Η σεζόν ολοκληρώθηκε με απόλυτη οργανωτική επιτυχία. Το πρωτάθλημα τελείωσε με τη διεξαγωγή των play off που είχαν μεγάλο ενδιαφέρον για πρώτη φορά από τη σεζόν που θεσπίστηκαν. Σε αντίθεση με τα play out που με εξαίρεση τη μάχη τριών ομάδων στην ουρά του βαθμολογικού πίνακα ήταν εντελώς αδιάφορα. Με παιχνίδια-αγγαρεία για τις ομάδες και σοβαρό ζήτημα (για όποιον θέλει να το δει και δεν κλείνει τα μάτια του) για το αν πρέπει να γίνονται κατ αυτό τον τρόπο ή όχι.
Παράλληλα το τελευταίο δίμηνο της σεζόν ζήσαμε στιγμές αγωνίας και σασπένς. Ακόμη και οι διασημότερες αμερικανικές παραγωγές αστυνομικών θρίλερ δε θα αναζητούσαν κατά συρροή δολοφόνο όσο καιρό έκανε η ΕΠΟ να βρει γήπεδο για τον τελικό του κυπέλλου.
Μιλάμε για την γιορτή του αθλητισμού. Για το καμάρι της χώρας. Βλέπουν οι αθλητές του στίβου και της υδατοσφαίρισης που έχουν κατακτήσει παγκόσμιους και ευρωπαϊκούς τίτλους τον απόλυτο παραλογισμό και λυγίζουν από τα γέλια. Παρατηρούν με τι ασχολείται ο φίλαθλος κόσμος στην πλειοψηφία του αγνοώντας επιδεικτικά τις λιγότερο εμπορικές προσπάθειες και περνούν μέσα από… πόρτες απ’ τα νεύρα τους.
Κοινώς νευρικό γέλιο. Μόνο τέτοιο μπορεί να πιάσει κάποιον παρατηρώντας την αγωνιώδη περιπλάνηση σε 5 ηπείρους, 15 χώρες και 35 γήπεδα για να γίνει με ασφάλεια (εδώ γελάμε) η γιορτή του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο τελικός του κυπέλλου Ελλάδας.
Με 1000 καλεσμένους, με καλεσμένους και με σχολεία, χωρίς καλεσμένους και με οικογένειες, με λίγα φθηνά και πολλά ακριβά εισιτήρια… με όλους τους πιθανούς και απίθανους συνδυασμούς να γράφονται καθημερινά σε μορφή εικασίας μέχρι την τελική απόφαση των ΑΡΜΟΔΙΩΝ.
Προφανώς και γράφονται με κεφαλαία γράμματα αυτοί που μετά τη βόλτα σε όλο τον πλανήτη με την ευγενική χορηγία του ΕΟΤ επέστρεψαν στον Βόλο για να κάνουν τη γιορτή του ποδοσφαίρου χωρίς κόσμο.
Ούτε καλεσμένους, ούτε ακαδημίες, ούτε οι οικογένειες των ποδοσφαιριστών. Μόνο μερικούς δημοσιογράφους είχε. Μάλλον όχι. «Δημοσιογράφους» γιατί κάποιοι είναι χειρότεροι από τους ανεπιθύμητους του Δημάρχου στην πόλη.
Χρόνια τώρα η ομοσπονδία ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ να διοργανώσει έναν κανονικό τελικό. Με κανονικούς φιλάθλους, κανονικούς δημοσιογράφους, κανονικούς διαιτητές, κανονικούς παράγοντες. Μόνο οι ποδοσφαιριστές είναι κανονικοί, όμως κανείς δεν ασχολείται –δυστυχώς- μαζί τους.
Όχι πως δεν έχουν όμως και αυτοί μερίδιο ευθύνης. Μαζε’ύεσαι το καλοκαιράκι ως σύνδεσμος και λες: «Εμείς σε γήπεδο χωρίς κόσμο δε ξαναπαίζουμε» και τους αφήνεις να το πάρουν πάνω τους. Να γίνει το ματς επιτέλους με κόσμο.
Ακόμη κι αν χρειαστεί να γίνει στη Νέα Υόρκη, το Μπαγκλαντές ή την Ανταρκτική. Γελάμε που γελάμε εμείς εδώ, τουλάχιστον να γελάσει και κανένας ξένος. Μην έχουμε αποκλειστικότητα το ρεζιλίκι…