Τον Σεπτέμβριο είδε όσα ήθελε να δει χωρίς να προβεί σε μεγάλες αλλαγές από τη μια μέρα στην άλλη. Έχοντας αποφασίσει να ζει στην Ελλάδα μπήκε γρήγορα στην κουλτούρα μας. Αντιλήφθηκε πως από πολλούς τομείς στην ελληνική κοινωνία απουσιάζει η πειθαρχία και μπορεί αυτό να έχει τη “χάρη” του αν είσαι στην Ελλάδα για διακοπές, αλλά όχι όταν θέλεις να πετύχεις κάτι με επαγγελματισμό.
Πήρε αποφάσεις που ξάφνιασαν τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας, τους ίδιους τους παίκτες της αποστολής, τους δημοσιογράφους και φυσικά όλους τους Έλληνες φιλάθλους. Το “κύμα” αμφισβήτησης και χαιρεκακείας είχε πάρει θέση στο Ολυμπιακό Στάδιο και πολύ περισσότερο σε καναπέδες και πληκτρολόγια αλλά έπεσε σε “βράχια” αρχικά στο ματς με την Ιταλία για να εξαφανιστεί εν συνεχεία στο ματς με τη Βοσνία.
Και ξαφνικά διθύραμβοι. Της αξίζουν της “γαλανόλευκης”. Αρκετά με τη μιζέρια. Τουλάχιστον για μια μέρα ας το απολαύσουμε αυτό που είδαμε και να χαρούμε επιτέλους για την Εθνική μας ομάδα. Την πιο όμορφη εκδοχή της μετά από πολλά χρόνια. Μια ομάδα με τα όλα της, με τρεξίματα, πάθος, αλληλοκαλύψεις, γρήγορο παιχνίδι, θέαμα και ουσία. Έπαιξαν ο ένας για τον άλλον. Μα πάνω από όλα είχαν πειθαρχία. Εντός και εκτός γηπέδου. Μπορούμε ξεκάθαρα να μιλάμε για “έργο Φαντ Σχιπ”. Η Ελλάδα κέρδισε πίσω τον χαμένο της αυτοσεβασμό κι αυτό πρέπει να συνεχιστεί και για να συνεχιστεί θα πρέπει να στηριχθεί ο προπονητής και το “Πλάνο Κατάρ” μέχρι τέλους.
Αλλεπάλληλες συναντήσεις με τους ποδοσφαιριστές του, συνεχείς ομιλίες με σκοπό να τονώσει την αυτοπεποίθησή τους και επιβολή πειθαρχίας για την παραμικρή λεπτομέρεια συνέβαλλαν τα μέγιστα στην αλλαγή του κλίματος και της νοοτροπίας. Γι’ αυτήν βέβαια θα χρειαστεί περισσότερη δουλειά και διάρκεια ώστε να μπολιαστεί για τα καλά στον Έλληνα διεθνή. Έγινε όμως μια καλή αρχή. Και θεωρώ πως αν δεν είχε έρθει το στραπάτσο με το Λιχτενστάιν ίσως δεν είχαν γίνει τόσο άμεσα όλες αυτές οι αλλαγές. Όλα για κάποιο λόγο γίνονται είτε τα προκαλείς είτε τα υφίστασαι…