Την Ελλάδα έφερε ως (αντι-)παράδειγμα η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι την Τετάρτη σε ομιλία της στο κοινοβούλιο, αναφορικά με το φλέγον ζήτημα των περικοπών δαπανών στο βρετανικό Δημόσιο.
Πρόκειται, όπως αναφέρεται σε άρθρο γνώμης των συντακτών του πρακτορείου Bloomberg, για ένα θέμα που απασχολεί ιδιαίτερα το κόμμα της Μέι, το οποίο εδώ και χρόνια έχει δεσμευθεί να υπερκαλύψει το έλλειμμα του προϋπολογισμού έως το 2020, όμως τώρα πολλοί αρχίζουν να αναθεωρούν την ανάγκη αυτής της δέσμευσης. «Η Τερέζα Μέι θα πρέπει να αποφασίσει ανάμεσα σε μία ντροπιαστική στροφή 180 μοιρών ή την υπεράσπιση μίας πολιτικής που δεν είναι ούτε δημοφιλής, ούτε απαραίτητη», σημειώνει το Bloomberg.
«Η Ελλάδα σας δείχνει πού οδηγεί η δημοσιονομική απειθαρχία», είπε η Μέι στην ομιλία της στο κοινοβούλιο, δείχνοντας προφανώς μία τάση υπέρ της λιτότητας, με τον ηγέτη των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν να κάνει λόγο για «επιδημία χαμηλών μισθών» και να ζητά την κατάργηση του ορίου 1% στις αυξήσεις των μισθών στον δημόσιο τομέα.
Σύμφωνα με το άρθρο του Bloomberg, «η κυβέρνηση πρέπει να βάλει προτεραιότητες. Όπου χρειάζονται υψηλότεροι μισθοί για να προσληφθούν και να παραμείνουν εργαζόμενοι για απαραίτητες υπηρεσίες, αυξήστε τους. Όπου χρειάζονται περαιτέρω δημόσιες δαπάνες για να παρασχεθούν ζωτικής σημασίας υποδομές, να ενισχυθεί η παραγωγικότητα και να στηριχθεί η ανάπτυξη, κάντε την επένδυση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι υψηλότεροι φόροι και/ή ο υψηλότερος δημόσιος δανεισμός μπορεί να δικαιολογηθεί. Αν τα πλαφόν και τα όρια χρησιμοποιούνται με τρόπο που καθιστά αυτήν την απαραίτητη ευελιξία αδύνατη -και μάλιστα όχι ως έκτακτα μέτρα, αλλά ως ένα σύστημα μακροχρόνιου ελέγχου- τότε θα κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό».
«Ο εναγκαλισμός της Μέι με την οριζόντια λιτότητα […] είναι κακή πολιτική, καθώς και κακή οικονομία», σχολιάζει ακόμα το Bloomberg, με το άρθρο να καταλήγει ως εξής:
«Η κυβέρνηση δεν θα έπρεπε να υποστηρίζει πως η προσεκτική ευελιξία θα έκανε τη χώρα μία άλλη Ελλάδα. Αυτή η γραμμή δεν περνάει. Οι στοχευμένες δαπάνες για τη βελτίωση κρίσιμων υπηρεσιών και την ενίσχυση της μελλοντικής ανάπτυξης είναι καλή πολιτική, και η καλύτερη προστασία της Βρετανίας από τους επικείμενους κινδύνους».