«Η Ελλάδα αποτελεί τόπο ασφαλή, με αμελητέο κίνδυνο ελονοσίας, ενώ οι διεθνείς οργανισμοί δημόσιας υγείας εκτιμούν ότι δεν χρειάζεται κανένα ειδικό μέτρο προφύλαξης από όσους επισκέπτονται τη χώρα μας».

Τα παραπάνω τονίζει το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ), τονίζοντας ότι «τα 4 σποραδικά κρούσματα εγχώριας μετάδοσης τη φετινή περίοδο έως τώρα, δεν δικαιολογούν την εκτός μέτρου επικέντρωση στο θέμα».

Σύμφωνα με το ΚΕΕΛΠΝΟ, κρούσματα ελονοσίας με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης, δηλαδή ασθενείς που τεκμαίρεται ότι μολύνθηκαν εντός Ελλάδος, εμφανίζονται συστηματικά στη χώρα από το 2009. Έχουν καταγραφεί: 7 (2009), 4 (2010), 42 (2011), 20 (2012), 3 (2013), 0 (2014), 6 (2015) περιστατικά.

Επισημαίνει ότι «ο αριθμός των κρουσμάτων ελονοσίας με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης έχει μειωθεί σημαντικά σε σύγκριση με το 2011-2012, μετά την εφαρμογή συστηματικών μέτρων για την αντιμετώπιση του νοσήματος, ειδικά στις περιοχές που εμφανίστηκαν συρροές».

Το ΚΕΕΛΠΝΟ εξηγεί ότι η ελονοσία, όπως και άλλα νοσήματα που μεταδίδονται με «διαβιβαστές» (π.χ. κουνούπια, που μεταδίδουν νοσήματα, όπως λοίμωξη από ιό δυτικού Νείλου, δάγγειος πυρετός, λοίμωξη από ιό Ζίκα κλπ.), αποτελούν νοσήματα προτεραιότητας για τις υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας της χώρας μας, αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Αυτό συμβαίνει γιατί αφ’ ενός η κλιματική αλλαγή αυξάνει τις περιοχές κυκλοφορίας των κουνουπιών και αφετέρου η αύξηση των ταξιδιών και της μετανάστευσης, παγκοσμίως, συνεπάγονται αυτονόητα αύξηση των εισαγόμενων κρουσμάτων, δηλαδή ασθενών που η νόσος τους διαγνώστηκε στη χώρα, ενώ είχαν μολυνθεί πριν εισέλθουν σε αυτήν.

Σχέδιο Δράσης του Υπουργείου Υγείας

Για την αντιμετώπιση της ελονοσίας έχει εκπονηθεί σχέδιο δράσης του υπουργείου Υγείας με τη συμμετοχή πολλών φορέων, το οποίο εφαρμόζεται και κατά τη φετινή περίοδο μετάδοσης. Τα προγράμματα καταπολέμησης κουνουπιών, που αποτελούν σημαντικό αν και όχι απόλυτο μέτρο προστασίας, είναι στην ευθύνη των περιφερειακών και δημοτικών αρχών και η συντριπτική πλειοψηφία τους έχει ξεκινήσει από την άνοιξη ή τις αρχές του καλοκαιριού.

Επειδή η ελονοσία είναι δυνατόν να μεταδοθεί μέσω μετάγγισης αίματος, από ασθενή που φέρει στο αίμα το παράσιτο της ελονοσίας, εφαρμόζονται αυστηρά μέτρα αποτροπής ενός τέτοιου ενδεχομένου, όσο μικρό κι αν είναι.

Ουσιαστικό στοιχείο των μέτρων αυτών -με την ακραία σχολαστικότητα των μέτρων ασφαλείας αίματος- είναι ο αποκλεισμός από αιμοδοσία των λεγόμενων «επηρεαζόμενων περιοχών», δηλαδή περιοχών όπου έχει ανιχνευθεί τουλάχιστον ένα κρούσμα ελονοσίας, με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης. Ο χαρακτηρισμός αυτός και η λίστα των «επηρεαζόμενων περιοχών» χρησιμοποιείται από το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ) για την έκδοση κατάλληλων οδηγιών προς τις υπηρεσίες Αιμοδοσίας της χώρας.

Το ΚΕΕΛΠΝΟ διευκρινίζει ότι ο ορισμός των επηρεαζόμενων από την ελονοσία περιοχών, γίνεται από διεπιστημονική Ομάδα Εργασίας, μετά από την εξέταση επιδημιολογικών, εντομολογικών και γεωγραφικών δεδομένων για κάθε κρούσμα ελονοσίας με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης.

Επιπλέον, για την ακόμα πιο σχολαστική ασφάλεια του αίματος η διάρκεια του χαρακτηρισμού της κάθε «επηρεαζόμενης περιοχής» είναι πάνω από ένα έτος και ο «αποχαρακτηρισμός» γίνεται εφόσον δεν υπάρχουν περαιτέρω ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης για δύο περιόδους κυκλοφορίας κουνουπιών.

Στην πρόσφατη Έκθεση Επιδημιολογικής Επιτήρησης για την Ελονοσία, κατά την περσινή περίοδο, 2015, καταγράφηκαν 6 κρούσματα ελονοσίας με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης, τα οποία οδήγησαν στον χαρακτηρισμό ως επηρεαζόμενων οικισμών από 8 διαφορετικούς Δήμους. Οι περιοχές αυτές θεωρούνται ακόμη «επηρεαζόμενες», παρ’ ότι τα περιστατικά που τις κατέταξαν στην κατηγορία αυτή εμφανίστηκαν την περσινή χρονιά, καθώς θα πρέπει να ολοκληρωθεί και η φετινή περίοδος κυκλοφορίας των κουνουπιών 2016, χωρίς καταγραφή εγχώριας μετάδοσης, προκειμένου να «αποχαρακτηρισθούν».

Αντίστοιχα, κατά την τρέχουσα περίοδο μετάδοσης 2016, έχουν καταγραφεί 4 κρούσματα ελονοσίας με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης, σε περιοχές των Περιφερειακών Ενοτήτων (ΠΕ) Αχαΐας, Ηλείας και Θεσσαλονίκης, με αποτέλεσμα την προσθήκη οικισμών από 4 επιπλέον Δήμους, ενώ κανένα από τα περιστατικά ελονοσίας με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης, που εμφανίστηκαν τόσο το 2015 όσο και το 2016 (έως σήμερα), δεν συνδέεται με Κέντρο Φιλοξενίας Προσφύγων/Μεταναστών.