Σα να έγραψε το σενάριο για τους «ροχιμπλάνκος» και στο δεύτερο τελικό τους στην κορυφαία ποδοσφαιρική διασυλλογική διοργάνωση η ίδια, κακή γι’ αυτούς, μοίρα. Όπως το 1974 με τη Μπάγερν Μονάχου όταν ισοφαρίστηκαν στις καθυστερήσεις για να δεχθούν τέσσερα γκολ στον επαναληπτικό και να πανηγυρίσουν οι Βαυαροί.
Καμωμένο, σχεδόν, από την ίδια πίκρα ήταν το σενάριο και του δεύτερου τελικού της Ατλέτικο στο Champions League. Δέχθηκε γκολ στις καθυστερήσεις και ηττήθηκε στην παράταση με σκορ 4-1. Σκορ που μπορεί να μη χαρακτηρίζεται δίκαιο με βάση την εικόνα του αγώνα, απόλυτα εξηγήσιμο όμως αν διαβάσει κανείς προσεκτικά τα δεδομένα που προκύπτουν από το ματς της Λισαβόνας.
Η Ατλέτικο έτρεξε πολύ την πρώτη ώρα του παιχνιδιού, ιδίως στο πρώτο ημίχρονο όταν όλοι οι διάδρομοι προς την περιοχή του Κουρτουά έδειχναν κλειδωμένοι για τους παίκτες του Αντσελότι. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δαπανήσει σημαντικό ποσοστό δυνάμεων ώστε να παραμείνει ανταγωνιστική εφόσον το ματς συνεχιζόταν μετά το 90λεπτο, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι η πρωταθλήτρια Ισπανίας στηρίχθηκε σε μια σπουδαία σεζόν σε 14 -15 ποδοσφαιριστές.
Το σκηνικό που έστησε η Ατλέτικο και σε αυτό το ματς ήταν το γνωστό που την οδήγησε φέτος αήττητη στον τελικό, απέκτησε όμως ένα πρόβλημα με την αντικατάσταση του Ντιέγκο Κόστα. Έγινε λιγότερο επικίνδυνη στις στημένες φάσεις και στις περιπτώσεις που έφερνε τη μπάλα στην περιοχή του Κασίγιας.
Πήρε προβάδισμα με το Γοδίν που έκανε συγκλονιστικό ματς, σκοράροντας βέβαια με (ποιον άλλο τρόπο;) στημένη μπάλα, ευνοούμενη και από τη λανθασμένη έξοδο του Κασίγιας. Η ομάδα όμως του Σιμεόνε υπολείπεται της Ρεάλ σε επιλογές από τον πάγκο και κατ’ επέκταση και σε δυνατότητα να αλλάξει το σενάριο.
Ο Αντσελότι έβλεπε την ομάδα του να «τρακάρει» στον ανασταλτικό τοίχο της αντιπάλου της. Οι ακραίοι μπακ Κοεντράο και Καρβαχάλ δε βοήθησαν καθόλου στην ανάπτυξη και ο Κεντίρα στον άξονα αποδείχθηκε ιδιαίτερα επιβαρυντικός για τον ανεξάντλητο Μόντριτς. Μαρσέλο και Ίσκο αποτέλεσαν τις επιλογές του Αντσελότι αντί των Κοεντράο, Κεντίρα και η «κοιμώμενη βασίλισσα» έλαβε πνοή.
Πνοή που μετετράπη σε έντονη πίεση στο τελευταίο κομμάτι του αγώνα δίδοντας ρόλο πρωταγωνιστή στο Σέρχιο Ράμος που πέτυχε το τρίτο του γκολ στα τελευταία δύο ματς. Στον ημιτελικό δηλαδή με τη Μπάγερν και τον τελικό. Μπορεί να ήταν, υπέρ το δέον, γκρινιάρης στο μεγαλύτερο διάστημα του αγώνα, είναι όμως ο ποδοσφαιριστής που έκανε πιο πλατύ το χαμόγελο του Αντσελότι από όλους τους υπόλοιπους. Του Αντσελότι που είναι πλέον στα κιτάπια της στατιστικής, στο πλευρό του αείμνηστου Μποπ Πέισλι ως οι μοναδικοί προπονητές με τρεις κατακτήσεις στο θεσμό.
Η παράταση έδωσε τρία γκολ στη Ρεάλ Μαδρίτης, κάνοντας τον Κριστιάνο Ρονάλντο που πέτυχε με πέναλτι το τελευταίο να φουσκώνει σαν παγώνι για να δείξει τα «φτερά» του, όχι όμως δικαιολογημένα.
Όχι δικαιολογημένα καθώς ο Άνχελ ντι Μαρία εκτός από το γκολ του Μπέιλ που δημιούργησε, εμφανιζόταν ως η πιο πολλά υποσχόμενη φιγούρα στο γήπεδο για τους «μερένγκες» στο μεγαλύτερο μέρος του ματς.
Η Ατλέτικο, σαράντα χρόνια μετά τον πρώτο της τελικό στη διοργάνωση έχασε και το δεύτερο. Η Ρεάλ δώδεκα χρόνια μετά τη Γλασκώβη, έφτασε στο πολυπόθητο δέκατο.
Στο bras de fer των συλλόγων της Μαδρίτης η πολυτέλεια των επιλογών νίκησε το πάθος και τη δύναμη.
Υ.Γ. Στην Αγγλία λατρεύουν να δημιουργούν ιστορίες αξιοποιώντας τις συμπτώσεις. Όταν λοιπόν το 1966 η Αγγλία κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο, η Ατλέτικο Μαδρίτης ήταν πρωταθλήτρια Ισπανίας και η Ρεάλ Μαδρίτης πρωταθλήτρια Ευρώπης. Λέτε και φέτος στη Βραζιλία. . .;