Τη μέγιστη ποινή που προβλέπεται από το νόμο επέβαλε χθες το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Κω, σε μια μητέρα, μια θεία και έναν παππού που βίαζαν από κοινού ένα κοριτσάκι 7 ετών. Ποινή 35 ετών επεβλήθη στη μητέρα του παιδιού και 25 χρόνια στον παππού και τη θεία. Μια ακόμη κατηγορούμενη, η γιαγιά του κοριτσιού, κρίθηκε αθώα.
Με την απαγγελία της απόφασης σημειώθηκαν επεισόδια. Η μητέρα φέρεται να εξύβρισε και να έφτυσε την κόρη της και να συγκρατήθηκε από αστυνομικούς, που φύλασσαν την αίθουσα, ενώ το ίδιο έπραξε και κατά τη διάρκεια της μεταγωγής της, όταν συνάντησε τον συνήγορο πολιτικής αγωγής.
Το ιστορικό της υπόθεσης, σύμφωνα με τη Δημοκρατική της Ρόδου φέρεται να έχει ως εξής:
Ο πατέρας και η μητέρα παντρεύτηκαν στις 11 Νοεμβρίου 1995. Από τις 22 Σεπτεμβρίου 2000 ο πατέρας που είναι και ο μηνυτής και η μητέρα της μικρής τελούν σε διάσταση και με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, αφαιρέθηκε η προσωρινή επιμέλεια της ανήλικης από την κατηγορούμενη και ανατέθηκε προσωρινά στον πατέρα με τον οποίο διαμένει στην κατοικία του.
Με άλλη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου ρυθμίστηκε το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας της κατηγορούμενης μητέρας με την θυγατέρα της.
Στο πλαίσιο της επικοινωνίας αυτής η μητέρα φέρεται να πήρε την ανήλικη θυγατέρα της από το σπίτι του πατέρα και την πήγε στο σπίτι της, όπου βρισκόταν και η δεύτερη κατηγορουμένη, αδελφή της. Αυτό έγινε πριν την εορτή του Πάσχα 2003.
Εκεί, όπως καταγγέλθηκε η θεία κρατούσε σφιχτά τα χέρια της ανήλικης, την ακινητοποίησε, έπεσε πάνω στην ανήλικη και έβαλε το χέρι της μέσα στο αιδοίο της, προκαλώντας της πόνο και αιμορραγία.
Μετά το περιστατικό αυτό η ανήλικη δεν ήθελε να πάει στη μητέρα της. Ούτε όμως και η μητέρα ενδιαφερόταν να πάρει την κόρη της για επικοινωνία.
Το Νοέμβριο του 2003 η μητέρα πήγε να πάρει την κόρη της, αλλά η μικρή αρνήθηκε πεισματικά να πάει μαζί της.
Όταν ο πατέρας ρώτησε την κόρη του γιατί αρνείται να πάει με τη μητέρα της, αυτή του απάντησε ότι στην τελευταία συνάντησή τους, το Πάσχα, η μητέρα της έβγαλε το εσώρουχο και, ενώ η θεία της,την κρατούσε σφιχτά από τα χέρια, η μητέρα της τής άνοιξε τα πόδια και της πείραξε το γεννητικό της όργανο.
Την ερώτησε γιατί δεν του το είπε αμέσως, κι η μικρή απάντησε ότι η μητέρα της την απείλησε ότι θα σκοτώσει τον πατέρα της και την ίδια με όπλο.
Την ένταση αυτή στη σχέση της κόρης με τη μητέρα της, διαπίστωσε και ψυχολόγος, η οποία περιέγραψε τις ζωγραφιές της μικρής και το περιεχόμενό τους, καθώς και την επίθεση της μικρής στη γιαγιά, όταν διαπίστωσε ότι είχε δείξει τις ζωγραφιές στη μάρτυρα.
Αναφέρθηκε επίσης στην αφήγηση της γιαγιάς, σχετικά με τις αντιδράσεις της κόρης, όταν η συζήτηση αναφέρεται στη μητέρα της. Το ίδιο διαπίστωσε και η ίδια η μάρτυρας, όταν προσπαθούσε να φέρει τη συζήτηση στη μητέρα της, αλλά και στο επεισόδιο με την επίθεση της εγγονής στη γιαγιά της, όταν αυτή τη ρώτησε γιατί δεν πηγαίνει στη μητέρα της.
Παιδοχειρουργός, εξέτασε στο Νοσοκομείο την φερόμενη ως παθούσα, όταν αυτή παραπονείτο για περιπρωκτικό άλγος. Την ερώτησε, ενώ ήταν μόνοι τους, γιατί πονάει ο ποπός της και η μικρή του απάντησε ότι την ώρα που κοιμόταν κατάλαβε πως ο παππούς της ασέλγησε σε βάρος της. Κατάθεσε ότι όπως του είπε η ανήλικη, αυτό το γεγονός είχε συμβεί δύο φορές. Στην εξέταση που έκανε παρατήρησε ευχέρεια στην εξέταση της γενετήσιας περιοχής, το παιδί δεν αντιδρούσε στην εξέταση των γεννητικών οργάνων του, είχε δε ευκολία στο να κατεβάζει το εσώρουχό του. Κατέληξε ότι δεν μπορεί να καταθέσει με βεβαιότητα ότι το παιδί έχει υποστεί ασελγείς πράξεις.
Σε έγγραφο που συνέταξε η προϊσταμένη της κοινωνικής υπηρεσίας του Περιφερειακού Νοσοκομείου Ρόδου και αφορά περιστατικά, που έγιναν όταν η ανήλικη βρισκόταν στο νοσοκομείο, από το οποίο η μητέρα της την πήρε δια της βίας και παρά την αντίθετη άποψη του προσωπικού, αναφέρει για την ανήλικη ότι αυτή αισθάνεται χαρούμενη και ασφαλής κοντά στον πατέρα της που δεν δείχνει να φοβάται. Ζωγραφίζει τον εαυτό της και τους γονείς της με μια μπανιέρα από πάνω της, όταν δε την ρώτησε γι’ αυτό της απάντησε πως είναι βρώμικη και θέλει να πλένεται. Συμπεραίνει από το συγκεκριμένο στοιχείο ότι αυτό πάντα κινεί την υποψία για σεξουαλική παρενόχληση από κάποιον.
Οι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν τις κατηγορίες και ισχυρίστηκαν ότι οι καταθέσεις της ανήλικης ήταν αποτέλεσμα επηρεασμού από τον πατέρα και τους γονείς του με τους οποίους υπάρχει μεγάλη ένταση λόγω του χωρισμού. Και ότι με αυτό τον τρόπο πέτυχαν την αφαίρεση της επιμέλειας από την μητέρα της.