O Δημήτρης Παπανικολάου γράφει στο προσωπικό του blog για τις ποδοσφαιρικές αναφορές των πολιτικών αρχηγών, το σκηνικό βίας και τα άλλοθι που έχουν στερέψει.
Πριν από χρόνια, όταν και οι πολιτικοί του τόπου είχαν ένα κάποιο επίπεδο και νοιάζονταν λίγο παραπάνω για την άποψη των πολιτών που τους εξέλεγαν, συνήθιζαν να κάνουν λόγο για «ποδοσφαιροποίηση της πολιτικής», ιδιαίτερα όταν το κλίμα στη Βουλή ήταν υπέρ του δέοντος τεταμένο.
Στην πορεία μπέρδεψαν σε αφάνταστο βαθμό την πολιτική με τον αθλητισμό, με συνέπεια να φτάσουμε στην «πολιτικοποίηση του ποδοσφαίρου» και του συνόλου του αθλητισμού.
Σήμερα, ενώ έχουν περάσει περισσότερες από 4 ημέρες από τον τελικό του κυπέλλου ΠΑΟΚ-ΑΕΚ και η Ελλάδα υπογράφει την καταδίκη της μ΄ ένα 4ο μνημόνιο, ο Αλέξης Τσίπρας με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ασχολούνται ακόμα με τον τρόπο που ο δικέφαλος του βορρά έφτασε στην κατάκτηση του κυπέλλου.
Προσοχή: δεν ασχολήθηκαν με τα θλιβερά επεισόδια του τελικού, αλλά με τον τρόπο που ένας νέος ολιγάρχης, ο Ιβάν Σαββίδης, εισέβαλε μέσω του ποδοσφαίρου στην επιχειρηματική ζωή της χώρας!
Τα τραγικά γεγονότα που προηγήθηκαν είναι σαν να μη έγιναν ποτέ! Και δυστυχώς πέρασαν άνευ σχολίων και από την πλευρά των διοικήσεων των δύο ομάδων, αφού ούτε ο Ιβάν Σαββίδης, ούτε ο Δημήτρης Μελισσανίδης τα καυτηρίασαν. Και αυτοί έμειναν στον τρόπο που το κύπελλο πήγε στο Λευκό Πύργο.
Κι εδώ έρχεται να… δέσει η ατάκα του Πλάτωνα στους μαθητές του μερικές χιλιάδες χρόνια πριν, που έλεγε πως «μία από τις επιπτώσεις του να αρνείσαι να συμμετάσχεις στην πολιτική ζωή, είναι ότι καταλήγεις να κυβερνάσαι από κατώτερους».
Κάτι που επιβεβαιώνεται όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παντού στην Ευρώπη, στην οποία δεν υπάρχουν πλέον ηγέτες και η λειτουργία της ΕΕ εξαρτάται όχι από τους εκλεγμένους των χωρών-μελών, αλλά από τους διορισμένους υπαλλήλους των πολυεθνικών.
Και στον αθλητισμό όμως, ενώ βιώνουμε το ίδιο σκηνικό με τη βία στους αθλητικούς χώρους για δεκαετίες, συνεχίζουμε να βλέπουμε το δέντρο κι όχι το δάσος.

Εξακολουθούμε να μιλάμε για την αστυνομία, την διαιτησία, τους αρμόδιους φορείς, τους χούλιγκανς κι όχι για τις διοικήσεις των ομάδων, που διατηρούν αυτούς τους στρατούς των οργανωμένων εγκληματιών για καθαρά προσωπικούς λόγους.
Οι διοικητικοί ηγέτες των ομάδων εμφανίζονται λοιπόν κατώτεροι των περιστάσεων. Γιατί αυτοί (μέσω των υπαλλήλων των ΠΑΕ) διανέμουν τα εισιτήρια στους οπαδούς τους, άρα γνωρίζουν σε ποιους τα δίνουν.
Η επιλογή κατά συνέπεια θα μπορούσε να είναι άρτια, ειδικά όταν μιλάμε για 8.000 εισιτήρια για κάθε ομάδα στο Πανθεσσαλικό ή για 1.800 εισιτήρια στο κλειστό του Ρέντη.
Τα άλλοθι και οι δικαιολογίες έχουν πια στερέψει. Δεν στέκουν ότι και να μας λένε τα αφεντικά των ομάδων, όσο κι αν προσπαθούν να επιρρίψουν τις ευθύνες τους σε αντιπάλους, επιχειρώντας να τα βάλουν στη ζυγαριά με άλλα αντίστοιχα γεγονότα.
Ότι ακριβώς συμβαίνει και με τους πολιτικούς. Γιατί πάντα φταίνε οι προηγούμενοι για την «καμένη» γη που παρέδωσαν και ποτέ αυτοί που συνεχίζουν να ρίχνουν το λάδι στη φωτιά…
Δυστυχώς όταν τα πολιτικά συμφέροντα εξακολουθούν να «ζουν» και στους αθλητικούς χώρους, με τις συζητήσεις για το «καλό» του ποδοσφαίρου (αλλά και κάθε άλλου αθλήματος) να γίνονται μεταξύ πολιτικών και παραγόντων ομάδων, η ελπίδα για οτιδήποτε θετικό πάει περίπατο.
 
Η πορεία του ποδοσφαίρου και του επαγγελματικού αθλητισμού πρέπει να είναι αποκλειστική δουλειά των ιδιωτών-παραγόντων και ο χώρος να απολαμβάνει μόνο αυτό που το Σύνταγμα επιτάσσει: Της ουσιαστικής προστασίας της Πολιτείας.
Όλα τα υπόλοιπα είναι απλά διαπλοκή με την στήριξη του εκάστοτε “υπέροχου” λαού!