Δεν υπάρχει τρόπος διαφυγής.
Έξι άτομα θα δεχτούν μια αινιγματική πρόταση: να λάβουν μέρος σε ένα μεγάλο δωμάτιο διαφυγής. Όποιος καταφέρει και βγει νικητής, θα λάβει ένα εκατομμύριο δολάρια. Οι έξι άγνωστοι εγκλωβίζονται στα κολασμένα δωμάτια του παιχνιδιού, διακινδυνεύοντας τη ζωή τους. Μόνη ελπίδα απόδρασης, η λύση των γρίφων.
Με τον έντονο, παγκόσμιο ντόρο που επικρατεί εδώ και λίγα χρόνια και στη χώρα μας με τα διαβόητα escape room, η ταινία με τον ομώνυμο τίτλο κάνει την εμφάνισή της, φιλοδοξώντας να προσφέρει μια φρέσκια ανάσα στο είδος του ψυχολογικού θρίλερ και να ικανοποιήσει ταυτοχρόνως τους λάτρεις του νέου αυτού ‘’αθλήματος’’, που καθηλώνει πολύ κόσμο εν έτει 2019 (πλέον). Με σκηνοθέτη τον Adam Robitel, του τελευταίου “Insidious”, έχουμε εδώ ένα αρκετά χορταστικό δείγμα έντονου σασπένς κι έντασης, με διαχρονικές επιρροές που ξεκινούν απ’ τον Χίτσκοκ και φτάνουν μέχρι το σύγχρονο horror και κυρίως τα “Saw”, απ’ τα οποία το “Escape Room” είναι ξεκάθαρα επηρεασμένο, προσφέροντας την ίδια ακριβώς συνταγή, με το πιο σύγχρονο περιτύλιγμά του.
Ο Robitel προσφέρει μεν μια απ’ τα ίδια στον πυρήνα του σεναριακού του ιστού, ωστόσο είναι ικανότατος στο στήσιμο του σασπένς, με τη χρήση όλων των αφηγηματικών μέσων που του προσφέρει το ταλέντο του καταρχάς, αλλά και η σύγχρονη αισθητική του σινεμά, την οποία και εκμεταλλεύεται ως επί το πλείστον, εξαιρετικά. Ο Robitel ίσως κατηγορηθεί ότι αντιγράφει τον σκελετό του “Saw”, ωστόσο το κάνει με μαστοριά και κάποιες εντυπωσιακές οπτικές στιγμές, που καθηλώνουν και συναρπάζουν, με τις ευρηματικές γωνίες λήψης και το εμπνευσμένο μοντάζ που δίνει έναν διαρκή, αγωνιώδη παλμό και ρυθμό, που δεν σε αφήνει να μετακινηθείς εύκολα απ’ τη θέση σου. Οι ήρωες τοποθετούνται και συστήνονται δίχως χάσιμο χρόνου, ενώ με υποδειγματικό τρόπο, τα διάφορα επίπεδα δωματίων διαφυγής εναλλάσσονται διαρκώς, στη μ’ια σκηνή μετά την άλλη, όχι όμως με τρόπο ξεπέτας, αλλά δουλεμένο σενάριο που οδηγεί με πειστικό τρόπο στην επίλυση του κάθε γρίφου που οι ήρωες καλούνται να λύσουν.
Ο Robitel σκηνοθετεί με άκρως ατμοσφαιρικό τρόπο τα σκοτεινά και χαώδη δωμάτια, με μια Polanski-κή αίσθηση απειλής να αναδύεται συνεχώς, ενώ ο συνδυασμός παράδοξων καδραρισμάτων και ηχητικής μπάντας, καταφέρνει να αγχώσει σε πολλές στιγμές, καθώς η απειλή αυτή είναι κυρίως αόρατη και προέρχεται απ’ το άγνωστο που περικυκλώνει τους ήρωες. Κάποιες έξυπνες ανατροπές θα κάνουν την εμφάνισή τους κατά τη διάρκεια, με τον σκηνοθέτη να γνωρίζει το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι, ενώ γενικώς υπάρχει μια διαρκής αίσθηση πως παρακολουθούμε (επιτέλους), κάτι όχι μεν τέλειο ή ultra πρωτότυπο, αλλά καλοκουρδισμένο, με σωστή αίσθηση ρυθμού και καλογυρισμένο, που σε γενικές γραμμές πιάνει απόλυτα την ατμόσφαιρα ενός escape room και του όλου γρίφου. Πολλά καλοστημένα κι ευφάνταστα σημεία υπάρχουν εδώ, ενώ τα σκοτεινά και εν πολλοίς ψυχεδελικά ντεκόρ των πολύπλοκων δωματίων δίνουν την αίσθηση ενός δαιδαλώδους λαβύρινθου, που αποτελεί βασικό πρωταγωνιστή μαζί με τους ήρωες και που σίγουρα είναι ένα αρτιότατο σκηνογραφικό έργο.
Δυστυχώς, ενώ όλα δείχνουν να λειτουργούν ρολόι, έρχεται το τελευταίο μέρος μέχρι και το φινάλε και μας τα χαλάει, καθώς ο σκηνοθέτης (ή μάλλον το στούντιο), επιλέγει να πλατειάσει χωρίς λόγο, μόνο και μόνο για να μας παραπέμψει σε sequel, ενώ ακολουθεί και μια οφθαλμοφανής, προβλέψιμη σεναριακή προσθήκη, που προσγειώνεται λίγο ανώμαλα σε σχέση με αυτό που περιμέναμε για κλείσιμο. Λίγο ακόμα και θα φεύγαμε εντυπωσιασμένοι απ’ τη σκοτεινή αίθουσα, σε ένα φιλμ που αδικεί κάπως τον εαυτό του στο τέλος, αλλά οφείλουμε να παραδεχτούμε την σε μεγάλο μέρος, εξαιρετική τεχνική του φροντίδα, την παραγωγή feeling, αγωνίας και ελαφριάς μορφής διασκέδασης, καθώς και του πετυχημένου cast του.
IGN Greece
Πηγή: IGN Greece