Δεκαετία του ΄50, Θεσσαλονίκη. Εκατοντάδες νεαροί συγκεντρώνονται καθημερινά στο λιμάνι της πόλης περιμένοντας το βαπόρι που σαλπάρει για την Αμερική. Εκτυλίσσονται δραματικές σκηνές, με μάνες να κλαίνε στην προκυμαία, αποχαιρετώντας τα παιδιά τους, γνωρίζοντας πως ίσως δεν προλάβουν να τα ξαναδούν ποτέ στη ζωή τους.

Διάλογοι που σπαράσσουν καρδιές και λυγίζουν ακόμα και τους σκληρότερους χαρακτήρες: «Που πας;», το ερώτημα της μάνας, εισπράττοντας την απάντηση: «Μάνα, φεύγω για την Αμερική, πάω να βρω την τύχη μου, τι να κάτσω να κάνω εδώ; Πάω να προσπαθήσω, θα σου γράφω.». Και όσο ξεμάκραινε το βαπόρι, τόσο η δυστυχισμένη μάνα έχανε το παιδί της και τη Γη κάτω από τα πόδια της!

Εικόνες μιας άλλης Ελλάδας, του μετεμφυλιακού σπαραγμού, που επανέρχονται εν έτη 2014. Εικόνες που ταιριάζουν απόλυτα στον σημερινό Αρη, ο οποίος εν μέσω «εμφυλίου πολέμου» ψάχνει να βρει την τύχη του στην Αμερική. Ο Αλεξ Κάλας, που έρχεται ταχέως, υπόσχεται λεφτά και ηρεμία, στοιχεία (και τα λεφτά και η ηρεμία) που λείπουν χρόνια από τον σύλλογο. Ο αδερφός του Δημήτρη Καλαϊτζίδη, θέλει ν΄ αλλάξει τη μοίρα ενός εξαθλιωμένου γέροντα, ο οποίος στα 100 του χρόνια, αντί να απολαμβάνει τους κόπους μιας ζωής στη θαλπωρή ενός ζεστού σπιτιού, αναγκάζεται να τρέχει στις αλάνες για το μεροκάματο. Η θλιβερή εικόνα της Ν. Ευκαρπίας, με τους φιλάθλους να παρακολουθούν το ματς με τον Ηρακλή Αμπελοκήπων, δίπλα στον αγωνιστικό χώρο, παρέπεμπε σε χωριό, όπου οι ποδοσφαιρόφιλοι παρακολουθούν τους αγώνες μέσα από τα φορτηγάκια για να μην κρυώνουν!

Πλήρης απαξίωση για έναν από τους μεγαλύτερους συλλόγους που γέννησε η χώρα. Το «αμερικάνικο όνειρο» μοιάζει να είναι η τελευταία ελπίδα, πριν τη διάλυση. Ο Αρης ή θα βρει την τύχη του στην Αμερική ή θα συμβιβαστεί  με τη φτώχεια. Εφόσον, λοιπόν, αυτός είναι ο δρόμος που επέλεξε η «μάνα του συλλόγου», έτσι πρέπει να γίνει.