Δεύτερη σερί εβδομάδα, το ίδιο σενάριο. Ένας αντίπαλος ψηλός γυρίζει πλάτη στο καλάθι του Παναθηναϊκού και από εκεί ορίζει όλο το παιχνίδι της ομάδας του: όλοι οι υπόλοιποι παίζουν τον ρόλο τους χωρίς υπερβολές. Συνέβη με τον Φαλ, τον οποίο ο Παπαγιάννης δεν μπορεί, σωματοδομικά, να περιορίσει. Χθες βράδυ ο Όγκι Ρούμπιτ πιθανότατα δεν πίστευε στην τύχη του βλέποντας πόσο εύκολα έφτανε η μπάλα στα χέρια του για να απομονώσει τον Γουίλιαμς, τον Μπέικον και τον Μαντζούκα.
Η Μπάγερν μπορεί να μην πλησιάζει καν στην ποιότητα που απολάμβανε δύο χρόνια πριν, όμως είναι χωρίς δεύτερη κουβέντα ομάδα του προπονητή. Έχει παίκτες που τον ξέρουν, γιατί δουλεύουν μαζί του για καιρό. Την ώρα που ο Παναθηναϊκός είχε μόλις έναν παίκτη που πάτησε στο παρκέ τόσο πέρυσι όσο και φέτος σε αγώνα του Audi Dome, ο Τρινκέρι είχε τον σκληρό πυρήνα των Γουάιλερ-Μπαμπ, Γουόλντεν, Γιάραμαζ, Ρούμπιτ, Χάντερ. Πέντε, οι οποίοι είναι στην ουσία επτά, αν μετρηθούν και οι απόντες Λούτσιτς και Ομπστ. Κάπως έτσι η ομάδα εφάρμοσε την στρατηγική του κόουτς, η οποία διέφερε απόλυτα σε σχέση με την πρόσφατη συνταγή.
Από τα 29 τρίποντα ανά αγώνα, η Μπάγερν σούταρε 14, δηλαδή 12 αν αφαιρεθεί το τελευταίο λεπτό. Έστειλε τις επιθέσεις όσο πιο κοντά στο καλάθι γινόταν, με γκαρντ, φόργουορντ ή σέντερ. Και φυσικά τροφοδότησε τον Ρούμπιτ όσες φορές της επετράπη, δηλαδή όλες.
Στην Ευρωλίγκα δεν υπάρχουν πολλά μυστικά και όσα υπάρχουν δεν ζουν για πολύ. Ο Ντέρικ Γουίλιαμς μπορεί να ήταν μια σχετικά άγνωστη ποσότητα όταν προσπαθούσε να σώσει την καριέρα του ερχόμενος στην Ευρώπη, αλλά δεν είναι πια. Όλοι γνωρίζουν πως είναι ένας μέτριος αμυντικός, ο οποίος έχει σαν μεγαλύτερα ψεγάδια του το πώς αμύνεται χωρίς τη μπάλα και το πόσο άβολα νιώθει όταν αμύνεται στο χαμηλό ποστ, ειδικά απέναντι σε βαρύτερους/δυνατότερους αντιπάλους.
Το πρόβλημα δεν είναι ότι ο Παναθηναϊκός είχε μια αδυναμία σε ένα μαρκάρισμα: όλοι έχουν. Αλλά το να αφήνει μια ομάδα την αδυναμία της εκτεθειμένη επί 40 λεπτά αγγίζει τα όρια του σαδισμού, αν όχι της παραίτησης και της αδιαφορίας. Όταν ο Ρούμπιτ βρήκε για τα καλά ρυθμό γιατί αισθανόταν πως έπαιζε χωρίς αντίπαλο, ξεκίνησε να τα βάζει όλα – καμία έκπληξη.
Στην επίθεση οι πράσινοι προσπάθησαν να ακουμπήσουν τη μπάλα στον Γουόλτερς και να τον αναμείξουν περισσότερο από ότι έκαναν την προηγούμενη εβδομάδα στο παιχνίδι της ομάδας, όμως η κίνηση και η κυκλοφορία της μπάλας ήταν ανύπαρκτη. Όπως ακριβώς κάθε δρόμος είναι λάθος όταν δεν ξέρεις που πηγαίνεις, έτσι και ο Αμερικανός περιορίστηκε σε 2-3 floater για να κάνει την παρουσία του αισθητή. Πονίτκα και Γκριγκόνις προσπάθησαν να γεμίσουν το δημιουργικό κενό, όμως κάθε pick n roll που έστησαν ήταν περισσότερο χρονοτριβή παρά απειλή. Κάπως έτσι ο Μπέικον ξέμενε στο φτερό αμέτοχος, εκνευριζόταν και σούταρε ό,τι έβρισκε πρόχειρο, με αναμενόμενα αποτελέσματα. Ο Λι μπήκε στο ματς αποφασίζοντας πως είναι ευθύνη του να αλλάξει τα πάντα παίζοντας απολύτως μόνος του και το ναυάγιο εμφανίστηκε ξανά. Τις λίγες φορές που η διαφορά έπεσε γύρω από τους 10 πόντους, κάποιο ρεσιτάλ αβάσταχτης ελαφρότητας πασπαλισμένης με αγχώδη βιασύνη αποκαθιστούσε την ισορροπία χωρίς η Μπάγερν να χρειαστεί να υπερβάλλει σε τίποτα.
Διαφυγή δεν φαίνεται από πουθενά, τουλάχιστον προς το παρόν. Ο Ντέγιαν Ράντονιτς είναι φανερό πως είναι πελαγωμένος και η ομάδα του δεν έχει την παραμικρή πίστη και αυτοπεποίθηση σε ό,τι είναι αυτό που χτίζεται. Η όποια διάθεση της πνίγηκε μετά τα πρώτα ελεύθερα σουτ: το υπόλοιπο ήταν ένα μείγμα ηρωϊσμού και απελπισίας.
Την προηγούμενη εβδομάδα ο Μαυροβούνιος πήρε ψήφο εμπιστοσύνης για να κάνει όποιες αλλαγές απαιτούνταν. Όμως τίποτα δεν είναι τόσο κακό που δεν μπορεί να γίνει χειρότερο, όπως μας δίδαξε αυτή η εβδομάδα. Περισσότερα θα πούμε την εβδομάδα που έρχεται.