Από το 1979 το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα έχει γίνει επαγγελματικό και οι ομάδες έχουν μετατραπεί σε ΠΑΕ. Δηλαδή σε ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρίες. Με τον ιδιοκτήτη, τον πρόεδρο, ενίοτε τον τεχνικό διευθυντή, τον προπονητή και τους παίκτες.
Οι ποδοσφαιριστές μπορούν κάλλιστα να παρομοιαστούν με τους υπαλλήλους μιας εταιρίας, από τους οποίος η ίδια η εταιρία εξαρτάται απόλυτα για να λειτουργήσει. Αν και σε πολλές περιπτώσεις οι ποδοσφαιρικοί μισθοί αγγίζουν δυσθεώρητα ύψη στο βωμό της προσφοράς και της ζήτησης της βιομηχανίας του θεάματος.
Όταν λοιπόν μια Ποδοσφαιρική Ανώνυμη Εταιρία δεν πιάνει τους στόχους της, δηλαδή δεν φέρνει τα κατάλληλα αποτελέσματα -κοινώς νίκες- τότε ο πρώτος που την πληρώνει είναι ο προπονητής, που έχει ρόλο διευθυντή (manager) στην εταιρία. Αυτό είναι το σύνηθες στην Ελλάδα.
Ο Γιώργος Σπανός, από τους τελευταίος ρομαντικούς του ελληνικού ποδοσφαίρου, προσπαθεί να παρακολουθεί την ομάδα του με πρώτο γνώμονα το συναίσθημα. Η λύση της συνεργασίας με τους Μάντζιο και Επστάιν όμως δείχνει και κάτι άλλο. Ότι σκέφτεται και σαν επιχειρηματίας που δεν θα αφήσει στην τύχη τους τις επενδύσεις του.
Έτσι, όπως είχε προαναγγείλει πριν από λίγες μέρες, όποιος δεν προσέφερε τα αναμενόμενα, τότε θα περνούσε από το λογιστήριο. Όπερ και εγένετο. Η δυσαναλογία προσφοράς και συμβολαίου των Μάντζιου και Επστάιν, είχε ως αποτέλεσμα την απόλυσή τους από την εταιρία. Διότι σε μια (ποδοσφαιρική) εταιρία δεν είναι δυνατόν να την πληρώνει μόνο ο (προπονητής) διευθυντής.