H γραμμή της Γερμανίας για παρατεταμένη λιτότητα, σκληρή δημοσιονομική πειθαρχία και δραστικές μεταρρυθμίσεις επιβλήθηκε πλήρως στην ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής. Απορρίφθηκαν λύσεις, όπως η έκδοση ευρωομολόγων και η αύξηση των πόρων για το Ταμείο Στήριξης. Η Βρετανία αρνήθηκε να δεχθεί την εποπτεία των κοινοτικών οργάνων.
Τουλάχιστον ανακούφιση προκαλεί η ετοιμότητα της Φρανκφούρτης να συνεχίσει να παρεμβαίνει προς όφελος των προβληματικών χωρών «ενεργώντας για λογαριασμό των σημερινού Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας», συνεχίζοντας δηλαδή την αγορά ομολόγων στη δευτερογενή αγορά.
Η Σύνοδος επιβεβαίωσε το ρήγμα μεταξύ ηπειρωτικής Ευρώπης και Μεγάλης Βρετανίας, η οποία αρνήθηκε να τεθεί το City υπό την εποπτεία των εποπτικών αρχών και άλλων θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Αποτέλεσμα αυτών των βρετανικών αντιδράσεων ήταν να μη συμφωνήσουν οι «27» σε από κοινού αναθεώρηση της Συνθήκης της Λισαβόνας.
Με τη δημιουργία του «Δημοσιονομικού Συμφώνου» η Γερμανία «κλείδωσε» την υποχρέωση των χωρών-μελών να εμφανίζουν ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς με κανόνες που θα είναι συνταγματικά κατοχυρωμένοι. Παράλληλα, ικανοποιήθηκε το αίτημα του Βερολίνου για ενίσχυση των εξουσιών του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που θα παρακολουθεί την εφαρμογή αυτών των κανόνων σε εθνικό επίπεδο.
Στο πλαίσιο της ασφυκτικής επιτήρησης, τα κράτη-μέλη που βρίσκονται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος θα υποχρεούνται να υποβάλλουν στην Κομισιόν και στο Συμβούλιο Υπουργών προγράμματα οικονομικής προσαρμογής, στα οποία θα περιγράφονται οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για τη διόρθωση της κατάστασης. Για τους παραβάτες οι κυρώσεις θα είναι ακόμη πιο αυστηρές και αυτόματες.
Από τις περιορισμένες υποχωρήσεις που έκανε η Γερμανία ήταν -εκτός από την ενίσχυση της παρέμβασης της ΕΚΤ που θα πλαισιώνει τον σημερινό και τον μελλοντικό μηχανισμό στήριξης- η εγκατάλειψη της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα, καθώς συμφωνήθηκε ότι θα τηρούνται πλέον οι πρακτικές του ΔΝΤ.
Σε ό,τι αφορά τη θωράκιση της Ευρωζώνης, οι Ευρωπαίοι ηγέτες περιορίστηκαν στη μόχλευση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, ύψους 250 δισ. ευρώ, και συμφώνησαν στην επίσπευση της λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ύψους 500 δισ. ευρώ, ο οποίος θα τεθεί σε ισχύ τον Ιούλιο του 2012.