Παραμονές ενός ακόμη αγώνα Παναθηναϊκού-Ολυμπιακού η ατμόσφαιρα και το σκηνικό δεν έχει αλλάξει στο ελάχιστο σε σχέση με όλα τα προηγούμενα. Η συχνότητα των αγώνων μεταξύ των δύο ομάδων τα τελευταία χρόνια αφού είναι σχεδόν δεδομένα ότι θα αναμετρηθούν σε όλα τα επίπεδα το λιγότερο επτά φορές μέσα σε μια σεζόν δεν βοήθησε σε κάτι. Δεν χρειάζεται προφανώς να σταθούμε στην ανάλυση της ‘’ατμόσφαιρας’’ που όπως κάθε φορά (οι τυχόν εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα) περιλαμβάνει το σύνηθες μενού της διαιτητολογίας και ενίοτε μερικά πρωτότυπα ευρήματα όπως στην προκειμένη περίπτωση η διαρροή ηχητικού υλικού.
Το σίγουρο είναι ένα σε ένα διαρκώς επαναλαμβανόμενο αξίωμα. Κανείς από τους δύο δεν είναι αποφασισμένος να αναγνωρίσει στον άλλο την πιθανότητα μιας δίκαιης νίκης και κανείς από τους δύο δεν είναι συμβιβασμένος με το ενδεχόμενο της ήττας. Φυσικά, βεβαίως για όλα αυτά φταίει πάντοτε ο…άλλος! Όλα αυτά με ένα πρόθυμο κοινό εύπιστων οπαδών, διατεθειμένων στο όνομα της ‘’πίστης’’ τους να δεχτούν τα πάντα.
Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ απλή: Ο αγώνας του ΟΑΚΑ στην προκειμένη περίπτωση θα κρίνει ένα από τους δύο τίτλους που ρεαλιστικά αυτή τη στιγμή μπορούν να διεκδικήσουν ακόμη οι δύο αιώνιοι του ελληνικού μπάσκετ. Εκτός αν υπάρχει κάποιος που πιστεύει αληθινά ότι ο σχεδόν χρεωκοπημένος ΠΑΟΚ ή η ευρισκόμενη στο όριο του υποβιβασμού Κύμη μπορούν να βαδίσουν στα χνάρια της περσινής ΑΕΚ.
Προφανώς και το μεγάλο πρόβλημα των δύο αιωνίων δεν είναι ποιος θα πάρει το Κύπελλο Ελλάδος. Ο ηττημένος του αγώνα θα υποβαθμίσει τη σημασία του και ο νικητής θα το χρησιμοποιήσει ως ένα μικρό εφήμερο άλλοθι. Κι΄ αυτό συνηθισμένο είναι…
Το πρόβλημα είναι οι 2-3 νίκες που τους λείπουν στην Ευρωλίγκα. Το αληθινό στοίχημα κάθε σεζόν είναι η εκτός των τειχών διάκριση που αντικειμενικά δυσκολεύει και πιθανώς όσο περνάνε τα χρόνια θα δυσκολεύει ακόμη περισσότερο. Μπορεί καμία από τις δύο διοικήσεις να μην είναι τέλεια και ας διεκδικεί την τελειότητα. Μπορεί καμία από τις δύο διοικήσεις να μην αποφεύγει κάθε χρόνο πολλά λάθη. Αλλά ακόμη και ο πλέον κακόπιστος οφείλει να ομολογήσει ότι οι αδελφοί Αγγελόπουλοι και ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος συντηρούν από την τσέπη τους δύο ομάδες που κρατάνε ζωντανό ολόκληρο το μπάσκετ της χώρας. Αυτό είναι ευλογία. Η κατάρα είναι ότι πρέπει να παίζουν και μεταξύ τους…
Προσωπικά μου φτιάχνει το κέφι τώρα που βρισκόμαστε στην εποχή των social media η καλοκαιρινή διάθεση του μέσου οπαδού να φτιάχνει την ομάδα της αρεσκείας του στο Facebook ή στο Twitter. Όχι μόνο γιατί οι περισσότερες στερούνται μπασκετικής λογικής αλλά κυρίως γιατί δεν βάζουν στην εξίσωση δύο βασικά δεδομένα: Πόσα χρήματα κοστίζουν οι ιδανικές ομάδες και τι έχει στο μυαλό του ο εκάστοτε προπονητής. Και για τα δύο αυτά θέματα οι προπονητές του πληκτρολογίου δεν έχουν την παραμικρή ιδέα. Ουσιαστικά όμως εκεί ακριβώς παίζεται όλο το παιχνίδι. Και δεν μιλάω για το δεδομένο των χαμηλών μπάτζετ που έχουν οι δύο ομάδες. Είναι εκτός της λογικής του γράφοντος να κάνει υποδείξεις σε…ξένες τσέπες. Τόσα θέλουν και τόσα βάζουν. Όπως επίσης οι προπονητές κάνουν μια συγκεκριμένη δουλειά, έχουν μια συγκεκριμένη λογική και με βάση αυτή θα κριθούν και θα επικριθούν στο τέλος. Ενίοτε είναι και αυτοί που….πληρώνουν τον λογαριασμό στο τέλος! Φυσικά και στα ρόστερ δύο ομάδων μεσαίου ή χαμηλού προϋπολογισμού για τα σύγχρονα δεδομένα της Ευρωλίγκα θα υπάρχουν τρύπες, ορισμένες φορές ‘’μαύρες’’ και μεγαλύτερες από τις διαστημικές.
Φυσικά και δεν υπάρχουν τέλεια ρόστερ. Τέλειο ρόστερ έχει μόνο μια ομάδα. Αυτή που θα κερδίσει στο τέλος το τρόπαιο. Μπορώ να προβλέψω με ακρίβεια ότι φέτος θα υπάρξουν τουλάχιστον τρεις ομάδες που θα πετάξουν πολύ περισσότερα χρήματα από τις δύο ελληνικές στο πηγάδι για το τίποτα. Φενέρ, Ρεάλ, ΤΣΣΚΑ και Μπαρτσελόνα έχουν επενδύσει περισσότερα από 30 εκατομμύρια ευρώ αλλά μόνο μια απ΄ αυτές θα πάρει το τρόπαιο. Αν το πάρει… Οι υπόλοιπες θα ανακαλύψουν κάποια στιγμή λίγο πριν το τέλος του δρόμου ότι έκαναν μοιραία λάθη και δεν μοίρασαν σωστά τα χρήματα τους. Ας δούμε λοιπόν ψύχραιμα και ρεαλιστικά το πράγμα: Με βάση την επένδυση τους Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός συγκαταλέγονται κάπου ανάμεσα στην κλίμακα του 5 και του 8 στην ιεραρχία της Ευρωλίγκας. Απ΄ αυτή την αφετηρία θα ξεκινάνε. Ότι καλύτερο πετύχουν στην τελική κατάταξη θα είναι κέρδος τους μικρό ή μεγάλο δεν έχει σημασία. Ότι λιγότερο πετύχουν θα είναι αποτυχία τους μικρή ή μεγάλη δεν έχει σημασία. Ακόμη όμως και με αυτά τα απλά και αυταπόδεικτα δεδομένα αντί να προβάλλουν το αυτονόητο και να κερδίζουν την καθολική αποδοχή φροντίζουν να ψάχνουν για υπαρκτά ή ανύπαρκτα άλλοθι όταν έρχεται η ώρα της μεταξύ τους αναμέτρησης. Όπως τώρα για παράδειγμα…
Έγραφα πριν ξεκινήσει η Ευρωπαϊκή χρονιά ότι το πλεονέκτημα έδρας στην Ευρωλίγκα από τον αποκλεισμό απέχει σκάρτες τρεις νίκες. Αυτές είναι που θα κάνουν τη διαφορά στο τέλος. Αν δείτε τον πίνακα αποτελεσμάτων των δύο ομάδων μας τις περασμένες χρονιές και αφαιρεθούν 2-3 κερδισμένα στον πόντο παιχνίδια η εικόνα δεν θα απέχει πολύ από τη φετινή. Απλά φέτος τα παιχνίδια αυτά τα έχουν χάσει, ενώ τις προηγούμενες δύο σεζόν τα κέρδισαν και βρέθηκαν με πλεονέκτημα έδρας στα πλέι οφ. Στην περίπτωση του Ολυμπιακού το νούμερο είναι απόλυτα ακριβές, στην περίπτωση του Παναθηναϊκού μεγαλώνει αλλά η ουσία δεν αλλάζει στο ελάχιστο…
Κάπως έτσι φτάνουμε στο σημείο να αναζητούνται ισχνά και ασθενικά άλλοθι όταν έρχεται η ώρα των καθοριστικών εντός συνόρων αγώνων. Γιατί τελικά αυτοί είναι που θα καθορίσουν και θα κρίνουν τα πολύ ευαίσθητα όρια της ‘’πετυχημένης’’ από την ‘’αποτυχημένη’’ χρονιά. Με άλλα λόγια αφού δεν μπορούμε να είμαστε πρώτοι (ή μεταξύ των πρώτων) στην πόλη ας είμαστε πρώτοι στο χωριό.
Εφόσον φτάσουμε κάποια στιγμή –κάτι για το οποίο ας μου επιτραπεί να αμφιβάλλω ότι θα συμβεί- στην ωριμότητα και την παραδοχή ότι σε μια χώρα που περνάει τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση της ιστορίας της έχουμε δύο ομάδες που επιμένουν να κρατάνε ζωντανό ένα όραμα διάκρισης στην Ευρώπη, ένα όραμα που κοστίζει ακριβά, τότε τα μεταξύ τους παιχνίδια δεν θα είναι πόλεμος. Και η νίκη δεν θα πρέπει να κατακτηθεί per mare, per terra. Μέχρι τότε όλοι θα ψάχνουν στείρα άλλοθι, παλιά σαν την Ακρόπολη, για να δικαιολογήσουν κάτι που δεν υπάρχει λόγος να δικαιολογηθεί. Τουλάχιστον στο μυαλό των τελευταίων λογικών που ασχολούνται με το μπάσκετ.
ΥΓ Και επειδή κάποιος μπορεί να θεωρήσει τις παραπάνω 1000 λέξεις ως ένα απέραντο ανούσιο ευχολόγιο ας καταθέσω και μια ιδέα που υλοποιείται πολύ εύκολα. Οι δύο ομάδες είναι υποχρεωμένες να βρίσκουν κάθε χρόνο παίκτες που πρώτα από όλα να ταιριάζουν στο συγκεκριμένο μπάτζετ τους. Καμία από τις δύο δεν διαθέτει όμως σταθερό και οργανωμένο τμήμα scouting, ρόλο που καλούνται να παίξουν άλλοτε επιτυχημένα και άλλοτε όχι οι εκάστοτε προπονητές ή μέλη των προπονητικών επιτελείων. Ένα τμήμα σκάουτινγ αποτελούμενο από παλιούς παίκτες ή εν ενεργεία προπονητές και θα λειτουργούσε σε μόνιμη βάση (ανεξάρτητα του ποιος είναι ο προπονητής) και θα παρακολουθούσε παίκτες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Ένα τέτοιο τμήμα θα είχε ελάχιστο κόστος λειτουργίας, ποσό που οι ομάδες θα έκαναν εύκολα απόσβεση αν αναλογιστεί κανείς σε ετήσια βάση πόσα χρήματα πετάνε για αλλαγές ξένων, αποζημιώσεις σπασμένων συμβολαίων κλπ. Για να μην αναφερθώ και στην περίπτωση απόκτησης νεαρών παικτών που μακροπρόθεσμα με τις υπεραξίες που θα έφτιαχναν θα απόφεραν και κέρδη στα ταμεία των συλλόγων.