Το κείμενο που ακολουθεί δεν είναι ένα ακόμα κείμενο με ευχολόγια και κροκοδείλια δάκρυα για τα όσα έγιναν για μια ακόμα φορά στο μεγαλύτερο ξέφραγο αμπέλι της χώρας, το Ολυμπιακό Στάδιο. Αυτά που ζήσαμε για πολλοστή φορά είναι πλέον ξεκάθαρα απόρροια της ευτελισμένης κοινωνικής, πολιτικής και επιχειρηματικής ζωής αυτού του τόπου.
Ο τρίσμοιρος αθλητισμός κάθεται σε μια γωνιά και βλέπει να “σκυλεύουν” το πτώμα του άνθρωποι που ουδεμία σχέση έχουν με αυτόν. Τον σέρνουν, τον ποδοπατούν, τον λιντσάρουν, τον χλευάζουν και την ίδια ώρα, όλοι αυτοί στηρίζονται και πάνω του για να επιδείξουν το εθνικό φρόνημα, το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής και φυσικά τη ομάδας. Πανηγυρτζίδικα.
Γιατί ο ελληνικός λαός είναι πανηγυρτζής. Έχει τη χειρότερη νοοτροπία στη Γηραία Ήπειρο. Κι όταν το πράγμα στραβώνει ο πολύς κόσμος γυρίζει την πλάτη. Και ο λίγος “σουλατσάρει” στο ταρτάν. Φασιστικά. Έκνομα. Αναρχικά. Στο όνομα φυσικά της ελευθερίας της δημοκρατίας. Και κατ’ επέκταση της μη εφαρμογής των νόμων. Ή της εφαρμογής κατά το δοκούν.
Χθες ήταν μια εξαίρεση. Οι πολλοί που θέλησαν να ζήσουν από κοντά το κορυφαίο παιχνίδι του ελληνικού ποδοσφαίρου γιούχαραν τους λίγους που έκαναν παρέλαση στα κουλουάρ. Τους πέταγαν αντικείμενα. Δεν τους ήθελαν στα πόδια τους. Δεν τους θέλει κανείς. Ή μήπως κάποιοι τους θέλουν; Ομάδες; Κράτος; Αστυνομία; Η σειρά δεν είναι τυχαία. Είναι οι τρεις θεσμοί που φέρουν την απόλυτη ευθύνη των όσων συμβαίνουν στα ελληνική γήπεδα της ασυδοσίας.
Δυστυχώς η ελληνική κοινωνία και η ελληνική νοοτροπία όπως χτίζεται από την ελληνική οικογένεια, το περιβάλλον και το σχολείο ακόμα αν θέλετε, δεν πρόκειται να αλλάξει. Τουλάχιστον για αρκετές γενιές ακόμα. Πάμε παρακάτω. Οι ομάδες είναι ανήμπορες ξεκάθαρα πλέον ή πολύ απλά δεν έχουν τη θέληση να αλλάξουν αυτή την κατάσταση. Πάμε παρακάτω.
Το Κράτος αλλάζει τους Νόμους και περηφανεύεται. Προσπαθεί να πατάξει την βία στα γραφεία. Η βία όμως είναι στο δρόμο. Στην Ελλάδα η Δικαιοσύνη ειναι ανεξάρτητη ναι, είναι τυφλή ναι, αλλά δυστυχώς το “κατάστημα” είναι κλειστόν εδώ και χρόνια σε όλους τους τομείς. Κατ’ εμέ λοιπόν το Κράτος επίσης είναι ανήμπορο να βοηθήσει στην καταπολέμηση της βίας με αφορμή τον αθλητισμό όσους Νόμους κι αν αλλάξει. Πάμε παρακάτω.
Άλλωστε για τα τρία παραπάνω έχουν γραφτεί άπειρα κείμενα και δεν ήθελα αυτό να είναι ακόμα τέτοιο. Θέλω να αναφερθώ στο θεσμό που έχει τεράστια ευθύνη την ώρα των γεγονότων. Ή μάλλον που έχει τεράστια ευθύνη από πριν φτάσουμε στα γεγονότα. Διότι είπαμε, ελληνική κοινωνία, ομάδες και κράτος πλέον δε μας σοκάρουν. Πάμε τώρα στην πηγή.
Τί μένει; Η αστυνομία. Δε θέλω να ρίξω όλη την ευθύνη εκεί. Δε θέλω να βγάλω από το τρίπτυχο των ευθυνών Ομάδες και Κράτος. Ωστόσο όταν η ατμόσφαιρα μυρίζει μπαρούτι δε μπορεί η αστυνομία να σφυρίζει ανέμελα και εν συνεχεία να πετάει δακρυγόνα. Γιατί μόνο αυτό κάνει. Αυτό είναι το μόνο σχέδιο. Αρχικά σφυρίζει ανέμελα και μετά πετάει δακρυγόνα. Και μετά τρέχουμε.
Δε γίνεται στο μεγαλύτερο ξέφραγο αμπέλι της χώρας (χωρίς εισαγωγικά) να μην υπάρχει πρόληψη στις θύρες 31-33 (πίσω από τον πάγκο του Ολυμπιακού). Δε γίνεται να μην υπάρχει σχέδιο ομαλής διεξαγωγής του αγώνα που να εγγυάται όντως την ομαλή διεξαγωγή του αγώνα. Δε γίνεται να υπάρχουν συνεργάτες από την αθλητική βία που εισχωρούν στα πέταλα των οργανωμένων και να μην υπάρχει αποτέλεσμα.
Δε γίνεται η αστυνομία να ετοιμάζει σχέδια πρόληψης με φοβική διάθεση απέναντι στους λίγους. Δε γίνεται στη σύσκεψη των μέτρων ασφαλείας να ακούγονται σημαντικές προτάσεις από τις δύο ομάδες και η απάντηση να είναι μονίμως: “καταγράφουμε τις απόψεις σας και παίρνουμε τα μέτρα μας”.
Που είναι τα μέτρα λοιπόν που πήρε η αστυνομία που εγγυήθηκε την ομαλή διεξαγωγή του αγώνα; Οι συνθήκες της ελληνικής κοινωνίας είναι άγριες. Το έχει πάρει χαμπάρι κανείς σοβαρά; Ή θα μείνουμε σε συγκρίσεις τύπου: “Στην Αγγλία, στη Γερμανία, στο Champions League δε θα τα έκαναν αυτά;” Γιατί; Γιατί εκεί την φοβούνται την αστυνομία κι εδώ όχι; Ή μήπως να περιμένουμε τον επόμενο νεκρό;
Λυπάμαι που το λέω, αλλά η ελληνική αστυνομία πάει στα γήπεδα και ενεργεί μόνο όταν προκληθεί με τη ρίψη χημικών. Όταν δηλαδή το κακό έχει γίνει. Δεν έχει κανένα σχέδιο σωστής πρόληψης ώστε να μη χρειαστεί καταστολή. Κι όταν χρειάζεται καταστολή γίνεται με τον λάθος τρόπο. Σχεδόν πάντα με μαθηματική ακρίβεια. Λες και υπάρχει αμνοιχτή κόντρα με αυτούς. Μήπως τελικά υπάρχει;
Στο post game του αγώνα ήμασταν με τον Νίκο Γαβαλά στη Μικτή Ζώνη. Πλησίασα τον επικεφαλής εκείνης της διμοιρίας και ζήτησα να έρθει ο ίδιος ή ο διοικητής ώστε να μας διαφωτίσει για το σχέδιο της αστυνομίας και για το τί δεν πήγε καλά και ο αγώνας είχε αυτή την κατάληξη. Η απάντηση που πήρα ήταν θα ρωτήσω και θα σας πω. Είμαι σίγουρος ότι αυτό δεν έγινε ποτέ.
Συνεπώς έχω κάθε δικαίωμα να καταγράφω την παραπάνω άποψη, εφόσον ο θεσμός της αστυνομίας προτιμά να μένει σιωπηλός και να εκτίθεται. Με αποτέλεσμα άνθρωπος που ήταν στην εξέδρα να λέει την φράση: “Σήμερα φοβήθηκα πως θα πεθάνω από όσα γίνονταν έξω και μεταφέρονταν μέσα” και ένας πατέρας να ακούει τον 14χρονο γιο του να του λέει στο 60ό λεπτό: “Μπαμπά σε παρακαλώ μπορούμε να πάμε σπίτι;”
Εν κατακλείδι θεωρώ πως οι εθύνες βαραίνουν την ευτελισμένη ελληνική κοινωνία και νοοτροπία (που δεν θα αλλάξει), τις ομάδες (που δεν αλλάζουν), το Κράτος (που και να αλλάζει το ίδιο μένει) και την Αστυνομία που είναι στο δρόμο και βιώνει τη βία από πρώτο χέρι, αλλά τόσα χρόνια μοιάζει κι η ίδια έρμαιο των ορέξεων των λίγων που λυμαίνονται τον ελληνικό αθλητισμό. Εκτός αν όλοι οι παραπάνω βολεύονται με αυτή την κατάσταση. Εκεί απλά σκύβεις το κεφάλι και αλλάζεις δρόμο. Και χώρα…