Η ανανεωμένη, σε πρόσωπα και ρόλους, Εθνική ομάδα μπάσκετ κουτούλησε πάνω σε τοίχο το βράδυ της Τρίτης στο Βελιγράδι, στο τελευταίο της φιλικό προετοιμασίας ενόψει του Προολυμπιακού, με αντίπαλο την Σερβία. Ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να της συμβεί!
Η ιστορία έχει αποδείξει ότι δεν μπαίνεις σε μια μάχη επιβίωσης ατσαλάκωτος, λαμπερός και αεράτος. Γιατί τις περισσότερες φορές, μόλις φας την πρώτη γερή, χάνεις τη γη κάτω απ’ τα πόδια σου. Καλύτερα λοιπόν ελαφρώς ματωμένος, αλλά σε πλήρη εγρήγορση.
Το είχε άλλωστε επισημάνει έγκαιρα ο Φώτης Κατσικάρης, όταν, λίγα λεπτά μετά τον θρίαμβο της «επίσημης αγαπημένης» κόντρα στην Τουρκία στο ΟΑΚΑ, κλήθηκε να αξιολογήσει τα πρώτα δεδομένα. «Ήθελα έναν πιο δυνατό και ανταγωνιστικό αντίπαλο», ομολόγησε κυνικά ο ομοσπονδιακός προπονητής, έχοντας δει τους Τούρκους να καταρρέουν στην τρίτη περίοδο σαν χάρτινος πύργος.
Αυτό που ζητούσε, το βρήκε μόλις συνάντησε τον Τεόντοσιτς και την παρέα του. Οι Σέρβοι πέτυχαν την Εθνική μας ελαφρώς κουρασμένη (δύο 24ωρα νωρίτερα είχε παίξει στην Πόλη) κι ενώ στην αρχή τα βρήκαν δύσκολα, σταδιακά κατάφεραν να την κάνουν φύλο και φτερό.
Το βασικό συμπέρασμα απ’ το εις βάρος μας 91-76, στο ίδιο γήπεδο που γράφτηκε το έπος του 2005, είναι ότι η Εθνική ομάδα έχει μπροστά της μόλις 4+4 μέρες (αν πάρουμε ως… ζέσταμα τα δύο πρώτα παιχνίδια, με Ιράν και Μεξικό) για να βρει την ισορροπία που επιζητά, προτού φτάσει στον ημιτελικό της 8ης Ιουλίου, όπου θα συναντήσει είτε την Κροατία, είτε την οικοδέσποινα Ιταλία. Ο ρυθμιστικός παράγοντας δεν είναι άλλος απ’ τον Γιάννη Αντετοκούνμπο.
ΤΑ ΕΠΙΜΑΧΑ ΣΗΜΕΙΑ
Το θέμα της κούρασης αναφέρθηκε παραπάνω. Στα ελαφρυντικά πρέπει να προσμετρηθεί και η απουσία του Κουφού, γιατί όσο θετικός κι αν ήταν ο Καββαδάς, είναι άλλο να έχεις το θηρίο των 2,14μ., προσπαθώντας να ματσάρεις την ενέργεια και το physical game των Σέρβων.
Δεν ήταν ωστόσο μονάχα αυτά τα στοιχεία που είχαν ως αποτέλεσμα να εκτελέσουμε 16 λιγότερα σουτ εντός πεδιάς σε σχέση με τους παίκτες του Τζόρτζεβιτς (68-52) και συνολικά (προσαρμόζοντας και τις βολές) να έχουμε 20 λιγότερες επιθέσεις (84-64). Ήμασταν 6% καλύτεροι σε δίποντα και τρίποντα μαζί (είχαμε 27/52, αγγίζοντας το 52%, με τη Σερβία να τελειώνει με 31/68, μένοντας στο 45,6%) και παρ’ όλα αυτά χάσαμε εύκολα με 15 πόντους.
Η χαώδης απόσταση στην οικονομία του παιχνιδιού (η οποία προσδιόρισε εν πολλοίς το αποτέλεσμα και την έκταση της διαφοράς), προκύπτει από την κατά κράτος ήττα της Εθνικής στη μάχη των ριμπάουντ (11 επιθετικά οι Σέρβοι, μόλις τρία εμείς), σε συνδυασμό με τα πολλά και σε αρκετές περιπτώσεις φθηνά λάθη στα οποία υπέπεσε η ομάδα μας (18, έναντι 11).
Με βάση τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της πλειοψηφίας των παικτών και κυρίως του Γιάννη Αντετοκούνμπο, η Εθνική έχει ως βασικό στόχο να κερδίζει σε κάθε παιχνίδι την μάχη των κατοχών, χρησιμοποιώντας το μέγεθος, την δύναμη, την ενέργεια και τα γρήγορα πόδια που διαθέτει.
Υπάρχουν ωστόσο ομάδες με αντίστοιχα (ή παραπλήσια) χαρακτηριστικά, που επιπροσθέτως διαθέτουν την συνοχή και το ταλέντο, οι οποίες έστω και χωρίς αυτό το σπάνιο +20 στον αριθμό των επιθέσεων, μπορούν να περιορίσουν αισθητά τον καλπασμό του Γιάννη και των υπόλοιπων «καθαρόαιμων» του Κατσικάρη.
Όταν δεν πιέζουμε με στόχο να αλλοιώσουμε και να κλέψουμε πάσες, όταν δεν σιγουρεύουμε το ριμπάουντ και δεν σκεπάζουμε το καλάθι κάθε φορά που επιχειρεί drive ο αντίπαλος, όταν δεν προστατεύουμε σαν κόρη οφθαλμού την μπάλα τις στιγμές που είναι δική μας (ή έστω όταν δεν τα κάνουμε όλα αυτά επαρκώς, σε συνάρτηση πάντα με το εκτόπισμα της ομάδας που έχουμε απέναντί μας), είμαστε ένα σύνολο που πρέπει να ζήσει και να πεθάνει με ένα ελαφρώς δυσλειτουργικό, εκ πρώτης όψεως, επιθετικό παιχνίδι στο «5 εναντίον 5».
Όσο η μπάλα ακουμπούσε με συνέπεια προχθές το βράδυ στα χέρια του Μπουρούση και οι υπόλοιποι κινούνταν στους χώρους, ανακατεύοντας την αντίπαλη άμυνα, που εκείνη την ώρα συνήθως έστελνε διπλή (και κάποιες φορές στο low post, τριπλή) κάλυψη πάνω στον πλέι μέικερ των 2,13μ., όπως αποκάλεσε ο Ζοτς τον αρχηγό της Εθνικής, τα πράγματα πήγαιναν καλά στην επίθεση.
Με την Σερβία να παραδίδει μαθήματα σωστής transition άμυνας, περιορίζοντας τα περιθώρια δράσης του Αντετοκούνμπο στο αγαπημένο του τέμπο και παράλληλα να αυξάνει στο δεύτερο ημίχρονο την πίεση, ο 22χρονος ύψους 2,11μ. point-forward κάποια στιγμή προσπάθησε να βρει ρυθμό κάνοντας την μπάλα κυρίως δική του. Εξάντλησε τα περιθώρια να προλάβει απροετοίμαστη την άμυνα (με μέτρια αποτελέσματα, αφού ήταν ξανά άστοχος στις βολές) και στο «5 εναντίον 5» επιτέθηκε χρησιμοποιώντας κατά κόρον το pick & roll.
Οι Σέρβοι είχαν ξεκάθαρη κατεύθυνση απέναντι στον συγκεκριμένο τρόπο επίθεσής μας σε οργανωμένη άμυνα: αλλαγές σε όλα τα σκριν, με τον ψηλό που έβγαινε πάνω στον Γιάννη να μένει… προκλητικά δυο μέτρα μακριά του (δίνοντάς του έτσι το σουτ μετά από ντρίπλα) και τους υπόλοιπους τέσσερις να περιφρουρούν την ρακέτα, αφήνοντας όλα τα μακρινά σουτ. Η Εθνική τελείωσε το παιχνίδι με ένα ωραιότατο 45% στα τρίποντα (9/20), όμως ο Γιάννης είχε ένα παραπάνω λάθος από ασίστ (4 έναντι 3).
Κροάτες και Ιταλοί έχουν τα απαιτούμενα εργαλεία – κυρίως, το μέγεθος και την αθλητική ικανότητα, χωρίς ωστόσο να διαθέτουν την σκληράδα και την προσήλωση των Σέρβων – για να μας αντιμετωπίσουν με τον ίδιο τρόπο και η λογική λέει ότι αυτό θα είναι το βασικό τους αμυντικό μοτίβο απέναντι στο pick & roll μας, στο «5 εναντίον 5».
Συνυπολογίζοντας ότι ουδείς σώφρων άνθρωπος περιμένει, με τα υπάρχοντα δεδομένα, την βοήθεια του «λαβωμένου» Κώστα Σλούκα, ο οποίος είναι ο μοναδικός από τους χειριστές μας που έχει σταθερό και αξιόπιστο σουτ μετά από ντρίπλα, τα πράγματα έχουν ως εξής:
Α. Ο Αντετοκούνμπο οφείλει να συνειδητοποιήσει πλήρως ότι στο ευρωπαϊκό παιχνίδι είναι απείρως δυσκολότερο να τρυπάει ότι ώρα θέλει τις αντίπαλες άμυνες σε σχέση με το ΝΒΑ. Όχι μόνο γιατί στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού το παρκέ είναι ελαφρώς φαρδύτερο και το τρίποντο μισό μέτρο πιο μακριά, αλλά περισσότερο επειδή οι Αμερικανοί είναι λιγότερο ανεκτικοί στην άμυνα με τα χέρια (και… τα πόδια) πάνω στον αντίπαλο.
Β. Χρειάζεται να εμπιστευτεί περισσότερο τον Μπουρούση όταν η ομάδα εγκλωβίζεται στο «5 εναντίον 5», αφού ο αρχηγός νοιώθει καλύτερα από ποτέ, έχοντας ολοκληρώσει με την Λαμποράλ την κορυφαία σεζόν της καριέρας του και προσφέρει σταθερή δημιουργία και εκτέλεση τόσο από το low post, όσο και από την περιφέρεια.
Αναφορικά με τον τρόπο που ο επόμενος μεγάλος ηγέτης της Εθνικής επιτίθεται χρησιμοποιώντας το pick & roll, ισχύουν τα ακόλουθα:
Α. Είναι υποχρεωμένος να ποντάρει στο σουτ του μετά από ντρίπλα, από τα 5μ. και πίσω. Το έκανε ολοένα και περισσότερο με τους Μπακς κατά την διάρκεια της σεζόν που ολοκληρώθηκε κι αν δεν το επαναλάβει τώρα με την Εθνική, όλοι οι αντίπαλοι θα τον παίζουν με αλλαγές, μένοντας εν συνεχεία μακριά του… μέχρι την Δευτέρα παρουσία.
Β. Είναι προτιμότερο να πασάρει την μπάλα ακαριαία μόλις δει ότι ο αντίπαλός του μένει πίσω στην αλλαγή μετά το σκριν, παρά να χάνει χρόνο με δεύτερο και τρίτο σκριν ή να ψάχνει πάσα στον αέρα, έπειτα από ένα περιορισμένων πιθανοτήτων drive απέναντι σε δύο ή τρεις αντιπάλους. Έτσι η επίθεση της Εθνικής γίνεται στατική και προβλέψιμη.
Γ. Με τις αντίπαλες άμυνες να έχουν τις παραπάνω επιλογές απέναντί του σε σετ παιχνίδι, θα γίνει πιο αποτελεσματικός στο “1 εναντίον 1” αν κατέβει στο middle ή στο low post κι επιτεθεί περισσότερο με πλάτη.
Υπάρχουν βεβαίως και άλλα θέματα στην λειτουργία της Εθνικής που χρειάζονται διορθωτικές κινήσεις, ωστόσο είναι ελάσσονος σημασίας μπροστά στον τρόπο που θα διαχειριστεί ο Γιάννης τις κλειστές άμυνες και θα συνεργαστεί με τον Μπουρούση. Ο τρόπος που θα επιχειρήσει να λύσει αυτή την εξίσωση, θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα της Εθνικής ομάδας στο Τορίνο.