Αφού ακροβάτησε μεταξύ του δρόμου της αρετής και της κακίας σε ολόκληρη την πρώτη φάση του Ευρωμπάσκετ, συμπεριφέρθηκε με τα δύο πρόσωπα του Ιανού και έφτασε να φλερτάρει με την καταστροφή, η εθνική ομάδα μπάσκετ αποφάσισε να επιστρέψει στις ρίζες της.

Πάλι καλά που ο Ιανός ήταν για τους Ρωμαίους ο θεός των μεταβάσεων.

Για 10 λεπτά, η ελληνική άμυνα είχε έντονο ιταλοφινλανδικό άρωμα. Στηριζόμενοι στις πλάτες του τεράστιου Μαρκ Γκαζόλ, οι Ισπανοί σκόραραν με πρωταγωνιστές και κομπάρσους, έγραψαν 26 πόντους στο κοντέρ και έμοιαζαν έτοιμοι να ισοπεδώσουν τους αντιπάλους τους, που σημάδευαν σίδερο ακόμα και σε σουτ προπόνησης.

Από εκεί και πέρα, ο διακόπτης γύρισε. Η ομάδα του Τρινκιέρι έσκαψε στο λαμπρό παρελθόν και ανακάλυψε τις αξίες που έκαναν το ελληνικό μπάσκετ σχολή: αλληλοκάλυψη, αυτοθυσία, συγκέντρωση, αμυντικό φίλτρο. Εκμεταλλευόμενη την απουσία του Γκαζόλ λόγω φάουλ και προσθέτοντας στο κοκτέιλ την έκρηξη του Βασίλη Σπανούλη, βρήκε όχι επίθεση με την επίθεση, αλλά άμυνα με την άμυνα την κλονισμένη από διαδοχικές σφαλιάρες αυτοπεποίθηση της.

Το οικοδόμημα μπορεί να κλονίστηκε με την επιστροφή του καλύτερου αμυντικού της περυσινής περιόδου του NBA, ωστόσο άντεξε. Στα πρώτα 5 λεπτά της τέταρτης περιόδου, η Ισπανία σκόραρε όλους κι όλους 3 πόντους. Γιατί; επειδή θέλαμε τη μπάλα, και ήμασταν διατεθειμένοι να κάνουμε φθινοπωρινές βουτιές στο παρκέ, σαν τον Μπουρούση, για να την πάρουμε στα χέρια μας.  Γιατί όταν κάναμε το φάουλ, το κάναμε με στυλ Καββαδά, ακόμα και αν κόστιζε αντιαθλητικό. Στα παιχνίδι με Ιταλία και Φινλανδία, οι αντίπαλοι μας έκαναν 16 λάθη σε 80 λεπτά. Στα μισά από αυτά, η Ισπανία, ομάδα που έκανε τα λιγότερα στο τουρνουά, υπέπεσε σε 16. Επιθυμία.

Την ίδια στιγμή, ο Σπανούλης ήταν γαλάζιος ηλεκτρονικός υπολογιστής τερατώδους ισχύος. Ένας Deep Blue που, με κρεμασμένο τον Ρούμπιο πάνω του, πήρε όλες τις σωστές αποφάσεις και απέδειξε γιατί είναι ο κορυφαίος παίκτης που αγωνίζεται στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή.  Το παζλ ολοκληρώθηκε με τους υπόλοιπους να ακολουθούν: ο Μπουρούσης έβαζε τις βολές, μοίρασε τάπες και τελείωσε τις φάσεις, ο Καϊμακόγλου πήγε στο mano-a-mano  με τον Γκαζόλ, ο Μπράμος έβαλε το μεγάλο τρίποντο.

Στην άκρη του πάγκου, ο Αντρέα Τρινκιέρι έκανε τις δικές του προσαρμογές. Θυσίασε την πολυφωνία της ομάδας, περιόρισε το rotation, αφήνοντας εκτός τους Περπέρογλου – Φώτση και στην ουσία και τον λαβωμένο Μαυροκεφαλίδη. Κέρδισε έτσι σε σταθερότητα, αποφυγή λαθών, ομοιογένεια και αμυντική προσήλωση, στοιχεία που τον έφεραν με το ροζ φύλλο αγώνα υπό μάλης.

No pain, no gain, που λέει και το ρητό. Χωρίς πόνο, δεν υπάρχει κέρδος. Χρήσιμο μάθημα: η Εθνική μπορεί να είδε φως, αλλά η άκρη του τούνελ απέχει ακόμη μακριά.