Για αρχή, το βασικό, για να βάλουμε τη συζήτηση σε μια σειρά. Με τη νίκη επί της Νέας Ζηλανδίας, η εθνική πέτυχε τον πρώτο της στόχο, αυτόν της πρόκρισης στην δεύτερη φάση της διοργάνωσης. Πρώτος, βασικός, ίσως υποτυπώδης, αλλά στόχος. Αυτονόητα αποτελέσματα δεν υπάρχουν, πουθενά.
Τα κέρδη αναλύονται σε αμφότερες τις όψεις του καθρέφτη.
Η ήττα θα βύθιζε το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα σε λήθη ανυποληψίας. Στο 17-32, με τον Αντετοκούνμπο; Δεν καταπίνεται, δεν χωνεύεται, δεν δικαιολογείται.
Η απουσία από τους Ολυμπιακούς αγώνες θα κρατούσε την εθνική μακριά από τους προβολείς για μια διετία, βυθίζοντας την στην απαξίωση και την ανυποληψία. Η μετάβαση στην επόμενη γενιά θα γινόταν βίαια, το στίγμα της Κίνας θα ήταν ανεξίτηλο.
Επιπλέον, η Ελλάδα θα έχανε το Giannis Vs. Team USA. Ο MVP, απέναντι σε αυτούς που έχει από καιρό τώρα στοχεύσει. Ένας αγώνας που στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα λιγότερο από ένα παγκόσμιο event. Μια ευκαιρία να γραφτεί ιστορία, από αυτές που εμφανίζονται μία ή καμία σε κάθε γενιά.
Το σχέδιο ήταν φυσικά διαφορετικό, να μην κινδυνεύουμε να γίνει το συναπάντημα με τον Πόποβιτς σε συνθήκες δυνητικού αποκλεισμού, μιας ζαριάς σε σαράντα λεπτά. Βραζιλία γαρ, το showdown της Κίνας δεν αποκλείεται να γίνει ανατολίτικο φάρ ουεστ, σαν σεκάνς από ταινία του Ταραντίνο. Παιχνίδι επιβίωσης, με τον Greek Freak στο τιμόνι, όλη η Ελλάδα στις τιβί, να απολαμβάνουμε την παγκόσμια προβολή και να ελπίζουμε πως τα αστέρια θα ευθυγραμμιστούν σε αστερισμούς Σαϊτάμα. Ο παικταράς, που θα τους κερδίσει μόνος του. Η χαρά του διαφημιστή, του ουδέτερου, του εφήμερου.
Rewind.
Σχεδόν για 40 αγωνιστικά λεπτά στο ματς-μπολ πρόκρισης, η εθνική έπαιξε σε ρυθμό Χάκα. Κέρδισε, γιατί είχε την ποιότητα να το κάνει, αλλά απέτυχε να οδηγήσει το παιχνίδι στα δικά της «θέλω», παγώνοντας κατά το δοκούν τον ρυθμό έτσι ώστε να αφαιρέσει από τους Νεοζηλανδούς την αλεγρία του μία σου και μία μου. Σαν να τους λέγαμε, «θα παίξουμε όπως θέλετε, αλλά και πάλι θα χάσετε». Με αυτούς, γίνεται. Με αυτούς που έρχονται, όχι.
Λες και χρειαζόταν άλλη μια απόδειξη ότι στο μπάσκετ η άμυνα και η επίθεση είναι συγκοινωνούντα δοχεία, η γαλανόλευκη προηγούνταν σταθερά μεν, ανησυχούσε δεν σταθερά ως το 37΄, αφού όποιος πει πως αισθανόταν ασφαλής με τη διαφορά να τραμπαλίζεται από τους 6 ως τους 8 πόντους είναι είτε αιθεροβάμων, είτε ψεύτης.
Ο ανυποψίαστος που θα ρίξει μια ματιά στην στατιστική μονάχα της Ελλάδας θα υποθέσει πως έριξε μια ξεγυρισμένη 25άρα σε όποιον άτυχο βρέθηκε απέναντι της. Ο Γιάννης γέμισε τη στατιστική του με νούμερα MVP (24π, 10ρ, 6ας), η Ελλάδα πέτυχε 12 τρίποντα με 40% ακρίβεια εκτέλεσης, το παιχνίδι στο ανοιχτό γήπεδο έδωσε 17 πόντους, από τον πάγκο ήρθε συνεισφορά 29 πόντων. Τι άλλο να ζητήσει κανείς;
Η άλλη πλευρά του νομίσματος, η αμυντική, έγραψε 97 πόντους για τους συμπαθέστατους Νεοζηλανδούς με 62.5% ευστοχία εντός πεδιάς, οι οποίοι είναι τουλάχιστον συζητήσιμο αν διαθέτουν περισσότερη ποιότητα από τους Μαυροβούνιους. Τα αδέρφια Γουέμπστερ φόρτωσαν το καλάθι μας με 48 πόντους και 7 ασίστ, υποπίπτοντας σε δύο (!) όλα κι όλα λάθη σε σχεδόν 60 λεπτά συμμετοχής. Πάει να πει, δεν το κάναμε δύσκολο. Κι όταν το κάναμε, ήταν αργά, αφού η αυτοπεποίθηση είναι το σκληρό νόμισμα του αθλητισμού. Λίγο πιο κει, ο Αμπερκρόμπι και ο Φοτου πρόσθεσαν άλλους 33.
Το γρήγορο παιχνίδι εξέθεσε το αμυντικό μας transition, επιβεβαίωσε την έλλειψη επικοινωνίας που πληγώνει την άμυνα, την αναποτελεσματική άμυνα απέναντι στους αντιπάλους σουτέρ, την αδυναμία διακοπής του επιθετικού ρυθμού του αντιπάλου, την περιορισμένη αξιοποίηση των defensive stoppers της ομάδας σε επίπεδο βοηθειών/ιδεών (Γιάννης, Θανάσης, Καλάθης, Παπανικολάου), περισσότερο όμως την διάθεση της ομάδας να θυσιάσει το κορμί της και να βάλει στο μυαλό της την άμυνα ως ισοβαρή προτεραιότητα.
Τα τέσσερα δεκάλεπτα αμυντικής ανεπάρκειας προστέθηκαν στα δύο τελευταία απέναντι στην Βραζιλία, το σύνολον έξι: το τέλειο καθρέφτισμα στα έξι πρώτα. Εξήντα λεπτά Μαυροβούνιο και Βραζιλία Α΄, 90 πόντοι, 15 το δεκάλεπτο. Χέρια παντού, deflections, έξυπνη χρήση των φάουλ, αυταπάρνηση, old school ελληνική σχολή. Εξήντα λεπτά Βραζιλία Β΄ και Νέα Ζηλανδία, 146 πόντοι, 24.3 το δεκάλεπτο, αριθμοί απαγορευτικοί αν θέλουμε να καλύψουμε το χάντικαπ και να βρούμε θέση στα χιαστί.
Κάπως έτσι αποδείχτηκε πως κανένας τρόπος παιχνιδιού δεν μπορεί να θεωρηθεί πανάκεια: η εθνική δεν έλυσε κι ούτε θα λύσει όλα της τα προβλήματα αν μετατρέψει κάθε αγώνα της στο Παγκόσμιο Κύπελλο σε διαγωνισμό τρεχάλας. Και ότι επιπλέον, ίσως απασχολούμαστε λίγο περισσότερο με την επίθεση από ότι το παρκέ επιτάσσει.
Φυσικά υπάρχουν και καλά νέα.
Η μετακόμιση του Γιάννη στο «5» και κυρίως η διάθεση της ομάδας να σπείρει το έδαφος για να οργώσει στη συνέχεια ο σούπερ σταρ, στην πιο πειστική “play off Giannis” εμφάνιση ως τώρα.
Η ετοιμότητα των Θανάση – Λαρεντζάκη. Ο πρώτος μπορεί να προσφέρει ηλεκτρισμό και αλλαγή ρυθμού, ο δεύτερος να αποτελέσει το αντίδοτο στην δυσκινησία των βαριών, και εν τέλει δυσλειτουργικών στο σετ παιχνίδι, σχημάτων, ειδικά με το αξιόπιστο σουτ που φέρνει από τον πάγκο.
Το «ξεμπούκωμα» του Παπαπέτρου, που πήρε τον χώρο που του εξασφάλισε η βαρύτητα του Γιάννη και έβαλε ιδιαίτερα σημαντικά για την εξέλιξη του αγώνα σουτ, προσφέροντας στην εθνική το μαξιλάρι που ήθελε.
Το πιο συνετό παιχνίδι του Καλάθη, που έκανε λιγότερα και πρόσφερε περισσότερα.
Ο αισιόδοξος θα πει πως για την εθνική παίχτηκε απλά το πρώτο σετ. Πλέον ξεκινά ένα δεύτερο μίνι τουρνουά δύο αγώνων που προσφέρει την ευκαιρία για επανεκκίνηση, με τις απαραίτητες προσαρμογές που προέκυψαν από τα πρώτα συμπεράσματα. Μια δεύτερη ζωή.
Ο πεσιμιστής θα προβλέψει πως ο χρόνος δεν επαρκεί για να τα βάλει κανείς με έναν προπονητή που έχει ανάμεσα στα γαλόνια του την απενεργοποίηση του Λεμπρόν Τζέιμς και του Τζέιμς Χάρντεν.
Εγώ πάλι, δεν μπορώ να περιμένω μέχρι το Σάββατο.
The Greek Freak Vs. Team U.S.A, σε παγκόσμιο παλκοσένικο.
Γουάου.