Το δικαίωμα της σιωπής επικαλέστηκε ο 61χρονος πρώην αστυνομικός  ενώπιον της ανακρίτριας προκειμένου να μην απαντήσει σε καμία ερώτηση για την δολοφονία της 6χρονης κόρης του ,Στέλλας. Ακόμη και όταν ρωτήθηκε
 αν προσπάθησε να βοηθήσει το παιδί του εκείνος είπε : “Δεν απαντάω “.

Της Μαρίας Ζαχαροπούλου

Ο κατηγορούμενος κατέθεσε στην ανακρίτρια ένα σύντομο απολογητικό υπόμνημα με τις θέσεις του χαρακτηρίζοντας “τραγικό συμβάν” την δολοφονία της μικρής ισχυριζόμενος ότι το μοιραίο βράδυ  ” είχε χάσει την αίσθηση χώρου – χρόνου”.
“Την επίμαχη μέρα και ώρα που έλαβε χώρα το τραγικό αυτό συμβάν της ανθρωποκτονίας από μένα σε βάρος της ανήλικης κόρης μου Στέλλας ειλικρινά είχα χάσει  την αίσθηση χώρου – χρόνου και η αντίδραση μου να πιέσω το κεφάλι της στο στήθος μου την ώρα που αυτή κλωτσούσε αντιδρώντας στο μπάνιο της που επιχείρησα να τη βοηθήσω, ήταν εκτός συνειδητότητός μου 100%. Ο πανικός μου εκ των υστέρων λειτουργησε σαν ντόμινο σε μια σειρά αντιδράσεων…” αναφέρει χαρακτηριστικά ο 61χρονος στο απολογητικό του υπόμνημα.
Ο κατηγορούμενος, ο οποίος κρίθηκε προφυλακιστέος και φυγαδεύτηκε από την πίσω πόρτα του ανακριτικού γραφείου , ζήτησε να εξεταστεί από ειδικό ψυχίατρο καθώς στο σύνολο της η υπερασπιστική του γραμμή βασίζεται στα ψυχολογικά προβλήματα τα οποία , όπως ισχυρίζεται, αντιμετωπίζει εδώ και χρόνια.
Όπως αναφέρει τα πρώτα σημάδια της κατάθλιψης εμφανίστηκαν μετά το πρώτο διαζύγιο του από την πολύ νεαρότερη σύζυγο του με την οποία απέκτησε δυο παιδιά.

“Ο χωρισμός μου με την πρώτη σύζυγό μου οπωσδηποτε σηματοδότησε
τα ξεκινήματα μιας περιόδου καταθλίψεως μου που βαθμιαία έκτοτε με έχει κατακυριεύσει (…) Βεβαίως μετά το διαζύγιο μου παντρεύτηκα τη νυν σύζυγό μου (…).Τα προβλήματα από την κατάθλιψη εγίνοντο πιο εντονα προϊόντος  του χρόνου και ο λόγος αυτός με υποχρέωσε να επισκεφθώ πολλάκις και επαννειλημμένα τα κεντρικά ιατρεία της υπηρεσίας μας (σ.σ. της αστυνομίας)  από το 2012 έως σήμερα” υπογραμμίζει τονίζοντας πως
 θα καταθέσει τους  σχετικούς φακελους των επισκέψεών του.
Μάλιστα, αναφέρει πως, μετά τη σύλληψη του, κατά την κράτηση του στη ΓΑΔΑ  επιχείρησε να αυτοκτονήσει, υποστηρίζοντας ότι “έχει καταγραφεί  περιστατικό αφαίρεσης από εμένα μαύρης  σακούλας απορριμμάτων από το προσωπικό που επιμελείται την καθαριότητα” . Εκεί , όπως λέει , τον επισκέφθηκε ένας ακόμη γιατρός .

Ο 61χρονος  στην προσπάθεια του να ενισχύσει τους ισχυρισμούς του περί ψυχολογικών προβλημάτων … ρίχνει ένα ακόμη  χαρτί στο τραπέζι αφήνοντας υπόνοιες ότι κακοποιήθηκε σεξουαλικά όταν ήταν παιδί.

“Στην πιο ευαίσθητη ηλικία μου περίπου 6-7 ετών εξαπατήθηκα από συντοπίτη μου ενήλικα, ο οποίος με παρέσυρε σε απομονωμένο χώρο και διέπραξε εις βάρος μου ό,τι χειρότερο μπορούσε να μου συμβεί πάνω στη σωματική μου- ψυχική μου – πνευματική μου ακεραιότητα. Ουδέποτε αποκάλυψα το δυσβάσταχτο αυτό μυστικό μου μέχρι σημερα σε οποιοδήποτε με ό,τι φοβερες συνέπειες αυτό συνεπάγεται(…). Ουδεποτε είχα όχι ειδική ψυχολογική υποστήριξη για το θέμα αυτό, αλλά ούτε από το οικογενειάκο ή στενό μου φιλικό περιβάλλον έτυχα κάποιας ευεργετικής συμπαράστασης” λέει.

“Αισθάνομαι  έντονα συναισθήματα υποτιμήσεως μου”

“Αισθάνομαι τα τελευταία  χρόνια έντονα συναισθήματα υποτιμήσεως μου, απαξιώσεως μου και έλλειψης ευγνωμοσύνης από τα πρόσωπα που αποκαλούνται στενό οικογενειακό περιβάλλον, παρότι θεωρώ να έχω  συνεισφέρει πάντα γενναιόδωρα προς αυτά” αναφέρει στο υπόμνημα του ο 61χρονος και στρέφει τα πυρά του στην σύζυγο του και μητέρα της Στέλλας η οποία μέσω του συνηγόρου της δήλωσε παράσταση πολιτικής αγωγής εναντίον του.

“Σκεφτείτε ότι ακόμα και τώρα στη ΓΑΔΑ με επισκέφθηκε η τωρινή συζυγός μου, μου ζήτησε τις πιστωτικές  μου κάρτες και τα πιν και εντελώς καλοπροαίρετα της τα παρείχα, προκειμένου όπως αποκαλύφθηκε την επομένη με αυτά να πληρώσει το δικηγόρο που σήμερα μαθαίνω ότι εμφανίζεται στα κανάλια και χωρίς να έχει λάβει επίσημα αντίγραφα της δικογραφίας με στιγματίζει (τι ευκολος στόχος πρέπει να είμαι πεσμένος κάτω!!) δηλώνοντας εμφατικά πόσο ψεύτικες είναι οι αιτιάσεις μου περί καταθλίψεώς μου”.

Ο πρώην αστυνομικός παρέμεινε στο ανακριτικό γραφείο λιγότερο από μισή ώρα και έκανε χρήση του δικαιώματος της σιωπής λέγοντας απευθυνόμενος στην ανακρίτρια :
“Δεχθείτε το πένθος μου όχι μόνο λόγω των αποτροπιαστικών γεγονότων που έχουν λαβει χώρα, όχι μόνο διότι βρίσκομαι κάτω από την επήρεια ισχυρών φαρμάκων αλλά και οπωσδήποτε δεν είμαι στην κατάσταση της νηφαλιότητας εκείνης που κρίνεται αναγκαία ούτως ώστε να απαντήσω σε οποιαδήποτε ερώτηση σας”.

“Τι απολογείσαι;” , τον ρώτησε η ανακρίτρια για να ακολουθήσει η εξής στιχομυθία :
“Αναφέρομαι στο από 2-5-2017 απολογητικό υπόμνημα το περιεχόμενο του οποίου επιβεβαιώνω ως αληθές και δεν έχω να προσθέσω κάτι άλλο.
Ερώτηση : Ο θάνατος της κόρης σας επήλθε με την πίεση του κεφαλιού της πάνω στο στήθος σας όπως είχατε καταθέσει στην αστυνομία;
Απάντηση : Δεν απαντάω
Ερώτηση : Κλείσατε το πρόσωπο της κόρης σας με το χέρι σας;
Απάντηση : Δε απαντάω
Ερώτηση : Όση ώρα σφίγγατε το θύμα προσπάθησε να φύγει και σας γρατζούνισε;
Απάντηση : Δεν απαντάω
Ερώτηση : Προσπαθήσατε να την βοηθήσετε;
Απάντηση : Δεν απαντάω
Αρνούμαι να απαντήσω τι προβλήματα ύπνου έχω και για το θέμα της κατάθλιψης. Αιτούμαι την εξέταση μου από ειδικό ψυχίατρο.
Ερώτηση : Χτυπήσατε το παιδί πριν το σκοτώσετε;
Απάντηση : Δεν απαντάω. Δεν έχω να προσθέσω κάτι άλλο.”