«Η Ελλάδα αδυνατεί να βγάλει κέρδη από το ελαιόλαδό της», είναι ο τίτλος άρθρου του Politico, για τον επονομαζόμενο και «ελληνικό χρυσό», το οποίο αναφέρει ότι αν και η χώρα μας είναι η τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός ελαιολάδοου παγκοσμίως αδυνατεί να επωφεληθεί και να… εισπράξει τα ανάλογα από αυτό. Η συντριπτική πλειοψηφία του πωλείται χύμα στην Ιταλία σε τιμές ευκαιρίας, όπου εμφιαλώνεται και πωλείται ή εξάγεται με ιταλικές ετικέτες και μεγάλο κέρδος σε όλη την Ευρώπη. Ακούγεται απογοητευτικό. Ας δούμε τι συμβαίνει.
Οι ελαιώνες στην Ελλάδα καλύπτουν το 60% του καλλιεργούμενου εδάφους. Το ελαιόλαδο αντιστοιχεί στο 9% της αξίας της αγροτικής παραγωγής στην Ελλάδα και η χώρα μας είναι η τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός μετά την Ισπανία και την Ιταλία. Η Ελλάδα είναι πρώτη στην παραγωγή μαύρης ελιάς ενώ η μεγαλύτερη ιδιαιτερότητά της είναι το υψηλό ποσοστό εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου που παράγει και το οποίο προσεγγίζει το 82% της παραγωγής ενώ σε ορισμένες περιοχές ξεπερνάει και το 90%.
Η Ελλάδα εκτός από το γεγονός ότι παράγει «ατόφιο χρυσάφι», έχει ακόμη μια μεγάλη διαφορά σε σχέση με την πολύ μεγαλύτερή της Ιταλία. Είναι πλεονασματική. Η Ιταλία αν και η δεύτερη μεγαλύτερη παραγωγός είναι ελλειματική. Η Ελλάδα παράγει κατά μέσο όρο 250.000 τόνους ελαιόλαδο. Η κατανάλωση στην εσωτερική αγορά φτάνει τους 120.000 τόνους. Αντίθετα η Ιταλία χρειάζεται να κάνεις εισαγωγές ελαιόλαδου για να καλύψει τόσο την εσωτερική, όσο και την εξωτερική της αγορά που είναι τεράστια, καθώς έχει εδώ και έναν αιώνα έχει δημιουργήσει ένα ισχυρό brand name που τις έδωσε πρόσβαση στις αγορές. Από την τυποποίηση η Ιταλία κερδίζει μια υπεραξία της τάξης του 1,3 ευρώ στο λίτρο, σύμφωνα με μελέτη της Έθνικής Τράπεζας της Ελλάδας του 2015. Την ίδια ώρα, Ελλάδα και Ισπανία πωλούν το λάδι τους στα 2,3 ευρώ, το λίτρο.
Από το σύνολο του ελληνικού ελαιολάδου και αφαιρώντας την εσωτερική απορρόφηση απομένει ένα υπόλοιπο «κατά μέσο όρο 130.000 τόνοι, που πρέπει να εξαχθεί», σημειώνει στο tvxs.gr, ο πρόεδρος του ΣΕΒΙΤΕΛ, Γρηγόρης Αντωνιάδης. «Σήμερα από αυτούς τους 130.000 τόνους οι 40.000 εξάγωνται επώνυμα σαν τυπωποιημένο, εμφιαλωμένο προϊόν. Μένουν περίπου 90.000 τόνοι που πρέπει να πάρουν τον δρόμο του εξωτερικού αφού δεν μπορούν να απορροφηθούν εδώ στη χώρα. Αυτό είναι το χύμα λάδι, που φεύγει με βυτία ή με καράβια και πηγαίνει, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, στην Ιταλία. Εκεί τυποποιείται μαζί με άλλα λάδια από την Ιταλία, την Ισπανία και άλλες χώρες και εξάγεται ως ελαιόλαδο από την Ιταλία».
«Οι Ιταλοί είναι οι μεγαλύτεροι διακινητές ελαιολάδου είναι αλήθεια. Είναι οι μεγάλοι μας ανταγωνιστές. Έχουν μακρά ιστορία στην τυποποίηση και πώληση ελαιολάδου από το 1860 έχουν καταφέρει κι έχουν απλωθεί στις αγορές. Έχουν μεγάλη εσωτερική και εξωτερική αγορά και είναι ελλειματική χώρα, δηλαδή χρειάζονται λάδια», εξηγεί ο κ. Αντωνιάδης. Σύμφωνα με τον ίδιο πάντως τα τελευταία χρόνια ο όγκος του τυποποιημένου λαδιού που εξάγεται αυξάνεται. «Ξεκινήσαμε από 10.000 – 20.000 τόνους. Φέτος έχουμε πάει στους 40.000 τόνους και προχωράμε για να τους αυξήσουμε».
Διαβάστε όλο το θέμα στο TVXS.gr