Ο Διαμαντίδης το πήρε απόφαση πως ως εδώ ήταν και – όπως είναι γνωστό – όταν λέει κάτι το εννοεί. Σε προσωπικότητες σαν τον Δημήτρη δεν ταιριάζουν τα μνημόσυνα και είναι αλήθεια πως τέτοιοι παίκτες δεν έχουν καμία ανάγκη από αποθεωτικά κείμενα. Για την αξία τους έχει μιλήσει η – αδιάψευστη – εικόνα τους πάνω στο γήπεδο. Είναι, όμως, σημαντικό να αντιληφθούν οι Έλληνες και κυρίως τα νέα παιδιά – όχι μόνο εκείνα που παίζουν μπάσκετ, αλλά όσα έχουν στόχους και θέλουν να πετύχουν στην ζωή τους – γιατί είναι τόσο ξεχωριστός ο Διαμαντίδης. Η γιορτή προς τιμήν του στο ΟΑΚΑ είναι η αφορμή, για να μιλήσουμε για τον αριστερόχειρα άσσο. Η αιτία είναι η νοοτροπία του, η συμπεριφορά του, η κλάση του…
Ξεκινάμε με ένα αξίωμα: Ο Διαμαντίδης ήταν ο σπουδαιότερος ευρωπαίος μπασκετμπολίστας της εποχής του! Δεν μιλάμε για τους τίτλους – ατομικούς και ομαδικούς- που κατέκτησε. Αναφερόμαστε στο ότι είναι ο παίκτης που άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο παιζόταν το μπάσκετ στην Ευρώπη, διαμόρφωσε τον τρόπο σκέψης των προπονητών και τον παικτών, διαμόρφωσε μια νέα ατζέντα για το ποιο πρέπει να είναι το προφίλ του «μεγάλου μπασκετμπολίστα».
Η συζήτηση για το αν ήταν καλύτερος από τα υπόλοιπα ιερά τέρατα του ελληνικού και ευρωπαϊκού μπάσκετ πραγματικά δεν έχει νόημα γιατί ο καθένας έχει την δική του προσφορά στις δικές του μέρες, με τους δικούς του συμπαίκτες και τους αντιπάλους εκείνων των καιρών.
Ο Δημήτρης, λοιπόν, είναι πρώτος μεταξύ ίσων γιατί είναι εκείνος που με τις πράξεις του (και όχι με ανέξοδες θεωρίες) δίδαξε ότι ο σταρ της ομάδας μπορεί να είναι κάποιος που σκοράρει όταν χρειάζεται, πως ένας γκαρντ μπορεί να παίξει άμυνα σε σέντερ, πως μπορεί να είσαι ο καλύτερος του γηπέδου χωρίς να γράφεις νούμερα στη στατιστική…
Ένας παίκτης που δεν γεννήθηκε με τα αθλητικά προσόντα των Αμερικανών και το φυσικό ταλέντο των Σέρβων οδήγησε τόσο τον Παναθηναϊκό, όσο και την εθνική ομάδα στην κορυφή, γιατί έκανε την δουλειά με τον δύσκολο τρόπο και ταυτόχρονα ήταν αληθινός.
Δεν είχε σουτ και δούλεψε ατέλειωτες ώρες για να το βελτιώσει. Δεν ήταν καλός χειριστής της μπάλας και έγινε καλύτερος μέσα από την προπόνηση. Δεν ήταν πολύ αθλητικός, αλλά τα χέρια του έφταναν παντού. Η άμυνα του πάνω στην μπάλα και μακριά από αυτήν εξελίχθηκε σε εφιάλτη για κάθε αντίπαλο. Το επόμενο πρωί, ακόμη και μετά από κάθε μεγάλη νίκη, πήγαινε για προπόνηση όταν οι άλλοι είχαν ρεπό.
Σε μια εποχή που το σταρ σύστεμ προωθούσε τους «έξυπνους» παίκτες που νοιάζονται για το πόσους πόντους βάζουν και μετά για το αν νίκησε η ομάδα, ο Διαμαντίδης έκανε αντίσταση, έπαιζε μόνο για το σύνολο, έκανε εικόνισμα την βρώμικη δουλειά και έμαθε τον κόσμο να εκτιμάει την προσφορά του
Δίδαξε τον θεατή (και τον τηλεθεατή) να εκτιμάει και να μετράει τις ασίστ, τα λάθη, τα κλεψίματα, τα κοψίματα, να αναγνωρίζει τις αλλαγές στην άμυνα και την ικανότητα του κοντού να μαρκάρει ψηλό, το να παίζει από άσσος μέχρι τρία.
Έδειξε ότι μπορεί ο πιο προβεβλημένος παίκτης μιας ομάδας να θυσιάζει το σώμα του στην άμυνα, να είναι μέσα σε κάθε διεκδίκηση της μπάλας, να προστατεύει το καλάθι του με κάθε τρόπο. Είχε τα καλύτερα χέρια που εμφανίστηκαν ποτέ στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Έφταναν ως εκεί που κανένας αντίπαλος δεν μπορούσε να προβλέψει και αν άγγιζε την μπάλα ήταν σίγουρα δική του!
Ήταν εκεί και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην τελευταία ήττα της εθνικής ομάδας των ΗΠΑ το 2006. Έβαλε το –αξέχαστο- τρίποντο επί της Γαλλίας στον ημιτελικό του Ευρωμπάσκετ 2005. Στην σειρά με την Μπαρτσελόνα το 2011 είχε 18 πόντους μέσο όρο και οδήγησε τους πράσινους στο φάιναλ φορ και την κατάκτηση του τροπαίου, ενώ ως τότε έκανε μόνο …πάσες! Στο δεύτερο ματς των πλέι οφ πάλι με την Μπαρτσελόνα το 2013 έσπασε τους αστραγάλους του Τζάουάϊ για το τρίποντο της νίκης.
Κι όταν έφτασε στην κορυφή, όταν έμεινε σταθερά εκεί επί χρόνια, παρέμεινε ταπεινός όπως όταν πήγε από την Καστοριά στον Ηρακλή, όταν φόρεσε την φανέλα του Παναθηναϊκού, όταν κατέκτησε τα πάντα με τους πράσινους και την Εθνική ομάδα…
Επιπλέον ο Διαμαντίδης ήταν ο συμπαίκτης που θα ήθελε κάθε μπασκετμπολίστας στα καλύτερα του όνειρα, στο παρκέ, στα αποδυτήρια, στην ζωή. Μια στρατιά ψηλών έχει την φωτογραφία του Δημήτρη στον τοίχο με τα εικονίσματα και να προσεύχεται να τον έχει καλά ο Θεός. Οι πάσες του απογείωσαν την καριέρα του Παπαδόπουλου, του Μπατίστ, του Τομάσεβιτς, του Ντικούδη, του Πέκοβιτς, του Σχορτσιανίτη, του Λάσμε, του Γκιστ, του Τσαρτσαρή, του Βουγιούκα και πολλών άλλων…
Και παρά το ήταν το μεγάλο όνομα δεν δίστασε ποτέ στο όνομα της νίκης και της προστασίας της ομάδας να «τσακωθεί», να σπρώξει, να μιλήσει στα …γαλλικά σε όποιον αντίπαλο το άξιζε κατά την γνώμη του.
Τελικά η μοναδική του, ίσως, αδυναμία ήταν πως πολλές φορές πάσαρε περισσότερο από όσο έπρεπε και κοίταζε το καλάθι μόνο όταν ήταν υποχρεωμένος να το κάνει.
Εκεί, όμως, που ο Διαμαντίδης ακούμπησε την τελειότητα ήταν το επίπεδο της σχέσης και της συνεργασίας που είχε με τον Ομπράντοβιτς. Η αγκαλιά λίγο πριν την λήξη του τελικού το 2011 με την Μακάμπι μεταξύ του κόουτς και του αρχηγού είναι μια εικόνα που δέκα χιλιάδες λέξεις δεν φτάνουν για να την περιγράψεις. Στα δικά μας μάτια, στο παγκόσμιο μπάσκετ μόνο ο Τζάκσον με τον Τζόρνταν, ο Ράϊλι με τον Μάτζικ και ο Πόποβιτς με τον Ντάνκαν έχουν κατορθώσει κάτι ανάλογο…Προφανώς ήταν ευτυχής συγκυρία ότι ο Ζοτς βρήκε τον Δημήτρη και ο Δημήτρης τον Ζοτς με κερδισμένους, πέρα από τους ίδιους και την ομάδα, όλους όσους αγαπούν το παιχνίδι του μπάσκετ…
Αντίστοιχα μοναδική είναι και η σχέση που είχε ο Μήτσος με τον κόσμο Παναθηναϊκού. Στις τελευταίες του παραστάσεις, τον περασμένο Ιούνιο στην σειρά με τον Ολυμπιακό, φάνηκε πως ένας αληθινός σούπερ σταρ μπορεί να αποθεωθεί από τον κόσμο τόσο όσο του αξίζει, ακόμη και μετά από ήττες, κάτι αδιανόητο για τη νοοτροπία του Ελληνα οπαδού…Άλλωστε παρέμεινε πράσινος το καλοκαίρι του 12, όταν η συντριπτική πλειοψηφία της ομάδας γύρισε την πλάτη της, αν και θα μπορούσε να πάει όπου ήθελε στην Ευρώπη για να διεκδικήσει μια ακόμη Ευρωλίγκα και ένα τσουβάλι ευρώ.
Αντί επιλόγου: Τέλος είναι το σημείο από το οποίο κάνουμε μια νέα αρχή! Θα ήταν ευχής έργο να μείνει ο Διαμαντίδης στο μπάσκετ και να μεταφέρει το πνεύμα από όποια θέση επιλέξει στις επόμενες γενιές…θα είναι πραγματικά κρίμα για το αύριο του αθλήματος να χάσει μετά τον Γκάλη (και τον Γιαννάκη έτσι όπως πάει το πράγμα με τον Παναγιώτη τα τελευταία χρόνια) και τον Διαμαντίδη… Από την άλλη μεριά, δυστυχώς, θα πρέπει να σημειώσουμε πως ο μόνος ασφαλής τρόπος για να μην αποκαθηλωθεί ο μύθος του Δημήτρη είναι να καθίσει σπίτι του. Ο Έλληνας είναι κορυφαίος στον μηδενισμό όσων έχουν ευεργετήσει με οποιοδήποτε τρόπο τον τόπο. Ο Καστοριανός, όμως, δεν ήταν ποτέ εγωιστής, ήταν πάντα εκεί για τους άλλους. Και στις μέρες μας δεν περισσεύει κανένας που να μπορεί πραγματικά να βοηθήσει, για να ξεκολλήσει το κάρο από την λάσπη…