O Δημήτρης Καρύδας αναλύει στο προσωπικό του blog το "μέγεθος" του Νίκου Γκάλη, τη σημασία του να μπει κάποιος στο Hall of Fame του αθλήματος χωρίς να έχει αγωνιστεί λεπτό στο ΝΒΑ, αλλά και τη σημασία του να κρατάει κάποιος την εικόνα του αναλλοίωτη στο πέρασμα των χρόνων, προς τέρψη των επόμενων γενιών.
Η είδηση για την εισαγωγή του Νίκου Γκάλη στο Hall of Fame του μπάσκετμπολ είναι πιθανώς η ύψιστη τιμή που μπορεί να έχει ένας παίκτης που δεν έπαιξε ούτε μισό ματς στο ΝΒΑ και πέρασε το 95% της καριέρας του εκτός Ηνωμένων Πολιτειών
Ο Γκάλης τελειώνοντας το πανεπιστήμιο του Σίτον Χολ το 1979 ήρθε στην Ελλάδα και έμεινε εδώ μέχρι το τελευταίο παιχνίδι, το άδοξο τέλος της καριέρας του εκείνο το απόγευμα στο Μετς. Στο μεσοδιάστημα αναδείχθηκε στον κορυφαίο σκόρερ όλων των εποχών στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ, σε μια εποχή που οι μεγάλοι σκόρερ αφθονούσαν και δεν έμπαιναν σε αυτή την κατηγορία παίκτες που π.χ. έβαζαν 14-15 πόντους κάθε βράδυ. Ούτε καν εκείνους που σκόραραν 20 πόντους μέσο όρο… Το μέτρημα για να θεωρηθεί ένας παίκτης στα 70’s και στα 80’s σπουδαίος σκόρερ και μέλος της σχετικής ελίτ, ξεκινούσε από τους 25 πόντους μέσο όρο. Μετά ήρθαν οι Σέρβοι προπονητές και οι….άμυνες.
ΟΚ, θα μπορούσαμε με αφορμή την τεράστια αυτή τιμή στο πρόσωπο του Γκάλη, αλλά και γενικότερα στο ελληνικό μπάσκετ να γράψουμε μερικές χιλιάδες λέξεις. Το μόνο εύκολο, άλλωστε το να γραφτεί ένα ολόκληρο βιβλίο με τα κατορθώματα του Νικ. Δεν είναι και κάτι δύσκολο!
Η τιμητική διάκριση στον “γκάγκστερ” ή χρυσοδάκτυλο του ελληνικού μπάσκετ έρχεται μάλλον την κατάλληλη ώρα. Πριν από κάτι μήνες στο σπίτι ενός προσωπικού φίλου είχαμε πιάσει το μπασκετικό κουβεντολόι. Πενηντάρηδες στην ηλικία είχαμε να μοιραστούμε δεκάδες αναμνήσεις, όπως όλοι οι…. γέροι δίπλα σε ένα τζάκι, για τις glory old days. Μας παρακολουθούσε και ο 10χρονος γιος του οικοδεσπότη που θέλει να γίνει μπασκετμπολίστας όταν μεγαλώσει, να παίξει στο ΝΒΑ και περνάει τη μέρα του αγκαλιά με μια πορτοκαλί μπάλα. “Κύριε Δημήτρη“, μου είπε κάποια στιγμή, “πρέπει να ήταν καλός αυτός ο Γκάλης. Το ακούω και από τον μπαμπά μου. Αλλά εγώ που τον έψαξα στο youtube, είδα ένα κοντό να βάζει καλάθια. Ούτε τη μπάλα κάρφωνε, ούτε τρίποντα έβαζε. Ενώ ο Αντετοκούνμπο καρφώνει από τη γραμμή“.
Μείναμε άφωνοι να κοιτάζουμε τον 10χρονο μπόμπιρα που θέλει να παίξει μια μέρα στο ΝΒΑ. Πώς να κρυφτείς απ΄ τα παιδιά που λέει και ο Νιόνιος. Μεγαλωμένοι με τα κατορθώματα του Γκάλη που μπορεί να μην κάρφωνε και να μην έβαζε τρίποντα, αλλά τα έβαζε με τέρατα 30-40 πόντους πιο ψηλά από τα δικά του 185 εκατοστά, προσγειωθήκαμε στον πλανήτη μπάσκετ εν έτει 2017.
Ο Νίκος Γκάλης έβαζε τους κανόνες του όχι μόνο εντός παρκέ, αλλά και έξω από αυτά. Έφυγε με τον δικό του τρόπο. Την εποχή που όλοι γύρω του ήταν ερασιτέχνες ή κρυφο-επαγγελματίες, αυτός είχε full time job στο μπάσκετ και φρόντισε να μην φθείρει τον μύθο του με συνεχή έκθεση στα μίντια ή στον κόσμο του μπάσκετ. Αντίθετα, ήταν ακριβοθώρητος με ελάχιστες εμφανίσεις, ακόμη λιγότερες τοποθετήσεις. Στην πράξη έφυγε μακριά από το μπάσκετ. Και δεν προσπάθησε ποτέ να απαιτήσει ή να διεκδικήσει τις νόμιμες υπεραξίες που του αντιστοιχούσαν. 
Το αποτέλεσμα είναι η σημερινή του εικόνα να μοιάζει με αυτή ενός πρώην παίκτη που έχει απομονωθεί στον δικό του κόσμο, προϊόν εσωστρέφειας ή αξιοπρέπειας ή και των δύο μαζί. Ο Γκάλης έδωσε πολλά στο μπάσκετ και κέρδισε αντίστοιχα πολλά. Όσο αγωνιζόταν η συνθήκη ήταν win-win και για τις δύο πλευρές. Ο καλύτερος παίκτης όλων των εποχών έπαιρνε αντίστοιχα τα περισσότερα χρήματα και απολάμβανε το μάξιμουμ του σεβασμού. Σχεδόν τριάντα χρόνια αργότερα για ένα 10χρονο ή και για ακόμη μεγαλύτερα παιδιά που ψάχνουν το δρόμο τους στο μπάσκετ, υπάρχει μόνο ο Αντετοκούνμπο. Ο Γκάλης είναι γι’ αυτούς ότι ήταν ο Γιώργος Κολοκυθάς ή ο Γιώργος Αμερικάνος για τη δική μου γενιά. Κάποιοι σπουδαίοι παλιοί παίκτες, που όμως δεν τους είχαμε δει ποτέ να παίζουν και ότι ξέρουμε βασίζεται στις διηγήσεις των παλαιότερων. Ευτυχώς στο youtube υπάρχουν μπόλικα παιχνίδια του Άρη και της εθνικής για να είναι ο Γκάλης κάτι …παραπάνω.
Ο Πεδουλάκης – αν δεν κάνω λάθος – είχε πει ότι “πρέπει όλοι να πληρώνουμε …Γκαλόσημο. Όλοι όσοι ασχολούμαστε επαγγελματικά με το μπάσκετ“. Η αλήθεια είναι ότι ο Νικ δεν το διεκδίκησε ποτέ. Όταν έκλεισε πίσω του την πόρτα των αποδυτηρίων στο Μετς και έβαλε τέλος στην καριέρα του αποσύρθηκε πραγματικά από όλα τα …εγκόσμια του μπάσκετ. Προπονητής δεν μπορούσε να γίνει γιατί δεν είχε την αναγκαία μεταδοτικότητα. Αφήστε που αν ζητούσε από τους παίκτες του να κάνουν όλα εκείνα που έμοιαζαν καθημερινά και … φυσιολογικά για τον ίδιο, θα τον είχαν απολύσει την πρώτη εβδομάδα. Παράγοντας δεν εξέφρασε ποτέ την επιθυμία να γίνει. Κάποτε είπε ότι δεν του το ζήτησαν κιόλας. Τυχερός είναι. Με τα μυαλά που διαφεντεύουν το μπάσκετ εδώ και τρεις δεκαετίες μπορεί να άκουγε και τίποτε υποτιμητικό. Στον Άρη μια δύο φορές που θέλησε να ανακατευτεί δεν “κόλλησε” καλά το θέμα, με τελευταία εκείνη την περιβόητη συνεργασία με την νυν διοίκηση του κυρίου Λάσκαρη. 
Δεν έκανε καν κάποια προσωπική κίνηση για τη δημιουργία ενός οργανισμού, για την ανάμειξη του στα κοινά του μπάσκετ. Γενικά, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, έκλεισε την πόρτα και έφυγε. Και επειδή τα χρόνια περνάνε γρήγορα και η αδυσώπητη τεχνολογία αποθεώνει (όχι άδικα) τα κατορθώματα του Αντετοκούνμπο, κάτι τέτοιες στιγμές και διακρίσεις, καλό είναι να θυμίζουν στους παλαιότερους και να μαθαίνουν στους νεότερους ποιος ήταν ο Γκάλης. Απλά, ο καλύτερος όλων των εποχών. Τελεία και παύλα.