Είναι μερικοί άνθρωποι (στη προκειμένη περίπτωση, ποδοσφαιριστές) οι οποίοι έχουν το χάρισμα να σαγηνεύουν τα πλήθη, είτε εντός, είτε εκτός αγωνιστικού χώρου. Ο Σέρχιο Κόκε αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της κατηγορίας των ποδοσφαιριστών, καθώς ένα του βλέμμα είναι ικανό να «μαγέψει» χιλιάδες οπαδούς στη κερκίδα.

Ότι γίνονταν, δηλαδή, επί 5 χρόνια στο «Κλεάνθης Βικελίδης», φορώντας τη φανέλα του Αρη. Ο Ισπανός τρέλανε τους πάντες με τη  μπάλα που έπαιξε τις δύο πρώτες σεζόν και εν συνεχεία… ξεσήκωνε τα πλήθη με τα όσα έλεγε εκτός των γραμμών του αγωνιστικού χώρου.

Πρόκειται για έναν ποδοσφαιριστή που δεν φοβάται να πει τη γνώμη του, να συγκρουστεί με φίλους και εχθρούς (ανεξάρτητα από το ένα έχει δίκαιο ή όχι), να φορέσει το περιβραχιόνιο του αρχηγού «πέφτοντας στις φλόγες» για την ομάδα, ακόμα και να κλάψει ή να ζητήσει συγγνώμη όταν το κρίνει απαραίτητο.
Ολ΄ αυτά δεν είναι απαραιτήτως κακά ή επιλήψιμα. Το αντίθετο μάλιστα. Εμπεριέχουν τη στόφα του ηγέτη τον οποίο στο σημερινό ποδόσφαιρο πολλές ομάδες ψάχνουν, μα δεν μπορούν ναν βρουν. Το κακό στη περίπτωση του Κόκε είναι πως τα τελευταία χρόνια, έδωσε μεγαλύτερη βαρύτητα σε όλα τα υπόλοιπα, εκτός του ποδοσφαίρου.

Παρασύρθηκε από τις κακές του συνήθειες, στρογγυλοκάθισε πάνω στις δάφνες που του προσέφερε η αγάπη του κόσμου (του Αρη) και ξέχασε τη μπάλα! Θυμήθηκε το επάγγελμά του, όταν έβλεπε τους συμπαίκτες του να φεύγουν για το εξωτερικό ( π.χ Χαβίτο) κι αυτός να μένει στάσιμος, μη μπορώντας να σιγουρέψει τη θέση του στη βασική ενδεκάδα των κιτρίνων, με όλα τα γνωστά παρεπόμενα.

Τις συνέπειες της ποδοσφαιρικής ολιγωρίας που επέδειξε, τις εισέπραξε στις ΗΠΑ, όταν χρειάστηκε να παίξει για να δικαιολογήσει τη μεταγραφή του. Και εκεί, λύγισε… Δεν μπόρεσε να πείσει για την αξία του, διότι πολύ απλά έπρεπε να δουλέψει. Ο Κόκε όμως δεν είχε τη διάθεση να κάνει κάτι τέτοιο. Θυμήθηκε τις ωραίες στιγμές που ζούσε στη Θεσσαλονίκη, αναπόλησε το ρόλο του ηγέτη τον οποίο εκ των πραγμάτων δεν μπορούσε να έχει στο Χιούστον και ξέσπασε. Ζήτησε αμέσως συνάντηση με τον πρόεδρο, μάζεψε τα «μπογαλάκια» του κι έφυγε! Γνωρίζει και ο ίδιος πως με τέτοιου είδους συμπεριφορές αδικεί τον εαυτό του, όμως απ΄ ότι φαίνεται δεν τον πολυενδιαφέρει…

Θα πρέπει πάντως να του αναγνωρίσουμε πως ζει τη ζωή του, όπως θέλει. Και τη ζει έντονα! Ταξιδεύει, διασκεδάζει, αγαπά, τσακώνεται, είναι ένας ελεύθερος άνθρωπος. Η «λογική» και το «αύριο» είναι δύο έννοιες οι οποίες δεν υπάρχουν στο λεξιλόγιό του. Τις τελευταίες ημέρες ανακίνησε θέμα επιστροφής στον Αρη. Ένα ακόμη δείγμα της παιδικότητάς του! Διότι ένιωσε σαν ένα παιδί που του πήραν το παιχνίδι από τα χέρια και το θέλει πίσω εδώ και τώρα! Μόνο που στη προκειμένη περίπτωση ο Αρης δεν είναι παιχνίδι και στη τελική κανείς δεν τον έδιωξε από την ομάδα. Ο ίδιος πήρε το καπελάκι του κι έφυγε, μόλις πριν από δύο μήνες.

Συμπαθάτε με , όμως με ολ΄ αυτά μου έρχεται στο μυαλό η αξέχαστη κωμωδία του Λάμπρου Κωνσταντάρα, «ο άνθρωπος που έσπαγε πλάκα». Τότε που ο Λαμπρούκος συναισθανόμενος τι είχε και τι έχασε (μετά από μια χρεωκοπία), κατάλαβε την αξία της «λογικής» και του «αύριο». Ο Σέρχιο προλαβαίνει να γλιτώσει τη ποδοσφαιρική  χρεωκοπία, αρκεί να καταλάβει τα λάθη του και ν΄ αλλάξει τακτική, όσο ακόμη είναι καιρός. Το ότι είναι παιδί (στη ψυχή) είναι αδιαμφισβήτητο. Καλομαθημένο ή κακομαθημένο, δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία. Όμως δεν πρέπει πια να αντιμετωπίζεται ως παιδί, αφενός μεν γιατί κάποτε θα πρέπει να συμβαδίσει με την ηλικία του, αφετέρου διότι όλη αυτή η αντιμετώπιση από τους γύρω του, του κάνει επί της ουσίας κακό…