Βοηθήστε τον βάρδο να ανακτήσει το χρυσάφι του.
Έχουν περάσει σχεδόν τέσσερα χρόνια από την κυκλοφορία του Bard’s Gold στο Steam και έκτοτε η δημιουργία της Pixel Lantern έχει βρει σιγά σιγά τον δρόμο της προς όλα σύγχρονα format. To 2016 το είδαμε στα PS4, Xbox One και PS Vita και φέτος ήρθε η ώρα να ασχοληθούμε μαζί του στο Nintendo Switch. To παρθενικό εγχείρημα των Erdem Sen και Jennifer Sen αντλεί τις επιρροές του από διάφορα Platformers που κυκλοφόρησαν στα τέλη της δεκαετίας του ΄80, όπως το Rainbow Islands και το Rick Dangerous. Προς τιμήν τους οι developers δεν μπαίνουν στη λογική της αντιγραφής, αλλά προσπαθούν να φιλτράρουν τις επιρροές τους μέσα από ένα roguelite πρίσμα και να μας χαρίσουν ένα σύγχρονο -όσον αφορά τους μηχανισμούς του- Platformer retro αισθητικής. Πάμε να δούμε λοιπόν αν η προσπάθεια αυτή στέφεται με επιτυχία.
Ο σκοπός σας στο Bard’s Gold είναι να βοηθήσετε τον πρωταγωνιστή της ιστορίας να ανακτήσει το χρυσάφι του, το οποίο εκλάπη από ένα βδελυρό goblin. Για να πετύχετε τον στόχο σας θα χρειαστεί να περιηγηθείτε ανάμεσα σε τέσσερις κόσμους (καθένας εξ’ αυτών χωρίζεται σε έξι μικρότερα levels) και να αναβαθμίσετε σταδιακά τον χαρακτήρα σας. Η πρόοδός σας είναι άμεσα συνυφασμένη με τη συλλογή των ανάλογων κλειδιών, τα οποία ξεκλειδώνουν την έξοδο που σας οδηγεί στο επόμενο level. Όλα αυτά ακούγονται απλά, αλλά στην πράξη θα χρειαστεί να μοχθήσετε, ειδικά στα πρώτα runs σας.
Το πρώτο πράγμα που αξίζει να σχολιάσουμε είναι το εν λόγω Platformer δεν σας… παίρνει από το χεράκι και δεν κάνει καμία απολύτως προσπάθεια να σας εξηγήσει τους βασικούς μηχανισμούς του. Οι δε πληροφορίες που σας δίνονται σχετικά με τα τρία διαφορετικά modes του (Normal, Retro και Roguelike) είναι πρακτικά μηδαμινές. Εάν ασχοληθείτε βέβαια ενδελεχώς και με τα τρία modes θα διαπιστώσετε ότι οι διαφορές τους εντοπίζονται κυρίως στον βαθμό πρόκλησης που προσφέρουν. Στο Normal έχετε περισσότερες ζωές στην διάθεσή σας, οι εχθροί θέλουν λιγότερα hits μέχρι να πεθάνουν, αλλά κερδίζετε λιγότερα gems (το in-game νόμισμα) από την εξολόθρευσή τους. Στο Roguelike mode αντίθετα οι ζωές σας αντικαθίστανται από μια health bar, οι αντίπαλοί σας είναι πιο σκληροτράχηλοι, ενώ τα upgrades πέφτουν ως random drops, δεν ξοδεύετε δηλαδή gems για να τα ξεκλειδώσετε. Μια ακόμη σημαντική διαφορά του Roguelike mode σε σύγκριση με τα δύο υπόλοιπα είναι ότι δεν υπάρχουν καθόλου checkpoints.
Η ύπαρξη του Roguelike mode αν και καλοδεχούμενη, είναι κάπως αποκομμένη από το υπόλοιπο game. Τι εννοούμε με αυτό; H λογική πάνω στην οποία στήνεται όλο το game είναι ότι πραγματοποιείτε διαδοχικά runs, προσπαθώντας να συλλέξετε όσο το δυνατόν περισσότερα gems και όσο το δυνατόν περισσότερα skill books, τα οποία με τη σειρά τους ξεκλειδώνουν διάφορα skills. Μόλις πεθάνετε ξοδεύετε τα gems σας για να ξεκλειδώσετε ή να αναβαθμίσετε τα skills σας και να γίνετε δυνατότεροι, ώστε να έχετε μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας στα επόμενα runs. To Roguelike mode καταρρίπτει όλη αυτή τη λογική, λειτουργώντας απλά ως ένα “hard” mode, στο οποίο θα πρέπει να ολοκληρώσετε την περιπέτειά σας σε ένα run. Όπως προαναφέραμε, όσο καλοδεχούμενη και αν είναι η ύπαρξη αυτού του mode, οι developers δεν σας δίνουν κάποιο κίνητρο για να ασχοληθείτε μαζί του. Αν υπήρχαν leaderboards ή κάποιο Achievement που να σχετίζονταν με την ολοκλήρωση του εν λόγω mode, τότε θα το βρίσκαμε πιο ελκυστικό.
Μιας και αναφερθήκαμε προηγουμένως στα skills, κρίνουμε σκόπιμο να σας δώσουμε και μερικά παραδείγματα αυτών. Τα περισσότερα εξ’ αυτών σχετίζονται με την βελτίωση της μαχητικής σας ικανότητας. Ο ήρωάς σας εκτοξεύει μαχαίρια στον οριζόντιο άξονα, ωστόσο τουλάχιστον στην αρχή, η εμβέλεια και το fire rate των επιθέσεων σας είναι εξαιρετικά ισχνές. Εάν ξοδέψετε λοιπόν gems για να αναβαθμίσετε τα σχετικά skills σας, τότε οι επιθέσεις σας θα αποκτήσουν μεγαλύτερη εμβέλεια, ενώ θα αρχίσετε να εκτοξεύετε με μεγαλύτερη ταχύτητα τα μαχαίρια. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι υπάρχουν και skills που αυξάνουν τον αριθμό των ζώων σας, τα gems που πέφτουν ως loot, καθώς και τον χρόνο που έχετε στην διάθεσή σας για να ολοκληρώσετε ένα level.
To Bard’s Gold πλασάρεται ως ένα “challenging” Platformer, στην πραγματικότητα όμως ο ισχυρισμός αυτός ισχύει μόνο στα αρχικά runs σας. Στην αρχή λοιπόν ο βαθμός πρόκλησης θα σας φανεί υψηλότατος, αλλά μετά από 2-3 ώρες gameplay θα διαπιστώσετε ότι το έργο σας είναι εξαιρετικά εύκολο. Εμείς θα χαρακτηρίζαμε το Bard’s Gold ως ύπουλο, καθώς αν το υποτιμήσετε είναι δεδομένο ότι είτε θα πεθάνετε, είτε θα “καταστρέψετε” το run σας και θα αναγκαστείτε να ξεκινήσετε από την αρχή. Σημειώνουμε εδώ ότι αν χάσετε μια ζωή αυτομάτως χάνετε όλα τα upgrades των όπλων σας. Οι περισσότεροι θάνατοι προκύπτουν κατά βάση από τις παγίδες που είναι διασκορπισμένες σε κάθε level. Καρφιά πέφτουν από το ταβάνι ή ξεπροβάλλουν από το έδαφος, ενώ βέλη έρχονται από το πουθενά για να δοκιμάσουν τα αντανακλαστικά σας.
Το μυστικό της επιτυχίας είναι η αργή και μεθοδική προσέγγιση κάθε level. Με λίγη προσοχή μπορείτε να παρατηρήσετε που ακριβώς βρίσκονται οι παγίδες και ως εκ τούτου μπορείτε να τις αποφύγετε. Έχοντας δοκιμάσει το Bard’s Gold σε όλα τα format πλην των PC, προτείνουμε να παίξετε στην οθόνη της τηλεόρασής σας και όχι στο handheld mode. Ο λόγος είναι απλός, η οθόνη του Switch μπορεί να είναι μεγάλη και προφανώς μεγαλύτερη από αυτή του PS Vita, αλλά για να εντοπίσετε τις παγίδες θα σας… βγουν τα μάτια. Αντίθετα ο εντοπισμός των παγίδων είναι πολύ πιο εύκολος στην οθόνη της τηλεόρασής σας.
Παρά τα τυχαία layouts των levels, τα οποία αλλάζουν σε κάθε playthrough σας, απόρροια του roguelite ύφους του Bard’s Gold, θα χαρακτηρίζαμε την συνολική αντοχή του στον χρόνο ως μικρή. Στα πρώτα runs μπορεί να… φτύσετε αίμα, αλλά μόλις ξεκλειδώσετε κάποια βασικά skills, o βαθμός πρόκλησης εκμηδενίζεται (πάντα με την προϋπόθεση ότι δεν θα υποτιμήσετε τις παγίδες προχωρώντας βιαστικά). Στην δική μας περίπτωση χρειαστήκαμε μόλις 3-4 ώρες για να δούμε τα credits. H μεταφορά του Bard’s Gold στο Nintendo Switch είναι σε γενικές γραμμές άριστη, αξίζει όμως να σταθούμε στην τιμή του. Στα 8.99 ευρώ το Bard’s Gold δεν είναι σε καμία περίπτωση ακριβό, όμως στο Xbox One κοστίζει μόλις 4.99 ευρώ, ενώ στο PS Store είναι cross-buy (PS4 και PS Vita) στα 5.99 ευρώ.
Το review βασίστηκε στην ψηφιακή έκδοση του παιχνιδιού για Nintendo Switch, η οποία μας παραχωρήθηκε από την Pixel Lantern.
IGN Greece
Πηγή: IGN Greece