Τον Μάρτιο του 1925, απαγορεύεται στο Τενεσί των ΗΠΑ η διδασκαλία της θεωρίας της εξέλιξης στα σχολεία. Στο Ντέιτον του Τένεσι, ένας νεαρός δάσκαλος με το όνομα Τζον Σκόουπς συνελήφθη από τις αρχές και οδηγήθηκε στο δικαστήριο. Η κατηγορία ήταν απόρροια της αντιδραστικής και σκοταδιστικής εποχής που διένυε τότε η Αμερική. Ο Σκόουπς δίδαξε στους μαθητές του τη θεωρία του Δαρβίνου και γι’ αυτό οδηγήθηκε σε δίκη, η οποία ονομάστηκε «Δίκη των πιθήκων» και έμεινε στην ιστορία των ΗΠΑ ως μία από τις σημαντικότερες δικαστικές διαμάχες.
O Σκόουπ ήταν γέννημα θρέμα του αμερικανικού Νότου. Είχε μόλις πάρει πτυχίο νομικής από το Πανεπιστήμιο του Κεντάκι, όταν μετακόμισε στο Ντέιτον και έπιασε δουλειά ως προπονητής ποδοσφαίρου στο Rhea County High School. Πολλές φορές, σε περίπτωση αδειών, λειτουργούσε και ως αναπληρωτής καθηγητής.
Την ίδια περίοδο, ο Τζον Μπάτλερ, οπάδος του προέδρου Μακάρθι, αγρότης και μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων του Τένεσι, διαβάζοντας σχετικές διαλέξεις, αποφάσισε πως η δαρβινική θεωρία ήταν «επικίνδυνη», κυρίως γιατί όταν τα παιδιά γυρνούσαν από το σχολείο, έλεγαν στους γονείς τους πως η Αγία Γραφή είναι γεμάτη ανοησίες. Μετά από πίεση που άσκησε ο Μπάτλερ, τον Μάρτιο του 1925, στην πολιτεία του Τένεσι ψηφίστηκε ένας νόμος που απαγόρευε την διδασκαλία της θεωρίας της εξέλιξης του Δαρβίνου στα δημόσια σχολεία. Η επίσημη (και μοναδική πλέον) εκδοχή για την δημιουργία του κόσμου ήταν αυτή που υπήρχε στην Αγία Γραφή.
Ο νόμος, που πήρε το όνομα του Μπάτλερ, όριζε πως «είναι παράνομο για κάθε δάσκαλο, σε οποιοδήποτε από τα Πανεπιστήμια, κανονικά και όλα τα άλλα δημόσια σχολεία τής πολιτείας, που υποστηρίζονται εν όλω ή εν μέρει από τα δημόσια σχολικά κονδύλια, να διδάξει οποιαδήποτε θεωρία που αρνείται την ιστορία τής θείας δημιουργίας τού ανθρώπου, όπως διδάσκεται στην Βίβλο, και να διδάξει, αντίθετα, ότι ο άνθρωπος προέρχεται από μια κατώτερη τάξη ζώων». Όσοι δεν συμβιβάζονταν με τις υποδείξεις, θα πλήρωναν στο κράτος από 100 έως 500 δολάρια, ποινή ίδια με αυτήν της λαθραίας πώλησης ποτών.
Παρότι ο νόμος βρήκε πολλούς υποστηρικτές, η Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών (ACLU), αποφάσισε πως έπρεπε να επέμβει. Έτσι, άρχισε να αναζητά έναν δάσκαλο από την πολιτεία του Τένεσι, ο οποίος θα δεχόταν να διδάξει την εξέλιξη κατά παράβαση του νόμου. Η ίδια θα του προσέφερε δωρεάν νομική και οικονομική κάλυψη, αν τελικά το έκανε.
Τότε μπήκε στο παιχνίδι ο Σκόουπς, ο οποίος μάλιστα προέτρεψε τους μαθητές του να καταθέσουν εναντίον του. Μετά από καταγγελία τριών από αυτών, ο Σκόουπς συνελήφθη και οδηγήθηκε στη δικαιοσύνη.
[jwplayer |file=http://www.youtube.com/watch?v=YiW0GOOyvro]
Η δίκη ξεκίνησε τον Ιούλιο του ίδιου έτους. Ήταν η πρώτη φορά που δίκη μεταδιδόνταν ζωντανά στο ραδιόφωνο. Η μικρή πόλη του Ντέιτον για πρώτη φορά στην ιστορία της γνώρισε δημοσιότητα. Πολλοί διάσημοι δημοσιογράφοι έσπευσαν να καλύψουν το γεγονός, ανάμεσά τους και ο HL. Mencken της «Baltimore Sun», εφημερίδα η οποία χρηματοδοτούσε κι αυτή την υπεράσπιση του Σκόουπ. Ο Mencken, μάλιστα, ήταν αυτός που έδωσε τον τίτλο «η Δίκη των Πιθήκων» (σ.σ: The Monkey Trial), ο οποίος χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα για το θέμα.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, σύμβουλος της πολιτικής αγωγής ήταν ο φονταμεταλιστής, βαπτιστής Γουίλιαμ Τζένινγκς Μπράιαν, ο οποίος ήταν τρεις φορές υποψήφιος για την Προεδρία των ΗΠΑ, είχε 36 χρόνια να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου και αποκαλούσε τον εαυτό του «ειδήμονα στην Αγία Γραφή». Ο Μπράιαν δεν καταλάβαινε καθόλου την εξέλιξη και είχε την συνήθεια αντί να την αποκαλεί ‘evolution‘, να την προφέρει ‘evil-ution‘. Kάθε φορά που ανέβαινε στο βήμα, διακήρυσσε πως ο Λόγος του Θεού, όπως αποκαλύπτεται στη Βίβλο, υπερισχύει κάθε ανθρώπινης γνώσης. Είχε μάλιστα τοποθετήσει στην είσοδο του δικαστηρίου μια μεγάλη πινακίδα, στην οποία αναγραφόταν η φράση «Διαβάστε την Βίβλο σας».
Επικεφαλής της ομάδας υπεράσπισης ήταν ο ποινικολόγος Κλάρενς Ντάροου, γνωστός αγνωστικιστής, ο οποίος προσέφερε εθελοντικά τις υπηρεσίες του. Ο Ντάροου εκτός από αίτημα για την αφαίρεση της πινακίδας, προσπάθησε αρχικά να κηρύξει τον νόμο αντισυνταγματικό, με τη λογική ότι καλλιεργούσε το θρησκευτικό μίσος ανάμεσα στους πολίτες. Ωστόσο ο δικαστής απέρριψε το αίτημά του, όπως και κάθε προσπάθεια που έκανε η υπεράσπιση να φέρει γνωστούς επιστήμονες να μιλήσουν για την εξελικτική θεωρία. Τότε ο Ντάροου κάλεσε τον ίδιο τον Μπράιαν να καταθέσει. Με ένα απόσπασμα από τη «Γένεση» στο χέρι, τον ρώτησε για την ύπαρξη του Αδάμ και της Εύας, την γυναίκα του Κάιν και τον πληθυσμό της αρχαίας Αιγύπτου. Τον στρίμωξε τόσο, που κέρδισε τις εντυπώσεις, αλλά και τον θαυμασμό του (προκατειλημμένου) κοινού.
Στην ίδια γραμμή πλεύσης, ο Σκόουπ στην απολογία του δήλωσε: «Εντιμότατε, αισθάνομαι ότι έχω καταδικαστεί για την παραβίαση ενός άδικου νόμου. Θα συνεχίσω και στο μέλλον, όπως και στο παρελθόν να αντιτίθεμαι σ’ αυτόν τον νόμο, με οποιονδήποτε τρόπο μπορώ. Κάθε άλλη ενέργεια θα αποτελούσε παραβίαση των ιδανικών μου της ακαδημαϊκής ελευθερίας· δηλαδή, να διδάξω την αλήθεια όπως αυτή κατοχυρώνεται στο Σύνταγμά μας, της προσωπικής και της θρησκευτικής ελευθερίας. Νομίζω ότι το πρόστιμο είναι άδικο».
Τίποτα από αυτά, ωστόσο, δεν συγκίνησε τους δικαστές, που διακρίθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης για τη μεροληπτική τους στάση. Στις 21 Ιουλίου του 1925, ο Σκόουπ κρίθηκε ένοχος και του επιβλήθηκε πρόστιμο 100 δολαρίων, το οποίο αργότερα ακυρώθηκε από το εφετείο λόγω ενός νομικού κενού. Ο Γουίλιαμ Τζένινγκς Μπράιαν πέθανε στον ύπνο του πέντε ημέρες μετά το πέρας της δίκης, σε ηλικία 67 ετών.
Παρά τον θόρυβο, ο νόμος του Μπάτλερ συνέχισε να ισχύει μέχρι το 1967. Η «Δίκη των Πιθήκων» ήταν ένα από τα πρώτα δείγματα της διαμάχης επιστήμης και θρησκείας και απόδειξη των σκοτεινών χρόνων του μακαρθισμού στις ΗΠΑ. Αργότερα, η δίκη αποτυπώθηκε πολλές φορές στο θεατρικό σανίδι, την μικρή και την μεγάλη οθόνη, με πιο χαρακτηριστική την ταινία «Inherit the Wind», του 1960.
Διαβάστε όλο το θέμα στο TVXS.gr