Πολλές φορές ακούμε την έκφραση «τον έπιασε επ’ αυτοφώρω». Τι σημαίνει όμως, αυτή η έκφραση; 

Κατ’ αρχήν, ας δούμε πώς ορίζει ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, το αυτόφωρο έγκλημα: 

Άρθρο 242. – «1. Αυτόφωρο είναι το έγκλημα την ώρα που γίνεται ή το έγκλημα που έγινε πρόσφατα. Η πράξη θεωρείται ότι έγινε πρόσφατα, ιδίως όταν αμέσως ύστερα από αυτήν ο δράστης καταδιώκεται από τη δημόσια δύναμη ή από τον παθόντα ή με δημόσια κραυγή, όπως και όταν συλλαμβάνεται οπουδήποτε να έχει αντικείμενα ή ίχνη από τα οποία συμπεραίνεται ότι διέπραξε το έγκλημα σε πολύ πρόσφατο χρόνο.

2. Ποτέ δεν θεωρείται ότι συντρέχει μία από τις παραπάνω περιπτώσεις, αν πέρασε όλη η επόμενη ημέρα από την τέλεση της πράξης.

3. Τα εγκλήματα που τελούνται δια του τύπου θεωρούνται
πάντοτε αυτόφωρα.

4. Τα εγκλήματα που τελούνται από ανηλίκους δεν δικάζονται ως αυτόφωρα».

Ο Κώδικας  Ποινικής Δικονομίας είναι ο Κώδικας που ρυθμίζει τη διαδικασία στα Ποινικά Δικαστήρια.

Η διαδικασία αυτή αφορά σε πλημμελήματα, καθώς στα κακουργήματα είναι άλλη η διαδικασία και δεν υπάρχουν αυτόφωρα Δικαστήρια για κακουργήματα.Στα κακουργήματα διενεργείται πάντοτε ανάκριση, η οποία τελειώνει με την απολογία του κατηγορουμένου και εάν δεν εμφανιστεί ο κατηγορούμενος εκδίδεται ένταλμα σύλληψης. Επίσης, στα κακουργήματα, εκδίδεται ένταλμα προσωρινής κράτησης εφόσον υπάρχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις και εφόσον συμφωνούν ανακριτής και εισαγγελέας ή το αποφασίσει το Δικαστικό Συμβούλιο.

Ας δούμε όμως λίγο πιο αναλυτικά τι συμβαίνει στην αυτόφωρη διαδικασία:

Το αστυνομικό όργανο ή ο ανακριτικός υπάλληλος που συνέλαβε το δράστη επ’ αυτοφώρω για την διάπραξη κάποιου  πλημμελήματος,  συντάσσει έκθεση σύλληψης του δράστη και βεβαίωση του εγκλήματος που διαπράχθηκε και έχει την υποχρέωση να προσάγει αμέσως τον δράστη ενώπιον του αρμόδιου Εισαγγελέα.

Όταν κανείς συλλαμβάνεται στα πλαίσια του αυτοφώρου, προσάγεται στο Αστυνομικό Τμήμα ή στην Αστυνομική Διεύθυνση για σήμανση, φωτογραφίες κλπ κι έπειτα, θα πρέπει το συντομότερο δυνατόν, δηλαδή αυθημερόν ή την επόμενη μέρα, να οδηγηθεί στον Εισαγγελέα ποινικής δίωξης. Μέχρι τότε,  παραμένει κρατούμενος στην Αστυνομία. Ο Εισαγγελέας, αποφασίζει εάν ο συλληφθείς θα δικαστεί αμέσως από το αρμόδιο Δικαστήριο  ή εάν θα οριστεί τακτική δικάσιμος, οπότε και αφήνεται ελεύθερος. Η κράτηση αυτή, δηλαδή η προσωρινή κράτηση δεν μπορεί να ξεπερνά τις είκοσι τέσσερις ώρες από την προσαγωγή. Αν μέσα στην προθεσμία αυτή δεν μπορεί να εισαχθεί η υπόθεση στο ακροατήριο, για οποιονδήποτε λόγο, ο Εισαγγελέας μπορεί να παραπέμψει τον κατηγορούμενο στον ανακριτή, ο οποίος οφείλει μέσα σε προθεσμία είκοσι τεσσάρων ωρών να αποφασίσει για την προσωρινή κράτηση ή όχι του κατηγορούμενου. Αν εκδοθεί ένταλμα προσωρινής κράτησης του κατηγορούμενου,  δεν επιτρέπεται η προσωρινή απόλυσή του.

Στη Δίκη καλούνται και οι μάρτυρες προφορικά, καθώς και άλλοι τυχόν συμμέτοχοι στο έγκλημα, οι οποίοι δεν συνελήφθησαν εντός των ορίων του αυτοφώρου.
Εάν ο Εισαγγελέας κρίνει ότι συντρέχουν λόγοι να μην εφαρμοστεί η αυτόφωρη διαδικασία, ορίζει ρητή (τακτική) δικάσιμο για την εκδίκαση της υπόθεσης.

Τότε, ο  Εισαγγελέας γνωστοποιεί προφορικά τα στοιχεία της κατηγορίας στον κατηγορούμενο και δεν απαιτείται κοινοποίηση σ αυτόν κλητήριου θεσπίσματος (κλήσης).

Αν την ημέρα προσαγωγής του κατηγορούμενου στον Εισαγγελέα δεν συνεδριάζει το αρμόδιο δικαστήριο, τότε, είτε ορίζεται έκτακτη δικάσιμη για την ίδια ημέρα, είτε εφόσον είναι αδύνατη η συγκρότηση αυτού του δικαστηρίου αυθημερόν, για την επόμενη ημέρα.

Τί γίνεται όταν το έγκλημα για το οποίο κατηγορείται ο δράστης, διώκεται μόνο ύστερα από έγκληση του παθόντα;

Αν το αδίκημα για το οποίο κατηγορείται ο δράστης, διώκεται μόνο ύστερα από έγκληση του παθόντα, ο παθών μπορεί να υποβάλει την έγκλησή του προφορικά στα αστυνομικά όργανα ή τους ανακριτικούς υπαλλήλους, οι οποίοι έχουν την δυνατότητα να συλλάβουν τον δράστη, οπότε η σχετική δήλωσή του παθόντα υπάρχει στην έκθεση σύλληψης.

Ο ανακριτής στέλνει αμέσως τη δικογραφία στον Εισαγγελέα, ο οποίος εισάγει την υπόθεση στο ακροατήριο. Αν η εκδίκαση της υπόθεσης δεν πρόκειται να γίνει την ίδια ημέρα που έγινε η προσαγωγή του κατηγορούμενου, ο Εισαγγελέας μπορεί να παραπέμψει στο ακροατήριο και τους άλλους  συνυπαιτίους  που δεν έχουν συλληφθεί, αφού προηγουμένως φροντίσει για την επίδοση σ’ αυτούς του κλητήριου θεσπίσματος.

Μπορεί να γίνει προφορική κλήτευση των μαρτύρων στο αυτόφωρο;

Ναι, ο Εισαγγελέας, μπορεί να διατάξει και την προφορική κλήτευση των μαρτύρων. Αυτός που πραγματοποίησε την σύλληψη του δράστη, οφείλει να κλητεύσει προφορικά τους μάρτυρες κατηγορίας και υπεράσπισης, αναφέροντας την κλήτευση αυτή, στην έκθεση σύλληψης που συντάσσει. Εκείνος που  υπέστη ζημία από την παράνομη πράξη του δράστη, μπορεί να εισάγει την απαίτησή του με προφορική δήλωσή του στο ακροατήριο του δικαστηρίου και να φέρει μάρτυρες για να αποδείξει την απαίτησή του χωρίς να τους γνωστοποιήσει προηγουμένως στον κατηγορούμενο.

Μπορεί να γίνει αναβολή εκδίκασης της υπόθεσης σε ρητή δικάσιμο; 

Ναι,  το δικαστήριο μπορεί να αναβάλει την εκδίκαση της υπόθεσης σε ρητή δικάσιμο, η οποία δεν μπορεί να απέχει περισσότερο από δεκαπέντε ημέρες, αν υπάρχει ανάγκη ισχυρότερων αποδείξεων ή  χρειάζεται να κλητευθούν οι συναίτιοι.

Στις περιπτώσεις αναβολής της εκδίκασης,  το δικαστήριο οφείλει να αποφασίσει για την διατήρηση η όχι της κράτησης ή της προσωρινής κράτησης του κατηγορούμενου. Κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, αν το δικαστήριο κρίνει ότι το έγκλημα δεν έχει καταληφθεί επ’ αυτοφώρω ή αν και μετά την αναβολή που έδωσε για ισχυρότερες αποδείξεις, οι αποδείξεις δεν κρίνονται επαρκείς, παραπέμπει την υπόθεση στην τακτική διαδικασία.

Ποιά είναι τα βασικά δικαιώματα του κατηγορουμένου, στα αυτόφωρα Δικαστήρια;

Τα βασικά δικαιώματα του κατηγορουμένου, στα αυτόφωρα Δικαστήρια, είναι τα εξής :

α) έχει δικαίωμα να ζητήσει από το Δικαστήριο να του ορίσει συνήγορο υπεράσπισης, σε περίπτωση που δεν έχει και

β) έχει δικαίωμα να ζητήσει να αναβληθεί η Δίκη του για 3 ημέρες, προκειμένου να προετοιμάσει την υπεράσπισή του.

Ας επισημανθεί επίσης ότι δεν συλλαμβάνονται, με τη διαδικασία του αυτοφώρου τα πρόσωπα εκείνα, που έχουν ειδική μεταχείριση από το Νόμο, για παράδειγμα, δικηγόροι, νομάρχες, δικαστές, αρχιερείς και άλλοι, για πλημμέλημα, αλλά θα πρέπει μετά την εξακρίβωση της ιδιότητας τους, να αφεθούν ελεύθεροι, καθώς δικάζονται σε πρώτο βαθμό από το Εφετείο.

 

Χρύσα Τσιώτση 

Νομικός 

chryssa.tsiotsi@gmail.com