Η Εθνική ομάδα ταξίδεψε στις Φιλιππίνες έχοντας αρκετές απουσίες να καλύψει. Αυτομάτως, η απουσία του Γιάννη Αντετοκούνμπο, του Σλούκα και του Καλάθη μεταφέρουν την ομάδα από τη λίστα των φαβορί τουλάχιστον, για την οκτάδα, σε ένα από τα απόλυτα αουτσάιντερ.
Όλο αυτό το αφήγημα, όμως, μπορεί να σταθεί μόνο σε θεωρητικό επίπεδο γιατί το μπάσκετ είναι πράξη κι η ιστορία του γράφεται μόνο με τους παρόντες και ουδέποτε με τους απόντες. Στο μπάσκετ επίσης υπάρχουν απόλυτοι κανόνες χωρίς εξαιρέσεις.
Ακόμα λοιπόν και όταν το ρόστερ της ελληνικής ομάδας παρουσιαζόταν απαστράπτον χωρίς απουσίες και ψεγάδια, θριαμβευτικό αποτέλεσμα δεν ήρθε, κάπου σκάλωνε. Στη σύγχρονη ιστορία του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος τα εκάστοτε χιαστί ματς, ακόμα και εν πλήρηπαρατάξει μετατρέπονταν σε εφιάλτες.
Φέτος λοιπόν αυτή ειδική σύνθεση με τα πολλά παιδιά που συμμετείχαν κυρίως στα παράθυρα της Εθνικής δεν μπορεί να υποσχεθεί πολλά πράγματα. Ενδεχομένως όμως, να μπορεί να κάνει συγκεκριμένα που αρκούν. Μιλάμε για μία ομάδα που έχει ιδιαίτερα περιορισμένο ταλέντο στην επίθεση, που θα περιμένει παραγωγή μόνο αν λειτουργήσει σε ομαδικό πλαίσιο με συνεργασίες και που σκοράρει από μακριά όχι με σταθερότητα αλλά αναλόγως τη μέρα και τα άστρα.
Από αυτή την ομάδα, όμως, μπορείς να περιμένεις συγκεκριμένα πράγματα που και πάλι σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα είναι αμφίβολο αν ο Δημήτρης Ιτούδης κατάφερε να τα περάσει στο βαθμό που πρέπει. Η οκτάδα είναι ο μεγάλος στόχος αυτής της ομάδας, είναι το ταβάνι της, είναι κάτι που πάντα στην θεωρία, μοιάζει αδύνατο να αγγίξει.
Τι πρέπει όμως και τι μπορεί να κάνει αυτή η Εθνική αν θέλει να φλερτάρει με τα θαύματα; Το να γίνει η Ελλάδα μία σκληρή αμυντική ομάδα και να θυμηθεί το κανονικό – παραδοσιακό της DNA, να γίνει δηλαδή δυσκατάβλητη, που να μπορεί να “δέρνει” τους αντιπάλους της και να τους κρατάει σε πολύ χαμηλά σκορ, είναι ένα ρεαλιστικό πλάνο. Με την καταστροφή των πλεονεκτημάτων του αντιπάλου να βρίσκει τρόπο και να φτάνει σε νίκες. Να μπορεί αυτό να το κάνει σε μόνιμη βάση και σαν αγωνιστικό προφίλ, ανεξάρτητα της κρισιμότητας του κάθε αγώνα, να αποτελεί δηλαδή η σκληρότητα της μία αδιαπραγμάτευτη σταθερά.
Ουσιαστικά η Ελλάδα σε αυτή την διοργάνωση θα προσπαθήσει να δοκιμάσει έναν άλλο δρόμο, αν θέλετε να γυρίσει στον παλιό της δρόμο. Αυτό τον δρόμο χωρίς τον υπέρλαμπρο αστέρα, μα με ένα ρόστερ γεμάτο εργάτες, περιορισμένου μεν ταλέντου αλλά ενδεχομένως με υπέρμετρη δίψα για διάκριση. Ακόμα κι αυτή η “δίψα” όμως, αναμένεται να αποδειχθεί στο παρκέ του γηπέδου της Μανίλα αρχικά στα τρία πρώτα ματς του ομίλου και στη συνέχεια αναλόγως με το πως θα διαμορφωθεί ο επόμενος όμιλος.
Η Ελλάδα παρά του ότι έχει πολλά χρόνια να το αποδείξει, σε εθνικό επίπεδο έχει μπάσκετ και πάντα με όποια σύνθεση κι αν εμφανίζεται είναι υπολογίσιμη δύναμη. Σ’ αυτή τη δύναμη της φανέλας και του ένδοξου παρελθόντος ελπίζουμε να ξεπεραστούν τα όποια προβλήματα κι αυτή η “εθνική ανάγκη” να σπάσει όχι μόνο το πρώτο ταβάνι που θα βρει στην κορυφή του κεφαλιού της αλλά όσα ταβάνια είναι δυνατόν ξεχαρβαλώσει.