Ο Σλούκας δεν άφησε τον Ολυμπιακό να μείνει πίσω στη σειρά με το καλύτερο παιχνίδι της καριέρας του. Γράφει ο Χρήστος Καούρης.

Αφήστε το buzzer beater. Όσο μπορείτε, ξεχάστε το για λίγο. Γυρίστε πίσω το ρολόι στα τελευταία 13 λεπτά, όταν ο Σλούκας μπήκε στο παιχνίδι και προσπαθήστε να θυμηθείτε μία φορά που ο Σλούκας πήρε τη λάθος απόφαση. Έστω μία, σας προκαλώ.

Σε αυτό το γήπεδο. Με την πίεση του 1-1 και γνωρίζοντας πως η ήττα θα έφερνε τον Ολυμπιακός το χείλος του γκρεμού. Απέναντι σε έναν σκληρό, δυσκατάβλητο αντίπαλο που ήξερε να βρίσκει προβλήματα για κάθε λύση των ερυθρόλευκων.

Σε αυτό το διάστημα ο Σλούκας έκανε ένα (1) λάθος, μια άσχημα ζυγισμένη λόμπα στον Μπλακ ο οποίος δεν είχε προλάβει να κλειδώσει τον αντίπαλο του. Ακόμα και αυτή η φάση δεν ήταν λάθος απόφαση: απλώς δεν εκτέλεσε σωστά, όπως και στο άστοχο τρίποντο προσπεράσματος στο 60-59. Τα υπόλοιπα ήταν τίποτα λιγότερο από ραψωδία, η καλύτερη, πιο μεστή, ουσιαστική, θεαματική, καθοριστική βραδιά του ανάμεσα στα 349 παιχνίδια Ευρωλίγκας που έχει παίξει στην καριέρα του. Καμία άλλη δεν φτάνει ούτε καν κοντά.

Του έδωσαν το δεξί χέρι, πήγε μέσα και τελείωσε τέσσερα λέι-απ βρίσκοντας τον χώρο που ο Γουόκαπ δεν βρήκε ποτέ. Του επιτέθηκαν στην αλλαγή, οπισθοχώρησε και πέταξε χειρουργικής ακρίβειας λόμπες στον Μπλακ. Μοίρασε τις ασίστ και στους 8 πόντους του Βεζένκοφ στην τέταρτη περίοδο. Όταν ο Γουόκαπ έκανε ένα Φασούλα στο τέλος και ο Γκούντουριτς σκόραρε, όλοι σκέφτονταν όπως ο Βεζένκοφ: «πάρε τη μπάλα και σούταρε».

Καμία διακοπή δεν μπορούσε να διώξει την πίστη του, ότι η 3η Μάη ήταν η βραδιά του, πως ό,τι και να έκανε θα του έπιανε. Έγειρε το κορμί δεξιά μέσα στην πολυκοσμία. Ραχιαία ντρίμπλα για να τη φέρει στο αριστερό: αν για οποιοδήποτε λόγο δεν είναι τέλεια, δεν θα προλάβει καν να σουτάρει. Όταν είδε καθαρά, το χέρι που απλώθηκε μπροστά του απλώς τον βοήθησε να σιγουρέψει την καμπύλη.

Για το ματς.

Πέρσι κέρδισε έτσι τη Φενέρ και την Εφές. Φέτος το είχε κάνει στη Ρεάλ, με εκείνο το Top Gun Fly By στον Ταβάρες. Στο μυαλό μου έχει μικρή σημασία αν ο Σλούκας είναι clutch ή όχι, ακόμα και αν η απάντηση είναι σχεδόν αυτονόητη. Όπως έγραψα και μετά το G2, δεν υπάρχει κανείς άλλος στον Ολυμπιακό στον οποίο αντιστοιχεί η ευθύνη της τελευταίας απόφασης περισσότερο από αυτόν. Αυτό δεν είναι μεσσιανισμός ή οτιδήποτε κοντά, είναι απλώς οι κανόνες του παιχνιδιού: κάθε ομάδα χρειάζεται έναν closer.

Όταν τον έπιασαν στην ανάκριση ο Καρύδας με την Παντέλη, το είπε όσο πιο κομψά μπορούσε, αλλά το είπε: «νιώθω καλά, είναι ζήτημα του προπονητή να με βάζει περισσότερο ή λιγότερο, είναι στο δικό του χέρι».

«Σιγά το νέο», θα μου πείτε και θα έχετε και δίκιο. Οι παίκτες πάντα θα γκρινιάξουν γιατί δεν παίζουν περισσότερο. Τριάντα πέντε λεπτά να τους βάλεις, θα δυσφορήσουν γιατί έλειψαν από εκείνο το πεντάλεπτο. Στο ποδόσφαιρο δεν υπάρχει σταρ που να μην έχει δυσφορήσει όταν γίνεται αλλαγή, ακόμα και αν είναι ο χειρότερος του γηπέδου. Στο μυαλό τους είναι αυτοί που μπορούν να κάνουν τη διαφορά ανά πάσα στιγμή, πως δικαιούνται βάσει status και ικανότητας αυτό το προνόμιο.

Είναι αναληθές αυτό στην περίπτωση του Σλούκα; Φυσικά όχι. Είναι όμως άλλο τόσο αλήθεια πως η χθεσινή διαχείριση του Έλληνα γκαρντ τον έφερε φρέσκο ως τη γραμμή του τερματισμού: όταν ο Σλούκας θολώνει από την κούραση συνηθίζει να τρυπάει το παρκέ με ντρίμπλα μέχρι να βρει τη λύση. Σε κάθε περίπτωση, η δουλειά του προπονητή είναι να κερδίζει η ομάδα και ταυτόχρονα να κρατά τους παίκτες του ευχαριστημένους – ειδικά τους σταρ. Δεν είναι μια εύκολη δουλειά, αλλά είναι η δουλειά τους. Αν τώρα θέλει κανείς να μπει στην κουβέντα του «θα μπορούσε να παίξει τρία ή πέντε λεπτά περισσότερα» ή στην «την επόμενη φορά το τρίποντο δεν θα μπει», ελεύθερα, απλώς καλό θα είναι να θυμόμαστε πως οι μεταβλητές ενός αγώνα μπάσκετ είναι τόσες πολλές και πως η λεπτολογία σε αυτό το βαθμό συχνά περιεργάζεται το δέντρο χωρίς να κοιτά το δάσος.

Προσαρμογών το ανάγνωσμα: ο Ολυμπιακός δεν άλλαξε πολύ, ειδικά στην επίθεση – θα ήταν περίεργο να το έκανε βάσει της μενταλιτέ του προπονητή του. Στην άμυνα όμως φράκαρε φανερά τη ρακέτα του για να ελέγξει τα ριμπάουντ και χρησιμοποίησε τον Φαλ για να περιορίσει την τεράστια ζημιά που είχε γίνει στα δύο πρώτα παιχνίδια από τους Χέιζ και Πιερ. Ναι, αμφότεροι δεν ήταν σε καλή ημέρα, όμως σε αυτό συντέλεσε και η άμυνα που βρήκαν απέναντι τους. Γενικώς, καλό είναι να θυμόμαστε πως καμία τακτική δεν μπορεί να δουλέψει αν δεν εκτελεστεί με ένταση και προσήλωση. Ο Τζεκίρι έκανε ζημιά που λίγο ως πολύ ήταν αντιμετωπίσιμη, όμως τα προβλήματα ήρθαν από τους χώρους που βρήκαν ο Ντόρσεϊ και ο Καλάθης. Ο πρώτος βρήκε ρυθμό από το ξεκίνημα και στην ουσία δεν επιβράδυνε ποτέ, ενώ ο Καλάθης έσπειρε το χάος στην άμυνα του Ολυμπιακού απέναντι στον Κάναν στην τρίτη περίοδο. Συνολικά πάντως ο Ολυμπιακός έβγαλε σκληράδα και από την δεύτερη πεντάδα του (Λαρεντζάκης-Πίτερς) που κράτησε όρθιο το οχυρό όταν τα τρίποντα στην απέναντι πλευρά πήγαιναν σωρηδόν στο σίδερο. Στο φινάλε ο Γιώργος Μπαρτζώκας προσαρμόστηκε, ίσως για πρώτη φορά, αφήνοντας εκτός πεντάδας τον Βεζένκοφ και προτιμώντας τον Παπανικολάου. Το σχέδιο δούλεψε, το δίδυμο Γουόκαπ – Παπ σταμάτησε τον Ντόρσεϊ, όμως το παρανοϊκό σενάριο είχε ένα ακόμη επεισόδιο.

Στα άσχημα νέα μπαίνει πρώτα από όλα το δίδυμο Γουόκαπ-Κάναν, το οποίο δεν λειτουργεί καθόλου. Καθόλου τυχαία η Φενέρ κυριάρχησε στην πρώτη και την τρίτη περίοδο, έφτιαξε διαφορά 11 πόντων στο ξεκίνημα και λίγο έλλειψε να το κάνει και αργότερα. Ο Νικ Καλάθης πρέπει να μειδιούσε μέσα του βλέποντας τον Γουόκαπ να πασχίζει να βρει λύση απέναντι στην ίδια ακριβώς άμυνα που αντιμετωπίζει και ο ίδιος για μια δεκαετία στα πλέι-οφ. Ο Τεξανός έχασε και κέρδισε μάχες στην οπισθοφυλακή, ήταν όμως η αφλογιστία του στην επίθεση που σταδιακά τον αποστράγγισε από αυτοπεποίθηση και καθαρό μυαλό. Από τη στιγμή που ο ίδιος δεν μπορούσε να κινήσει τα νήματα, ο ετερόφωτος Κάναν ήταν απλώς το σημάδι της αντίπαλης επίθεσης και από τη στιγμή που ο Παπανικολάου έριχνε άσφαιρα από μακριά, όλη η πίεση έπεφτε πάνω στον Βεζένκοφ που βασανιζόταν απέναντι στον… μαντουμαδόρο Χέιζ-Ντέιβις.

Η επιστροφή του Σλούκα και η επιστράτευση του Μακίσικ στο «2» έδωσε επιλογές, τόσο γιατί ο πρώτος ήταν σε βραδιά καριέρας και δεν μπορούσε να κάνει λάθος, όσο και γιατί ο τελευταίος έβγαλε ενέργεια στην άμυνα και χρησιμοποίησε το κάθετο παιχνίδι για να φέρει τέσσερις κομβικούς πόντους από τον πάγκο, μαζί με μία πάσα στο transition που έγινε άστοχο τρίποντο του Παπανικολάου. Κάπως έτσι ο Ολυμπιακός κατάφερε να φτιάξει έστω και λίγο τις αποστάσεις του, να ανεβάσει ταχύτητα στην κυκλοφορία της μπάλας και να πάρει 8 πόντους από τον MVP Βεζένκοφ. Μπορεί το τελευταίο τρίποντο που βάζει να είναι απύθμενης δυσκολίας, είναι όμως ένα σουτ που ο Σάσα «έχει»: η απόσταση δεν είναι πρόβλημα για αυτόν, αρκεί να δει καθαρά το καλάθι.

Τελευταίος αλλά επ΄ ουδενί έσχατος, ο Ταρίκ Μπλακ. Με τον Φαλ εκνευριστικά αναποτελεσματικό τόσο απέναντι στις αλλαγές όσο και στο 1v1, τόσο που όσο κυλούσε ο αγώνας ο Γάλλος χρησίμευε σχεδόν αποκλειστικά για hand off στην επίθεση, ο Αμερικανός με την ηρεμία στο πρόσωπο και την δύναμη στο ζωγραφιστό πέρασε όλο το παιχνίδι κλειδώνοντας όποιον βρήκε απέναντι του. Μπορεί να αστόχησε στα δύο πρώτα της δεύτερης (;) περιόδου, όμως στο φινάλε τα έκανε όλα σωστά πλην των δύο τελευταίων βολών που έστειλε αμφότερες στο σίδερο. Η ικανότητα και η προσωπικότητα του Μπλακ έδωσε στον Σλούκα την άνεση να μην χρειάζεται να επιτίθεται ανά πάσα στιγμή στο εξωτερικό mismatch και στον Ολυμπιακό έναν σταθερό τρόπο σκοραρίσματος χωρίς να απαιτούνται ηρωισμοί, ειδικά σε βραδιά που το τρίποντο από τους πλάγιους ήταν είδος εν ανεπαρκεία.

Η σειρά συνεχίζει να κρέμεται σε μια κλωστή. Η Φενέρ έχει πολλούς λόγους να σκέφτεται πως θα μπορούσε άνετα να είναι στο 2-1, μάλλον περισσότερους από όσους ο Ολυμπιακός να είχε ήδη σκουπίσει τη σειρά με 3-0. Ο Ιτούδης λογικά θα επιστρατεύσει τον Γουίλμπεκιν στο τέταρτο παιχνίδι, τόσο γιατί τον χρειάζεται, όσο και γιατί θα πρέπει να του δώσει έστω κάποια λεπτά αν η σειρά πάει σε πέμπτο παιχνίδι. Ο Ολυμπιακός θα νιώσει για πρώτη φορά στη σειρά τη μπάλα λίγο πιο ελαφριά: δεν θα μου κάνει εντύπωση αν την Παρασκευή τα τρίποντα ξεκινήσουν να πέφτουν βροχή.