Ο Δημήτρης Καρύδας γράφει για τον….υπερηχητικό Κώστα Σλούκα που έχει ξεκινήσει τον προσωπικό του ανένδοτο αγώνα και την κατάρα που ξόρκισε στο Βελιγράδι ο Παναθηναϊκός.

Ο Παναθηναϊκός έμοιαζε για πάνω από μια δεκαετία να ψάχνει ένα μεγάλο σουτ! Εκείνο το σουτ που θα ξόρκιζε την κατάρα που ακολούθησε τον τελευταίο αξιομνημόνευτο ηρωισμό που συνοδεύτηκε με την τελευταία εκτός έδρας νίκη των πράσινων σε αγώνα πλέι οφ. Στον πηγαιμό για το Βελιγράδι το κοντέρ μέτραγε 0-13. Τόσες ήττες και πικρά ποτήρια είχε γευτεί μια γενιά παικτών και προπονητών στον Παναθηναϊκό σε όλες τις γωνίες της Ευρώπης, από τη Βαρκελώνη μέχρι τη Μόσχα από εκείνο το βράδυ στο Παλάου Μπλάου Γκράνα. Ήταν 16 Απριλίου του 2013 όταν ο Δημήτρης Διαμαντίδης με ένα ιστορικό step back άφησε καρφωμένο στο παρκέ  τον Αυστραλό Τζαουάι και σε μια άλλη και λιγότερο ένδοξη βερσιόν του ‘’βάλτο αγόρι’’μου έριχνε στο καναβάτσο την Μπαρτσελόνα. Ο Παναθηναϊκός έπεσε τελικά θύμα ανατροπής και δεν εξαργύρωσε ποτέ τον ηρωισμό του αρχηγού του μένοντας θεατής στο φάιναλ φορ του Λονδίνου. Ήταν το πρώτο χαμένο φάιναλ φορ. Θα ακολουθούσαν ουκ ολίγες αποτυχημένες προσπάθειες μέχρι σήμερα. Και το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης στην Αλεξάνταρ Νίκολιτς Χολ το κοντέρ είχε φτάσει στο 0-14! Λίγο πριν ο αγώνας νούμερο 4, ένας τελικός χωρίς αύριο, μπει στο τελευταίο του λεπτό ο Σλούκας έβαλε το τελευταίο μεγάλο σουτ της βραδιάς. Ο Παναθηναϊκός πέρασε 88-93, έμεινε ζωντανός ισοφαρίζοντας τη σειρά και πλέον την επόμενη Τρίτη μπροστά σε 18.000 κόσμο και με ασπίδα μια παράδοση που μοιάζει με τη γραμμή Μαζινό (18-0 οι γηπεδούχοι σε 5ο ματς σειράς πλέι οφ) ετοιμάζεται να ανοίξει σαμπάνιες για την επιστροφή του στα φάιναλ φορ 12 χρόνια μετά την τελευταία του συμμετοχή.

Σλούκας ο….Διαμαντίδης του 2024; Η μήπως ο Σπανούλης του….2024; Σε μια βραδιά που ο Σλούκας ειρήσθω εν παρόδω ξεπέρασε τον παλιό του συμπαίκτη και έγινε ο πρώτος πασέρ στην ιστορία των πλει οφ της Ευρωλίγκας η σύγκριση μοιάζει αναπόφευκτη. Πριν από 14 χρόνια ο Σπανούλης έπαιρνε τη δύσκολη απόφαση να εγκαταλείψει το ΟΑΚΑ και να μεταφέρει την τεχνογνωσία του στο ΣΕΦ. Οι haters του όλα τα επόμενα χρόνια θα έλεγαν ότι το έκανε για τα λεφτά ή γιατί ήταν τσακωμένος με τον Ομπράντοβιτς ή και για τα δύο μαζί. Τότε ο Βασίλης μου είχε πει στη διάρκεια ενός ταξιδιού ότι απλά ήθελε να νιώθει καλά σε μια ομάδα και να παίζει το μπάσκετ που του αρέσει. Αυτό που με απλά λόγια βάφτισα ‘’η επανάσταση του Σπανούλη’’. Δεν ήθελε να ζήσει δίπλα ή στη σκιά του Διαμαντίδη αλλά να γράψει τη δική του ιστορία, να είναι εκείνος ο υπεύθυνος για τη διαφορετική ροή της ιστορίας. Ο Βασίλης δεν έκρυβε ποτέ τον υψηλό δείκτη αθλητικού εγωισμού που είχε και δίχως αυτόν θα είχε κάνει τα μισά πράγματα από όσα έκανε στη θρυλική καριέρα του. Τον ίδιο ακριβώς αθλητικό εγωισμό κουβαλάει ο Σλούκας. Μπορεί ο περσινός Ολυμπιακός να έπαιξε ένα στιλ μπάσκετ που θαύμαζε όλη η Ευρώπη αλλά ο ίδιος δεν ήταν ευτυχισμένος. Δεν έχει σημασία το πώς και το γιατί. Για αυτό πρέπει να μιλήσουν άλλοι…

Αλλά δεν ήταν λίγες οι φορές που όποιος μίλαγε μαζί του καταλάβαινε ότι δεν ήταν χαρούμενος. Ο Παναθηναϊκός του έδωσε ένα μυθικό συμβόλαιο που πιθανώς κανείς παίκτης δεν μπορούσε να προσπεράσει. Του έδωσε όμως και κάτι ακόμη ανεκτίμητο και μη συγκρίσιμο με τα τρία εκατομμύρια ευρώ ετησίως: Την μπαγκέτα της ομάδας, την αναγνώριση από την πρώτη στιγμή ότι ‘’εσύ είσαι ο ηγέτης’’, το πράσινο φως του Αταμάν να παίζει το μπάσκετ που του αρέσει. Και σίγουρος ότι όλα αυτά εκτός του ότι τα θέλει τα μπορεί κιόλας κάνει μια σειρά πλέι οφ για τα βιβλία των ρεκόρ. Στα 34 του κατόρθωσε σε τρεις από τους τέσσερις αγώνες της σειράς να κάνει τρία ατομικά ρεκόρ. Και μάλιστα διαφορετικά… Στον πρώτο ρεκόρ στις ασίστ, στον δεύτερο ρεκόρ σε πόντους και στον 4ο ρεκόρ στα ριμπάουντς. Στον ενδιάμεσο τρίτο ήταν αόρατος, σχεδόν παθητικός με όλα κι όλα τρία σουτ και μηδέν πόντους. Λόγος υπήρχε αλλά αφού ο ίδιος δε θέλει να πει κάτι επί του θέματος είμαι υποχρεωμένος να σεβαστώ την επιθυμία του. Η ουσία είναι ότι ο Σλούκας στη διάρκεια όλης της χρονιάς ήταν ευτυχισμένος και χαρούμενος. Ξαναβρήκε το χαμόγελο του, το χιούμορ του και τον χαμένο αθλητικό εγωισμό του. Και θέλει να συνεχίσει την προσωπική του επανάσταση. Ακριβώς όπως έκανε ο παίκτης που δεν ήθελε ποτέ να ζει στη σκιά του…