Βράδυ Πέμπτης στην παλιά Ολυμπιακή σάλα του Μονάχου, πλέον Audi Dome, ανακαινισμένο μεν, με την αύρα του ένδοξου παρελθόντος δε. Μια χαρά κοκτέιλ. Ο Παναθηναϊκός ξιφομαχεί με τη Μπάγερν και μετά από είκοσι λεπτά το πράγμα δείχνει, και είναι, αμφίρροπο. Βγαίνω έξω, να ανταμώσω τους Έλληνες που βρίσκονται στις κερκίδες.

Ντυμένοι στα πράσινα, χίλιοι μου φαίνονται, πάνω-κάτω. Τους ακούω και χαιρετιούνται, εντοπίζουν φάτσες, άνθρωποι που είχαν να τα πουν καιρό, που βρήκαν μέσω μιας ελληνικής ομάδας μια ευκαιρία να ανταμώσουν. Λαθρακούω τις κουβέντες τους, εγκάρδιες, συγκινητικές, αληθινές. Ξεχώρισα μια:

– “Τι κάνεις εσύ;”, ρωτάει ο πρασινοφορεμένος.
– “Φίλε, εγώ είμαι Ολυμπιακός, αλλά ήρθα να δω το ματς”, λέει ο μαυροφορεμένος χωρίς τριφυλοφόρα διακριτικά.

Από μικρός, άχτι το είχα, πότε θα μπορούσα να πάω με τους φίλους μου στο γήπεδο, αυτούς ντε, που υποστηρίζουν τον αντίπαλο, τον “εχθρό”. Να το δούμε παρέα όπως στις καφετέριες και στα σαλόνια, να δακρύσουμε από τα γέλια και να φυλάξουμε τις πιο φαρμακερές μας ατάκες για τον ηττημένο. Ναι, το ματς δεν ήταν Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός, αλλά μόνο και μόνο που τους έβλεπα παρέα, σχωράτε με αν είναι λίγο μελό, κάπως μου έκανε.

Κατά τα άλλα, ο Παναθηναϊκός ξέμεινε από βενζίνη στο φινάλε, ήταν και λιγάκι αφελής, έχασε. Δεν βρήκε παραπάνω από δύο, άντε τρεις με τον Φώτση πόλους στην επίθεση, έχασε τα μεγάλα σουτ, άφησε τον αντίπαλο χωρίς μώλωπες, χωρίς γρατσουνιές, χωρίς κουσούρια να πάρει τα σουτ στο φινάλε. Μία ο Γκαβέλ, μία ο Τζέντοβιτς, στο τέλος ο Σαβάνοβιτς. Σκασμένοι ήταν στο τέλος οι πράσινοι, και δικαίως. Μπορεί να είναι νέα ομάδα, αλλά σε αυτό τον όμιλο, ακόμα και ένα παραπάτημα στην αρχή μπορεί να πληρωθεί ακριβά.

Μια μέρα αργότερα, συνάντησα στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας πραγματικούς φίλους της ομάδας μπάσκετ του Ολυμπιακού. Με μνήμη ισχυρή και όχι ευκαιριακή. Αυτούς που αναγνώρισαν ότι αυτή η ομάδα έχει ανάγκη τώρα όχι το ανάθεμα, αλλά ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη. Ένα χειροκρότημα όταν το ματς στραβώσει. Μια φωνή παραπάνω στην άμυνα στο φινάλε. Το ζεστό παλαμάκι των ερυθρόλευκων φιλάθλων όταν η Λαμποράλ έφτασε να προσπεράσει, αν θυμάμαι σωστά στην τέταρτη περίοδο, μου ζέστανε την καρδιά.

Είναι φανερό πως η ομάδα του Τόμιτς έχει ανάγκη, περισσότερο από οτιδήποτε τώρα, τις νίκες. Πάση θυσία, με κακή εμφάνιση, με καλή εμφάνιση, με πενήντα ή ένα πόντο διαφορά. Τα μέτωπα άλλωστε είναι αρκετά: το ζήτημα προπονητή δεν έχει κλείσει με ό,τι αυτό συνεπάγεται, οι τραυματισμοί είναι πολλοί και μαζεμένοι σε παρεμφερείς θέσεις, η αυτοπεποίθηση δεν ξεχειλίζει δα στα ερυθρόλευκα χέρια. Άλλωστε, ουδείς στον Ολυμπιακό προσπαθεί να κρύψει κάτι από το χαλί των νικών την κατάσταση της ομάδας. Το ζητούμενο, μετά την απροσδόκητα κακή εκκίνηση, δεν μπορεί να είναι άλλο από την επανεκκίνηση.

Στα υπόλοιπα, ο Βασιλειάδης έβαλε buzzer beater – ζωγραφιά, ο Περπέρογλου πήρε δεύτερη σερί νίκη, ο Μπορούσης κέρδισε τους τρεις Έλληνες του Καζάν, ο Ιτούδης έριξε παραλίγο κατοστάρα στη Μακάμπι.

“Φίλε, εγώ είμαι αισιόδοξος”.

Ή τουλάχιστον προσπαθώ.