Ο Βασίλης Σπανούλης ολοκλήρωσε μια φανταστική πρώτη προπονητική διετία στο Περιστέρι. Χωρίς προγενέστερη προπονητική εμπειρία κατάφερε να οδηγήσει την ομάδα στα….Ιμαλάια της ιστορίας της και έκλεισε με ονειρεμένο τρόπο την πρώτη προπονητική δοκιμασία του. Δεν θα γράψω την πρώτη αληθινή δοκιμασία γιατί ο Σπανούλης βρέθηκε σε μια ομάδα που είχε το δίκαια κερδισμένο δικαίωμα και κεκτημένο να λειτουργήσει όπως ακριβώς ήθελε. Διαχειρίστηκε ένα μεγάλο μπάτζετ, πέρα από τη λογική και τα δεδομένα του Περιστερίου, έθεσε από νωρίς τους όρους του και δεν θύμιζε πρωτάρη προπονητή. Νομίζω ότι έφυγε την κατάλληλη στιγμή. Ούτε μεγαλύτερο ταβάνι μπορεί να τρυπήσει, ούτε μεγαλύτερο μπάτζετ υπήρχε περίπτωση να είχε στη διάθεση για να ελπίζει σε μια αδιανόητη για τα δεδομένα του ελληνικού μπάσκετ υπέρβαση.
Πέτυχε ο Σπανούλης; Από την day 1 τον συνόδευε μια βαριά κληρονομιά. Ελάχιστοι μεγάλοι παίκτες έχουν καταφέρει να πετύχουν ως προπονητές και να κτίσουν μια ανάλογα θρυλική καριέρα. ‘’Δεν θα πέσω στις παγίδες αυτής της ιστορίας, ξέρω ποια λάθη θα είναι μοιραία και θα τα αποφύγω’’, μου είπε την ημέρα της παρουσίασης του από το Περιστέρι σε μια ιδιωτική συζήτηση όπου του έθεσα το σχετικό ερώτημα-δόγμα. Δύο χρόνια μετά μπορώ να γράψω ότι ο Σπανούλης απέφυγε τις ναρκοθετημένες περιοχές που υπήρχαν και τις είχε τοποθετήσει η σπουδαία κληρονομιά του ως παίκτης. Οι παίκτες του Περιστερίου που ρώτησα και έχω εμπιστοσύνη στη γνώμη τους ήταν ξεκάθαροι. Ο Σπανούλης δεν έβαλε στο τραπέζι το legacy του, δεν το επικαλέστηκε, δεν πάτησε πάνω του και προσπάθησε να βάλει τους όρους του ως προπονητής και μόνο! Τώρα πια βγαίνει στον πραγματικό κόσμο και καλείται με πρώτο σταθμό το Προολυμπιακό του Ιουλίου να μας δείξει πόσα απίδια χωράει ο προπονητικός σάκος. Τα όποια λάθη της διετίας του στο Περιστέρι δεν μπορούσαν λόγω μεγέθους να μεγιστοποιηθούν και είχε μια σχετικά εύκολη διαχείριση. Με αφετηρία το προολυμπιακό ξέρει ότι το ελληνικό μπάσκετ συλλήβδην θα έχει τα μάτια του στραμμένα πάνω του και ότι θα κάθεται σε μια ηλεκτρική καρέκλα. Ικανή να καταπιεί την όψιμη καριέρα του και να την πάει πολλά βήματα πίσω. Το έπαθαν και άλλοι πριν από αυτόν. Το πρόβλημα προφανώς και δεν είναι ούτε θα είναι ο Σπανούλης. Με την παρουσία του στην εθνική ομάδα το ελληνικό μπάσκετ έχει μια χρυσή ευκαιρία να αποκτήσει ένα προπονητή ουσιαστικά δημιούργημα της ίδιας της ομάδας και μακράς πνοής. Ο Σπανούλης είναι το ιδανικό πρόσωπο να αναγεννήσει το χαμένο όραμα της ομάδας που βολοδέρνει από το 2009, είναι κομμάτι από τις σάρκες της και ξέρει πρόσωπα και καταστάσεις. Αυτό που δεν ξέρει και θα το μάθει στην πράξη είναι η υπομονή και η πίστωση χρόνου. Χωρίς αυτά τα δύο στοιχεία και ένα υβρίδιο του Φιλ Τζάκσον- Μαικ Σιζέφσκι δεν θα τα κατάφερνε στο περιβάλλον της ομάδας.
Ηδη καλείται να διαχειριστεί μια κατάσταση που προφανώς δεν του είναι πρωτόγνωρη. Την έχει βιώσει από τις ημέρες του ως αθλητής αλλά τώρα η καυτή πατάτα είναι στο χέρι του και δεν είναι απλά ένα κομμάτι της ιστορίας. Οι τελικοί για μια ακόμη φορά αναδίδουν μπόλικη τοξικότητα και ακούγονται συχνά πυκνά για τους λάθος λόγους οι λέξεις ΄΄εθνική ομάδα’’. Στον τελευταίο του αγώνα στον πάγκο του Περιστερίου ο Σπανούλης έκανε κάποιες δηλώσεις που έμοιαζαν με αμφισσημία και τύχγαναν πολλαπλών ερμηνειών. Ήξερε και ξέρει κάτι παραπάνω και κτύπησε ένα πρώτο καμπανάκι συναγερμού; Πιθανώς. Δεν ήξερε αλλά φαντάζεται τι θα συναντήσει όταν θα έρθει η ώρα όχι της κλήσης των παικτών αλλά της φυσικής παρουσίας τους; Εξίσου πιθανό. Σε κάθε περίπτωση ο Σπανούλης δεν πρέπει να κάνει ένα λάθος που θα έχει αντίκτυπο και στην εθνική ομάδα και στη δουλειά του. Πέρσι, οιο υπαναχωρήσεις και το κρυφτούλι στην υπόθεση Αντετοκούνμπο την ώρα που οι περισσότεροι ήξεραν ή υπέθεταν ότι δεν θα πάει στη Μανίλα δεν έκαναν καλό. Αποδείχθηκαν ένα βραδυφλεγές φυτίλι. Ο Δημήτρης Ιτούδης έφυγε με ένα νέφος που ακόμη δεν έχει διαλυθεί και του χρεώθηκε εμμέσως πλην σαφώς η απουσία αρκετών παικτών. Αποφάσισε όπως πολλοί προκατοχοί του να τηρήσει τον νόμο της σιωπής χωρίς ποτέ να μιλήσει ανοιχτά. Ο Σπανούλης δεν έχει αυτή την πολυτέλεια. Αν για οποιονδήποτε λόγο η τοξικότητα των τελικών και οι όποιες σχέσεις των παικτών αγγίξουν την εθνική ομάδα οφείλει να μιλήσει, όχι με μισόλογα και αοριστίες αλλά με ονόματα και γεγονότα. Για να γνωρίζουμε και όχι να υποθέτουμε. Για να μην είναι η εθνική ομάδα έρμαιο τρίτων και αδιευκρίνιστων προθέσεων ή πράξεων. Όλα τα υπόλοιπα είναι κουβέντες για λαϊκή κατανάλωση και μόνο καλό δεν κάνουν. Δεν ψάχνουμε την επόμενη Ιφιγένεια-προπονητή. Ψάχνουμε επιτέλους μια εθνική ομάδα χωρίς σύννεφα και φημολογία να αιωρείται πάνω από τα κεφάλια του Σπανούλη, των παρόντων αλλά και όσων ενδεχόμενα θα λείψουν από το ραντεβού του Ιουλίου.