Ο Δημήτρης Καρύδας γράφει στο προσωπικό του blog για τον Ντέρεκ Τζίτερ, ο οποίος έγραψε ιστορία με τους Νιού Γιόρκ Γιάνκις στο μπέιζμπολ.
Ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου όλες ανεξαιρέτως οι επαγγελματικές ομάδες όλων των σπορ είναι ταυτισμένες με μια πόλη, είναι εξαιρετικά σπάνιο ένας παίκτης να γίνεται συνώνυμος της πόλης. Η καλύτερα η ίδια η πόλη! Ο Ντέρεκ Τζίτερ, τη φανέλα του οποίου απέσυραν προχθές τα ξημερώματα σε μια φορτισμένη βραδιά οι Γιάνκις, αποτέλεσε για δύο δεκαετίες το σύμβολο της Νέας Υόρκης και του αθλητισμού της πόλης. Η φανέλα με το νούμερο 2 δεν θα ξαναφορεθεί ποτέ και από κανέναν, έστω και αν ο ίδιος ο Ντέρεκ φρόντισε να αφήσει ένα ανοιχτό παράθυρο για το …οικογενειακό μέλλον. Για την ώρα ο 42χρονος πρώην αρχηγός των Γιάνκις περιμένει την πρώτη του κόρη, καρπό του γάμου του με το μοντέλο Χάνα Ντέιβις, τη μοναδική γυναίκα που κατάφερε να τον κρατήσει κοντά της. Μόνο αυτή και η Νέα Υόρκη…
Ο Τζίτερ θα μείνει στην ιστορία του αμερικάνικου επαγγελματικού ως το πρότυπο του ηγέτη και του αρχηγού, του παίκτη που όταν τα πράγματα ζόριζαν απλά γινόταν πιο …ζόρικος από όλους. Δεν είναι τυχαίο ότι στα πέντε παγκόσμια World Series που κέρδισαν επί των ημερών του οι Γιάνκις, δεν ήταν μόνο ο leadoff hitter, δεν ήταν τις περισσότερες φορές ο καλύτερος παίκτης τους, αλλά ήταν πάντα η ψυχή και η καρδιά τους. Εκείνος που θα βούταγε άφοβα στην εξέδρα για να σώσει μια χαμένη μπαλιά ή θα έκανε το κρίσιμο hit την πιο δύσκολη στιγμή. Οι όχι λίγοι επικριτές των Γιάνκις υποστηρίζουν ότι ήταν πάντα ένας υπερτιμημένος παίκτης, ένα δημιούργημα των μίντια της πόλης και της αναμφισβήτητης και ασυναγώνιστης εμπορικότητας των Γιάνκις, του κορυφαίου αθλητικού brand name στον πλανήτη. Οι περισσότεροι haters του Τζίτερ ασχολούνται με την περιπετειώδη προσωπική του ζωή, με το πόσες ακόμη (πέραν των …αναγνωρισμένων) διασημότητες πέρασαν από το κρεβάτι του, αλλά την αλήθεια για τον Τζίτερ μπορούν να την πουν μόνο οι συμπαίκτες του. Και δεν υπάρχει ούτε ένας που να κάθισε δίπλα του στα αποδυτήρια των Γιάνκις που να μην αναγνώρισε τον επαγγελματισμό και την ηγετική του ικανότητα.
Η ιστορία θα μπορούσε να είχε γραφτεί διαφορετικά, αν το 1992 το Χιούστον δεν έκανε ένα μοιραίο λάθος στο ντραφτ εκείνης της χρονιάς. Το ίδιο ή ανάλογο με αυτό που είχαν κάνει οι Μπλέιζερς στο ντραφτ του ΝΒΑ το 1984 όταν προσπέρασαν τον Τζόρνταν. Το Χιούστον είχε την πρώτη επιλογή στο ντραφτ της MLB το 1992 και ο σκάουτερ της ομάδας Χολ Νιουχάουζερ υπέδειξε στη διοίκηση μόνο ένα όνομα: “Πάρτε με το νούμερο ένα τον Τζίτερ και θα έχουμε μια ομάδα που θα κερδίζει για χρόνια”, ήταν η πρόβλεψη του. Ο Τζίτερ δεν ήταν τίποτε παραπάνω από ένας παίκτης του μικρού γυμνασίου Καλαμαζού στο Μίσιγκαν. Μεγαλωμένος σε οικογένεια που είχε ρίζες στο μπέιζμπολ, ο Τζίτερ έμοιαζε φτιαγμένος για μια μεγάλη καριέρα. Όταν ήταν τεσσάρων ετών η μητέρα του έκανε δώρο το πρώτο μπαστούνι μπέιζμπολ και μαζί ένα χαρτί. Ήταν οι κανόνες που έπρεπε να ακολουθήσει για να παίξει μπέιζμπολ. Ο νούμερο ένα κανόνας έλεγε: “Δεν υπάρχουν για σένα οι λέξεις Δεν μπορώ“. Όταν μεγάλωσε λίγο ακόμη ο Ντέρεκ ήταν υποχρεωμένος να υπογράφει τον οικογενειακό “εσωτερικό” κανονισμό για να συνεχίσει να παίζει μπέιζμπολ και το έκανε μέχρι την ημέρα που έγινε ντραφτ και επαγγελματίας.
Το 1992 η διοίκηση του Χιούστον αποφάσισε να προσπεράσει τον Τζίτερ επειδή πίστευε ότι ο παίκτης για να μην πάει κολέγιο και να γίνει άμεσα επαγγελματίας, θα ζητούσε συμβόλαιο ενός εκατομμυρίου δολαρίων. Και όταν στο μπέιζμπολ και στην κουβέντα μπαίνει η λέξη “χρήμα” τότε κερδίζουν πάντα οι Γιάνκις. Το Χιούστον διάλεξε με το νούμερο 1 τον Φιλ Νέβιν, καλύτερο παίκτη στα κολέγια την προηγούμενη σεζόν, που υπέγραψε για 700.000 δολάρια. Ο Νιουχάουζερ δήλωσε ότι “μόλις έγινε ένα ιστορικό λάθος” και παραιτήθηκε από τη θέση του σκάουτερ. Οι επόμενες τέσσερις ομάδες είχαν από τα χαμηλότερα pay roll στο μπέιζμπολ και φοβήθηκαν τις απαιτήσεις τόσο του Τζίτερ, όσο και του Χάμοντς που επίσης είχε προδιαγραφές για το νούμερο 1. Η Βαλτιμόρη τελικά διάλεξε τον Χάμοντς με το 4ο πικ και τελικά η δύσκολη επιλογή έφτασε στα χέρια των Γιάνκις. Η δική τους διοίκηση ήξερε ότι τα λεφτά δεν είναι πρόβλημα, αλλά πίστευαν ότι ο Τζίτερ δεν θα γινόταν άμεσα επαγγελματίας και θα πήγαινε στο κολέγιο του Μίτσιγκαν, πράγμα που θα τους χαράμιζε μια τόσο ψηλή επιλογή στο ντραφτ. Κάπου εδώ έμπλεξε στην ιστορία ένας άλλος σκάουτερ. Ο Ντικ Γκρος των Γιάνκις. “Το μοναδικό μέρος που θα πάει μελλοντικά ο Τζίτερ δεν είναι στο Μίτσιγκαν, αλλά στο Κούπερταουν”, είπε ο Γκρος, μνημονεύοντας την πόλη που φιλοξενεί το Hall of Fame του μπέιζμπολ, του οποίου σύντομα θα γίνει μέλος ο Τζίτερ. Η πρόβλεψη του Γκρος δικαιώθηκε και συνεχίζει να δικαιώνεται δύο δεκαετίες αργότερα. Οι Γιάνκις πήραν το ρίσκο και μερικές μέρες αργότερα ο Τζίτερ υπέγραψε για 800.000 δολάρια. Τον έστειλαν για τέσσερα χρόνια στις “φάρμες ταλέντων”, τις ημιεπαγγελματικές ομάδες τους και στο ξεκίνημα της σεζόν του 1995 οι τραυματισμοί βασικών παικτών τους έφεραν την πολυαναμενόμενη πρόσκληση και προαγωγή του στην πρώτη ομάδα. Ο Τζίτερ διάλεξε τη φανέλα με το 2, μια από τις δύο με μονά νούμερα που ήταν ελεύθερες στην ομάδα. Στο ντεμπούτο του ήταν 9ος και τελευταίος στο batting order της ομάδας, ανέβηκε πέντε φορές στο plate, δεν κτύπησε ούτε μια το μπαλάκι και έγινε strike out μια φορά. Την επόμενη μέρα είχε τα δύο πρώτα κτυπήματα της καριέρας του και σκόραρε δύο φορές. Γρήγορα γύρισε στους minors μέχρι το καλοκαίρι του 1996, όταν ο νέος μάνατζερ των Γιάνκις Τζο Τόρε αποφάσισε ότι ο νεαρός Τζίτερ θα γίνει ο βασικός shortstopper της ομάδας. Ο ιδιοκτήτης των Γιανκις, ο μαικήνας Σταϊνμπρένερ, ποτέ δεν ένιωθε άνετα με τους νέους παίκτες σε μια ομάδα που μπορούσε να πληρώσει όποιον σταρ επιθυμούσε για να φορέσει τη ριγωτή εμφάνιση της. Έστειλε ένα φίλο του να μιλήσει στον πιτσιρικά στο κάμπ προετοιμασίας της ομάδας και η …διάγνωση έλεγε ότι ο Τζίτερ δεν ήταν ακόμη έτοιμος. Ο Σταϊνμπρένερ αποφάσισε να κάνει ότι είχε πιο εύκολο. Μια ανταλλαγή για να φέρει ένα έτοιμο παίκτη στην ομάδα. Για δεύτερη φορά η ιστορία ήταν γραφτό να αλλάξει ρότα. Εάν ο Σταϊνμπρένερ επέμενε είναι πιθανό ότι οι Γιάνκις θα είχαν χάσει όχι ένα, αλλά δύο θρύλους. Ο αντιπρόεδρος της ομάδας και όλη η ομάδα των σκάουτερ τον έπεισαν να δώσει μια ευκαιρία στον Τζίτερ. Και κάπως έτσι έμεινε στους Γιάνκις ο παίκτης που ήθελε να στείλει στο Σιατλ για να πάρει ένα έμπειρο σορτστόπερ: ο πίτσερ Μαριάνο Ριβέρα που στη διαδρομή έγινε θρύλος εφάμιλλος του Τζίτερ και ο μεγαλύτερος closer όλων των εποχών! Ο Τζίτερ χτύπησε το πρώτο του home run στην πρώτη του εμφάνιση με τους Γιάνκις το 1996. Και δεν ξανακοίταξε ποτέ πίσω! Στο τέλος της χρονιάς ήταν ο καλύτερος ρούκι της σεζόν σε όλη την MLB και είχε οδηγήσει τους Γιάνκις στην κατάκτηση του τίτλου. Όταν το 2014 ανακοίνωσε ότι θα έπαιζε για μια τελευταία χρονιά δέχθηκε το μεγαλύτερο κύμα αναγνώρισης που έχει δεχτεί ποτέ παίκτης στο μπέιζμπολ. Οι αντίπαλες ομάδες ανακοίνωσαν ότι θα έκαναν ένα δώρο στον Τζίτερ στην τελευταία επίσκεψη του στην πόλη τους για ένα αγώνα. Στο all star game του 2014, όχι μια, αλλά δύο φορές ο κόσμος σηκώθηκε όρθιος για να τον χειροκροτήσει. Ακόμη και στα 40 του συνέχισε να σπάζει ρεκόρ. Όταν έφτασε η ώρα για την τελευταία σειρά αγώνων του στη Νέα Υόρκη, την πόλη κτύπησε ένας πρωτοφανής παροξυσμός. Τα εισιτήρια των αγώνων εξαφανίσθηκαν σε λιγότερο από δέκα λεπτά και αυτά του τελευταίου αγώνα του στο καινούργιο Yankee Stadium είχαν μέση τιμή πώλησης 830 δολάρια. Και ο Τζίτερ δεν απογοήτευσε κανένα. Στο τελευταίο εντός έδρας παιχνίδι της καριέρας σκόραρε στην τελευταία φάση του αγώνα το νικητήριο ραν, οι Γιάνκις νίκησαν 6-5 τη Βαλτιμόρη και για πέντε λεπτά 55.000 άνθρωποι ήταν όρθιοι κλαίγοντας, φωνάζοντας, παραληρώντας για να τιμήσουν τον αρχηγό που έφευγε όπως ακριβώς είχε παίξει: Με στιλ και φινέτσα. Το γήπεδο που είναι γνωστό σαν “το στάδιο που έκτισε ο Τζίτερ” τιμούσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το απόλυτο αθλητικό ίνδαλμα μιας πόλης. Ο άνθρωπος που έμεινε στην ιστορία σαν “Captain Clutsh” και “Mr. November”, έδωσε το τελευταίο του σόου και λίγο αργότερα στα αποδυτήρια ανακοίνωσε ότι θα έπαιζε και στους τελευταίους εκτός έδρας αγώνες, απέναντι στους αιώνιους αντιπάλους των Γιάνκις τους Μπόστον Ρεντ Σοξ, αλλά σε διαφορετική θέση και όχι σε αυτή του shortstopper, ώστε οι τελευταίες του εμφανίσεις στην ορίτζιναλ θέση του να είναι εντός έδρας. Όταν οι Γιάνκις πάνε στη Βοστώνη ξέρουν ότι θα συναντήσουν το πιο εχθρικό εκτός έδρας κοινό. Όχι όμως εκείνες τις βραδιές του 1996. Οι μεγαλύτεροι αντίπαλοι του Τζίτερ στον τελευταίο αγώνα της καριέρας του έστησαν μια ολόκληρη τιμητική τελετή, κάλεσαν τους μεγαλύτερους δικούς τους θρύλους, αλλά και μεγάλους αθλητές των άλλων ομάδων της πόλης, τον βράβευσαν και για μια φορά ο κόσμος στο Φενγουέι Παρκ τον αποθέωσε για πολύ ώρα όταν σκόραρε το τελευταίο ραν της καριέρας του απέναντι στην ομάδα τους.
Μέσα στα 20 χρόνια της καριέρας του ο Ντέρεκ Τζίτερ δεν ήταν μόνο ένας από τους μεγαλύτερους αθλητές όλων των εποχών για τον αμερικάνικο αθλητισμό. Ήταν μια μηχανή παραγωγής χρήματος, αφού δεν υπήρχε διαφήμιση των Γιάνκις που να μην έπαιξε, ενώ οι δικές του προσωπικές συμφωνίες ήταν δεκάδες. Την τελευταία χρονιά της καριέρας του είχε συμβόλαιο 12 εκατομμυρίων δολαρίων, αλλά έβγαλε τριπλάσια χρήματα από τα διαφημιστικά συμβόλαια του. Ήταν το αγαπημένο media icon της πόλης και τα αδηφάγα Νεουρκέζικα ταμπλόιντ είχαν για χρόνια ένα μόνιμο …παπαράτσι στη ρεσεψιόν του πύργου Τραμπ, όπου ο Τζίτερ είχε αγοράσει και ζούσε στο ρετιρέ διαμέρισμα. Ο στόχος βέβαια ήταν να μάθουν ποια επώνυμη έπαιρνε σειρά στη ζωή του. Οι δεσμοί του με σελέμπριτις ήταν πάντοτε πρώτο θέμα και μεταξύ μόνο μερικών από τις επίσημες σχέσεις του είναι αυτές με τη Μαράια Κάρεϊ, με την Αμερικανο-κουβανή μοντέλα Βίδα Γκουέρα, με τη Μις Κόσμος Ινδή Λάρα Ντούτα, την τραγουδίστρια Τζόι Ενρίκεζ, την ηθοποιό Τζορντάνα Μπριούστερ και πολλές ακόμη. Η τελευταία που κέρδισε την καρδιά του και το πολυπόθητο δαχτυλίδι γάμου είναι η 15 χρόνια νεότερη του Χάνα Ντέιβις. Ίσως γιατί ήταν εκείνη που τον έπεισε να ξεπεράσει τον μοναδικό φόβο που είχε. Ο παίκτης που δεν φοβήθηκε κανένα αντίπαλο είχε μια έμφυτη αντιπάθεια για τα σκυλιά! Περιμένοντας το πρώτο του παιδί, ζει για την ώρα παρέα με τη Χάνα και το Ιταλικό σκυλί μασίφ που του έκανε δώρο πριν από τρία χρόνια.
Η ζωή και οι δεσμοί του Τζίτερ πάντοτε ήταν αντικείμενο δημόσιου σχολιασμού, όχι μόνο από τα ταμπλόιντ, αλλά ακόμη και από τον ιδιοκτήτη των Γιάνκις. Πίσω στο 2002 ο Σταϊνμπρένερ δεν δίστασε να ασκήσει δημόσια κριτική στον Τζίτερ γιατί ξενυχτούσε. Αλλά ποιος μπορεί να πει οτιδήποτε για ένα παίκτη που μέσα σε δύο δεκαετίες καριέρας, μόνο τρεις χρονιές έχασε περισσότερα από 17 ματς. Και μην ξεχνάτε ότι στο μπέιζμπολ η σεζόν μετράει 162 αγώνες!