Δεν είναι μικρό πράγμα να γεμίζει μια ομάδα τα κύτταρα της με σιγουριά, αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση. Ο Παναθηναϊκός μπορεί να μην έγινε ομαδάρα εν μία νυκτί, τουλάχιστον όμως είναι μια ομάδα που προς το παρόν ξεμπέρδεψε με τα ψυχολογικά της.
Η μνήμη παίζει μερικές φορές περίεργα παιχνίδια: το ψυχοφθόρο 50λεπτο κόντρα στην Άλμπα είναι δύο εβδομάδες πίσω, όμως στους περισσότερους, φίλαθλους και μη, μοιάζει λίγο πιο μακρινό και άλλο τόσο θολό. Σαν εποχή που βοηθάει κανείς τον εαυτό του να ξεχάσει.
Η σκληρή Μπασκόνια ξεχαρβαλώθηκε τελείως: το γιατί δεν είναι δύσκολο να το ανιχνεύσει κανείς. Με τον Γκρέιντζερ από νωρίς εκτός σεζόν, οι Βάσκοι έχουν ξεμείνει με μόλις δύο παίκτες με το συνδυασμό προσωπικότητας και κλάσης που απαιτείται για να ξεχωρίσεις σε έδρες τύπου Ο.Α.Κ.Α.
Ο Τόκο Σενγκέλια, πρώτος και απλησίαστος από τους άλλους, είδε την μονομαχία με τον Τόμας να λήγει ισόπαλη. Οι δυο τους αλληλοεξουδετερώθηκαν, ο Μήτογλου μετά τον Μονρό πήρε κι άλλο αμυντικό παράσημο όταν πήρε τη σκυτάλη. Ο Γεωργιανός σούταρε έξι τρίποντα, πολλά εκ των οποίων όχι ως επιλογή, αλλά ελλείψει άλλης. Οι ευάλωτες πράσινες περιστροφές δεν δοκιμάστηκαν ιδιαίτερα, αφού τα νταμπλ τιμ δεν χρειάστηκαν.
Ο έτερος, ο πυρηνοκίνητος Λούκα Βιλδόσα, αληθινός game changer από τον πάγκο, έγινε μια χαψιά από το cyborg Νικ Καλάθη, έχασε γρήγορα την αυτοπεποίθηση του και παρασύρθηκε σε υπερβολές που έγιναν βούτυρο στο ψωμί των γηπεδούχων.
Τι έμενε; Οι δύο σουτέρ της θέσης «2» που μοιάζουν σαν μια σταγόνα νερό. Στάουσκας και Τζάνινγκ σούταραν πολύ, σκόραραν με αξιοπρεπή ποσοστά, όμως ελάχιστα αναπαρέστησαν πραγματικές απειλές. Χωρίς την ποιότητα του παρελθόντος (Φόγκτμαν, Πουαριέ, Μπομπουά), οι Βάσκοι είναι πλέον μια κλασική ομάδα έδρας. Από την Αθήνα δεν περνάς με πλέι-μέικερ τον φλύαρο Πιερία Χένρι. Τέλη Μάρτη πέρσι, με τον Παναθηναϊκό σε φουλ ταχύτητα, τον 35αρη Χουέρτας τον σέβονταν και τον υπολόγιζαν όσο δεν θα συμβεί ποτέ με τον Χένρι, ο οποίος μοίρασε τις πιο αδιάφορες 9 ασίστ της σεζόν.
Πίσω στον νικητή.
Πρώτη και ειδοποιός διαφορά: ο Γιώργος Βόβορας παρέδωσε στον προϊστάμενο του μια ομάδα που ένιωθε ήδη καλά. Το να πει κανείς ότι ο Πιτίνο έκανε την διαφορά μέσα σε δύο ημέρες προσβάλλει τόσο τον ίδιο τον Αμερικανό όσο και το ίδιο το μπάσκετ: ναι, έδωσε πολλαπλάσια ψυχολογική ώθηση σε σχέση με κάποιον τυχαίο αντικαταστάτη, όμως η μπασκετική του σφραγίδα θα πάρει καιρό να αφήσει ίχνη. Θυμηθείτε την περσινή σεζόν, όταν ο Πιτίνο δοκίμασε δυνατά και αδύνατα πράγματα ώσπου να καταλήξει στο κατάλληλο μείγμα. Επιπλέον, ο 67χρονος Νεοϋορκέζος δεν είναι πια ρούκι: τέλος το sightseeing, τα «τι ωραία που είναι εδώ». Οι λεκτικοί φανφαρονισμοί του φυσικά θα συνεχιστούν, άλλωστε κανείς δεν μπορεί να κάνει χωρίς αυτούς, είναι αληθινά διασκεδαστικοί.
Δεύτερον και εξίσου σημαντικό: ο πίνακας Πεδουλάκη καθαρίστηκε με σφουγγάρι και τίποτα δεν απαγορεύεται πριν δοκιμαστεί εκ νέου.
Ράις και Φρεντέτ μαζί; Βεβαίως, με το πρόβλημα να είναι στην επίθεση, αφού και οι δυο είχαν καβαλήσει το καλάμι του ενθουσιασμού και ανταγωνίζονταν ο ένας τον άλλο σε υπερβολές – αλλά με την διαφορά στους 30.
Ο Στάουσκας βάζει μαζεμένα τρίποντα και ο Τζάνινγκ κολλάει δύο στο πρόσωπο του Τζίμερ; Παίζετε, συνεχίστε, πλεονέκτημα, πως το λένε. Ακόμα πιο σημαντικές από τα τρίποντα που έβαλε ο Φρεντέτ ήταν οι αποφάσεις που διαχειρίστηκε, ακροβατώντας μονίμως στην κόψη του ξυραφιού του υπερενθουσιασμού και του λάθους. Αίφνης, ο baby face killer του Παναθηναϊκού δεν ήταν μόνο εκτελεστής, ούτε μόνο ευάλωτο σημείο στην άμυνα. Από τη στιγμή που αισθάνθηκε σημαντικός και πιθανότατα θέλοντας να κάνει καλή πρώτη εντύπωση στον Πιτίνο, κυνήγησε με συνέπεια τον Τζάνινγκ και άφησε κατά μέρος κάποιες από τις συνήθειες τροχονόμου που είχε δείξει ως τώρα. Έτσι ο Καλάθης δεν τελείωσε το ματς με 14 ασίστ και 30 λεπτά, όπως θα ήταν περίπου αυτονόητο σε βραδιά που ο Παναθηναϊκός σκοράρει 100 πόντους – ο Φρεντέτ πήρε 5 και από τα δύο και ο Νικ απλά επιβεβαίωσε τον μέσο όρο του, παίρνοντας παράλληλα μια χρήσιμη ανάσα.
Αυτή τη στιγμή ο Παναθηναϊκός δεν γνωρίζει ακόμα αν θα βγει κερδισμένος παίρνοντας μπάλες από τα χέρια του Καλάθη και ακουμπώντας τες σε αυτά του 30χρονου σούτινγκ γκαρντ. Η διαφορά είναι πως πλέον είναι διατεθειμένος να το δοκιμάσει, με μια «άσε με να κάνω λάθος» προσέγγιση που απέχει παρασάγγας από το μάντρα του προηγούμενου αφεντικού. Επιπλέον, το «οι τέσσερις να προστατεύουν τον Φρεντέτ» που είπε ο Πιτίνο στη συνέντευξη τύπου αντικατέστησε και επίσημα το «θα κερδίσω χωρίς αυτόν για να δείξω ότι δεν κάνει».
Τρίτο και τελευταίο: βελτίωση πρώτα, ψώνια μετά (και αν). Η σταδιακός εγκλιματισμός των Τζόνσον και Ράις φαίνεται και με γυμνό μάτι, ο Μπέντιλ νιώθει όλο και πιο άνετα στον υποστηρικτικό του ρόλο, ο Γουάιλι ψάχνει να λύσει τον γρίφο της σταθερότητας. Όποιος μπορεί να πει με βεβαιότητα πως ο Παναθηναϊκός «θα είναι σούπερ» με ένα αθλητικό πεντάρι, θα πρέπει παράλληλα να υπογράψει (στην θεωρητική υπόθεση πως διαθέσιμα χρήματα υπάρχουν) τον σχεδόν οριστικό παροπλισμό του Παπαγιάννη στη σεζόν: δεν γίνεται να τα θέλει κανείς όλα δικά του. Ο ψηλός ήταν στα όρια του απογοητευτικού, μαζεύοντας 2 ριμπάουντ σε 17:28, όμως πιθανή απόκτηση παίκτη στη θέση του θα τον εξορίσει σε θέση θεατή. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της αγοράς γκαρντ: αν κάτι τέτοιο συμβεί, ο Νίκος Παππάς θα γεμίσει το βάθος του πάγκου.
Κοντολογίς, ο Παναθηναϊκός μπαίνει στο κυνήγι του πράσινου Δεκέμβρη για να μετρήσει τις δυνάμεις και τις αδυναμίες του απέναντι καταρχήν στον «αιώνιο» αντίπαλο και εν συνεχεία κόντρα σε έξι σερί ομάδες πλέι-οφ: Μπαρσελόνα, Φενέρ, Μακάμπι και Ρεάλ ώσπου να κλείσει το 2019, ΤΣΣΚΑ και Αρμάνι ως το πρώτο 10ήμερο του Γενάρη. Σε αυτό το διάστημα οι πράσινοι καλούνται να δοκιμάσουν το μέταλλο τους, να καλύπτουν τις αδυναμίες που οι αντίπαλοι θα ξεγυμνώνουν και να εφευρίσκουν καλύτερους τρόπους συνδυασμού των συστατικών τους.
Νισάφι πια με το shopping.