Η παράταση των μέτρων θεωρείται δεδομένη για τουλάχιστον μία εβδομάδα μετά την 30η Νοέμβρη, ενώ όταν επιτευχθεί η αναμενόμενη πτώση των κρουσμάτων, η πρώτη σκέψη αφορά στην επιστροφή των μαθητών στα σχολεία στις 7 Δεκεμβρίου.
Στα πλάνα της κυβέρνησης είναι το λιανεμπόριο να ανοίξει μια εβδομάδα αργότερα, στις 14 Δεκεμβρίου και η εστίαση (μόνο με καθήμενους πελάτες, μέχρι 4 άτομα ανά τραπέζι και χωρίς μουσική) στο τελευταίο στάδιο με πιθανή ημερομηνία τη Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου, δηλαδή παραμονές των Χριστουγέννων.
«Σε πολλές περιπτώσεις οι καθολικές απαγορεύσεις να έχουν πέσει έξω. Δεν είναι τυχαίο ότι όπου εφαρμόστηκαν τα lockdown στην Ευρώπη και αλλού, είχαν έναν πολύ αργό χρόνο για να αναδείξουν τα αποτελέσματά τους», τόνισε ο Γιώργος Γεραπετρίτης.
Και στα καθ’ ημάς, «κι εμείς έχουμε μια καθυστέρηση στο να φανεί η μείωση των κρουσμάτων -είναι εμφανής η επιπεδοποίηση των κρουσμάτων αλλά όχι η μείωση-, ενώ στους θανάτους έχουμε μια χρονική υστέρηση περίπου 15 ημερών», ανέφερε με την πρόσθετη παρατήρηση ότι τα κρούσματα είναι σε συνάρτηση του αριθμού των τεστ (περίπου 30.000 ημερησίως σήμερα). Με τη νέα τεχνολογία και κάνοντας χρήση των γρήγορων τεστ ο υπουργός Επικρατείας γνωστοποίησε ότι θα αναπτυχθεί «ένα πολύ μεγάλο πρόγραμμα, που θα είναι τεστάρισμα του γενικού πληθυσμού, για να έχουμε πραγματική εικόνα του πόσο έχει διεισδύσει (ο ιός)».
Αναφορικά με τον προγραμματισμό των επόμενων εβδομάδων, «εφόσον υπάρξει συνέχιση του φαινομένου δεν θα μπορέσουμε να έχουμε καθολική άρση των μέτρων στις 30 Νοεμβρίου, η ελπίδα μας ήταν ότι θα είχε φανεί το αποτύπωμα των μέτρων καθολικής απαγόρευσης αρκετά νωρίτερα για να μπορέσουμε να ανοίξουμε την κοινωνία και την αγορά», εξήγησε και πρόσθεσε: «Την επόμενη εβδομάδα θα έχουμε μια πιο μεγάλη ανάλυση των επίκαιρων δεδομένων, φαίνεται όμως ότι λιανεμπόριο και εστίαση πηγαίνουν για κάπως αργότερα σε σχέση με τον αρχικό προγραμματισμό».
Σε σχέση με τις εφεδρείες σε κλίνες Μονάδας Εντατικής Θεραπείας, ο Γ. Γεραπετρίτης μίλησε για «τον υπερ-φιλόδοξο στόχο που είχαμε θέσει, να φθάσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που είναι 1.200 κλίνες ΜΕΘ ανάλογα με τον πληθυσμό μας (και ο οποίος) έχει ήδη επιτευχθεί, έχουμε περίπου 1.220 κλίνες σήμερα».
Ταυτόχρονα και «κάνοντας εκ των υστέρων αυτοκριτική», όπως είπε, «θα ήταν ίσως σκόπιμο τα μέτρα ειδικά για ορισμένες γεωγραφικές περιοχές, όπως η Βόρεια Ελλάδα, να είχαν παρθεί κατά τι νωρίτερα, από την άλλη η εκθετική αύξηση του φαινομένου δεν μπορούσε να προβλεφθεί ούτε από τους υγειονομικούς. Σε διάστημα πολύ λίγων ημερών είχαμε μια εκθετική αύξηση κατά βάση ανεξήγητη, δεν μπορούσε να βρεθεί η πηγή της υπερμετάδοσης», εξήγησε επίσης.
Πάντως με βάση τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου πρόληψης των μεταδοτικών ασθενειών, που δημοσιεύονται κάθε Πέμπτη, «η Ελλάδα είναι, σχεδόν, η μόνη χώρα, ένα μεγάλο μέρος της οποίας εξακολουθεί να βρίσκεται εκτός της κόκκινης κατηγορίας. Σε ό,τι αφορά την κατάταξη με βάση τα κατά κεφαλήν κρούσματα, είμαστε στην 33η θέση από 36 χώρες της Ευρώπης. Στους θανάτους είμαστε στην 30ή θέση, μακάρι να μπορούσαμε να μην είχαμε ούτε ένα θάνατο ούτε ένα κρούσμα…», τόνισε ακόμη..
Πηγή: News.gr