικεντρώθηκαν ξανά στα πράγματα που ήθελαν να επικεντρωθούν πέρα από τις δουλειές τους».
Άθελα τους ή όχι, τα Ελάφια του Μιλγουόκι έπαιξαν ένα χαρτί εξ ονόματος ολόκληρου του ΝΒΑ, χωρίς κανείς τους να έχει σχεδιάσει το επόμενο βήμα. Ακόμα και αν οι συνθήκες εγκλεισμού της φούσκας λειτουργούν επιταχυντικά και προσφέρουν δικαιολογίες, αυτό είναι πρόβλημα. Αυτού του είδους οι ριζοσπαστικές κινήσεις γίνονται συνήθως μία φορά – είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ομάδες να κάνουν κάτι παρόμοιο στο μέλλον, ακριβώς γιατί όλες οι λίγκες θα προετοιμαστούν για το προηγούμενο που δημιουργήθηκε το βράδυ της Τετάρτης. Η ίδια η ταραχώδης συζήτηση της Πέμπτης, η διχογνωμίες, ο εκνευρισμός των αθλητών – σημαιοφόρων όπως ο Λεμπρόν Τζέιμς φανερώνουν τον αιφνιδιασμό των υπόλοιπων ομάδων και εν τέλει την προχειρότητα με την οποία εκτελέστηκε μια τόσο σημαντική στην ουσία της κίνηση, παρότι ουδείς διαφωνεί με τα ειλικρινή και δικαιολογημένα κίνητρά της.
Κανείς δεν είπε ότι ο ακτιβισμός είναι εύκολη δουλειά. Απαιτεί βαθιά γνώση του αντικειμένου, προσεκτικό σχεδιασμό, τόλμη, αποφασιστικότητα, επιμονή και κυρίως αποδοχή των συνεπειών, οι οποίες τις περισσότερες φορές πληρώνονται ακριβά. Από τον Μοχάμεντ Άλι, τον Κρεγκ Χότζες και τον Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ ως τον Κόλιν Κάπερνικ και τον Μπρους Μάξουελ, έχει αποδειχθεί πολλάκις πως αν κανείς θέλει να φορέσει το μανδύα του πολιτικού ακτιβιστή, θα πρέπει να αφαιρέσει αυτόν του αθλητικού διασκεδαστή: ο ήχος της φωνής δεν μπορεί να συγχέεται με αυτόν της μπάλας που αναπηδά. Η δικαιολογία της «ιδανικής πλατφόρμας» γύρω από την οποία μπορεί κανείς να επικοινωνήσει τα μηνύματα του θα έστεκε ακλόνητη στα ‘90s, αλλά όχι στα 20’s του Instagram, του Twitter, του Uninterrupted και του ThePlayersTribune. Πλατφόρμες υπάρχουν αν κάποιος θέλει να φτάσει το πράγμα στα άκρα – και να πληρώσει το ανάλογο (οικονομικό και όχι μόνο) κόστος.
Τα παραπάνω προφανώς δεν σημαίνουν ότι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, ο Λεμπρόν Τζέιμς και οι υπόλοιποι αστέρες του ΝΒΑ πρέπει ξαφνικά να παρατήσουν την πορτοκαλί μπάλα και να στρέψουν το βλέμμα τους στην πολιτική. Είναι υποκριτικό και άδικο να απαιτεί από τους αθλητές να παρέχουν λύσεις σε ακανθώδη και μακρόχρονα προβλήματα που συχνά συνδέονται με την ίδια την ραχοκοκαλιά των εθνών, τη στιγμή που οι καθ΄ ύλην αρμόδιοι έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικοί. Επιπλέον, είναι ανεδαφικό να περιμένει κανείς πως ένας 25αρης επαγγελματίας μπασκετμπολίστας είναι σε θέση να αναλύσει σε βάθος την σύνδεση του ταξικού και φυλετικού ρατσισμού και επικίνδυνο να εμπιστεύεται κανείς τέτοιου είδους θέματα σε ανθρώπους που δεν έχουν την ανάλογη εκπαίδευση – οι γνώμες δεν είναι όλες ίδιες.
Φυσικά ενδιάμεσα υπάρχει πολύς και ωφέλιμος χώρος. Συναισθανόμενοι για πρώτη φορά την δύναμη που έχουν, οι αθλητές απαίτησαν και κέρδισαν από τους δισεκατομμυριούχους ιδιοκτήτες του ΝΒΑ τη συγκέντρωση 300 εκατομμυρίων δολαρίων σε βάθος 10ετίας, τα οποία θα αξιοποιηθούν σε οργανώσεις που ασχολούνται με την προώθηση της κοινωνικής και φυλετικής ισότητας. Χρήσιμο θα ήταν βέβαια να γινόταν και κάτι ανάλογο από τους ίδιους τους παίκτες, οι οποίοι θα μπορούσαν να αφιερώσουν ένα ποσοστό του μισθού τους (κλιμακωτά, ανάλογα με τις απολαβές τους) με τον ίδιο τρόπο: η πολιτική δεν γίνεται μόνο με λόγια και οι συλλογικές λύσεις έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα από τις προσωπικές δράσεις.
Είναι ξεκάθαρο πως η εποχή που διανύουμε είναι μεταβατική. Με το κοινωνικό καζάνι της Αμερικής να έχει ξεπεράσει το σημείο βρασμού, τον κορωνοϊό να ισοπεδώνει τις ετοιμόρροπες δομές και τον Ντόναλντ Τραμπ να επενδύει στο μότο του «νόμου και τάξης» στην προσπάθεια επανεκλογής του, οι αστέρες του ΝΒΑ μοιάζουν να πειραματίζονται γύρω από την δύναμη που αναβλύζει η επιρροή τους. Κάποιοι από αυτούς έχουν ήδη την απαιτούμενη ισορροπία. Ο Γκρεγκ Πόποβιτς, ο Στιβ Κερ, ο Στεφ Κάρι, ο Λεμπρόν Τζέιμς και άλλοι είναι από καιρό στα χαρακώματα – οι περισσότεροι έχουν ανταλλάξει ήδη «χτυπήματα» με τον Πρόεδρο. Άλλοι φέρνουν στο τραπέζι θυμό, αγανάκτηση, απόγνωση, δυσκολεύονται να κρατήσουν το μέτρο και την ψυχραιμία που απαιτείται. O Γιάννης σιγά-σιγά ξεθαρρεύει, διατηρώντας το ταπεινό, προσεκτικό του προφίλ.
Στην προσπάθεια τους για μια πιο δίκαιη, λιγότερο μισαλλόδοξη κοινωνία είναι καταδικασμένοι να κάνουν λάθη, να υπερβάλλουν ή να αστοχήσουν. Είναι όμως εκεί, όχι στην ασφάλεια του σπιτιού τους και στην πολιτική ανωνυμία των τεσσάρων γραμμών του παρκέ. Αφήνουν τον εικόνα τους να τραυματιστεί, δυσαρεστούν μέρος του κοινού τους, αυτοσχεδιάζουν, αξίζουν την επιδοκιμασία.
Στο τέλος της ημέρας, μένουν τα λόγια που μου είχε πει ο Έτορε Μεσίνα, πέρσι τον Οκτώβρη: «Νομίζω ότι τα πάντα στη ζωή μας είναι πολιτική. Το αν θα αγοράσω μία εφημερίδα ή μια άλλη, είναι μια πολιτική επιλογή. Το αν θα υποστηρίξω έναν οργανισμό ή έναν άλλο. Κάθε απόφαση που παίρνει κανείς έχει τέτοιο νόημα. Πάντα φοβόμουν λίγο όταν άκουγα ανθρώπους να λένε «μιλάω μόνο για μπάσκετ, δεν θέλω να μιλήσω για οτιδήποτε άλλο», γιατί η πραγματική ζωή είναι εκτός αυτών των γραμμών».