Ένα έτος συμπληρώνεται αυτή την εβδομάδα από την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου στην Τουρκία που είχε στόχο την ανατροπή του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η σφοδρή απάντηση του οποίου άλλαξε την πολιτική, κοινωνική και διπλωματική κατάσταση της χώρας.
Εδώ και έναν χρόνο η τουρκική κυβέρνηση διεξάγει μια ευρεία εκστρατεία διώξεων, που έχει στόχο υποστηρικτές του αυτοεξόριστου στις ΗΠΑ ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, τον οποίο η Άγκυρα θεωρεί εγκέφαλο του πραξικοπήματος, κάτι που ο ίδιος αρνείται.
Η αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος έχει προκαλέσει σημαντική αναστάτωση και στις διπλωματικές σχέσεις της Τουρκίας, χώρα υποψήφια προς ένταξη στην ΕΕ και μέλος του ΝΑΤΟ, οι σχέσεις της οποίας με τη Δύση είναι τεταμένες εδώ και έναν χρόνο.
Ο πρώην ιεροκήρυκας Φετουλάχ Γκιουλέν αναγνωρίστηκε ως ο εγκέφαλος της αποτυχημένης απόπειρας πραξικοπήματος στην Τουρκία: η έκθεση της επιτροπής έρευνας για το πραξικόπημα δεν περιείχε εκπλήξεις, όμως ένα χρόνο αργότερα παραμένουν σκοτεινά σημεία.
Η επιτροπή του τουρκικού κοινοβουλίου που ανέλαβε να ερευνήσει την απόπειρα πραξικοπήματος δημοσιοποίησε τον Μάιο την έκθεσή της, στην οποία, όπως ήταν αναμενόμενο, κατηγορούσε τους υποστηρικτές του Γκιουλέν και προέτασσε τις ελλείψεις των υπηρεσιών Πληροφοριών.
Όμως κάποια ερωτήματα μένουν αναπάντητα.
Πώς δεν υπέπεσαν στην αντίληψη των υπηρεσιών Πληροφοριών οι προετοιμασίες για το πραξικόπημα; Γιατί ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν ενημερώθηκε μετά τα μεσάνυκτα της 15ης Ιουλίου για τις ύποπτες κινήσεις σε κάποιες στρατιωτικές μονάδες;
Η αντιπολίτευση στην Τουρκία καταγγέλλει ότι οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα παραμένουν ανεπαρκείς.
Το γεγονός ότι η επιτροπή αυτή δεν μπόρεσε να ανακρίνει τον επικεφαλής της τουρκικής υπηρεσίας Πληροφοριών (MIT) Χακάν Φιντάν, ή τον επικεφαλής του στρατού Χουλουσί Ακάρ προκάλεσε τις επικρίσεις των μέσων ενημέρωσης, καθώς οι δύο άνδρες πιστεύεται ότι είχαν σημαντικές πληροφορίες για τα γεγονότα.
«Δεν βλέπουμε μια διαφανή έρευνα. Είναι απογοητευτικό, ακόμη και τρομοκρατικό», δήλωσε ο Γκάρεθ Τζένκινς του Silk Road Studies Program.
Η τουρκική κυβέρνηση απέρριψε τις κατηγορίες ότι προσπάθησε να αποκρύψει πληροφορίες και κατηγόρησε όσους άφησαν να εννοηθεί κάτι τέτοιο ότι προσβάλλουν τη μνήμη «των μαρτύρων» που σκοτώθηκαν κατά την αντίσταση εναντίον των στασιαστών.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν στον τουρκικό Τύπο για τα συμπεράσματα της επιτροπής έρευνας και τις μαρτυρίες των υπόπτων στη διάρκεια της δίκης τους, ο Φιντάν και ο Ακάρ είχαν ενημερωθεί ήδη από το απόγευμα της 15ης Ιουλίου για μια επικείμενη στασιαστική ενέργεια στον τουρκικό στρατό.
Ένας πιλότος στρατιωτικών ελικοπτέρων ήταν αυτός που έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου πηγαίνοντας στις 14:20 (τοπική ώρα) στην έδρα της MIT για να προειδοποιήσει τους αξιωματούχους για το επικείμενο πραξικόπημα, «Τους είπα ότι είναι πιθανό να υπάρξει μαζική δράση. Θυμάμαι καλά ότι είχα χρησιμοποιήσει τη λέξη “πραξικόπημα”», δήλωσε ο αξιωματικός αυτός.
Η προειδοποίησή του έφτασε στη διοίκηση του στρατού γύρω στις 16:30. Ο Φιντάν και ο Ακάρ συναντήθηκαν στη συνέχεια.
Ωστόσο ο Ερντογάν δήλωσε ότι ο κουνιάδος του και όχι οι υπηρεσίες ασφαλείας τον ενημέρωσαν αργά το βράδυ ότι υπήρχε σε εξέλιξη πραξικόπημα.
Ο στρατηγός Ακάρ κρατήθηκε από τους πραξικοπηματίες όλη τη νύχτα σε μια βάση προτού αφεθεί ελεύθερος και μεταβεί με ελικόπτερο στο κέντρο διαχείρισης κρίσεων στην Άγκυρα. Τον συνόδευε, για αδιευκρίνιστους λόγους, ο στρατηγός Μεχμέτ Ντισλί ο οποίος στη συνέχεια συνελήφθη και κατηγορήθηκε ότι ήταν ένας από τους υποκινητές του πραξικοπήματος.
Ο Ακάρ δέχθηκε επικρίσεις επειδή δεν έκλεισε εντελώς τον εναέριο χώρο της Τουρκίας και επειδή δεν διέταξε όλους τους στρατιώτες να παραμείνουν στους στρατώνες τους, αφού ενημερώθηκε για τις προετοιμασίες για πραξικόπημα.
«Δεν είμαστε ούτε εισαγγελείς ούτε δικαστές. Δεν θα καταδικάσουμε κάποιον, όμως θέλουμε απλώς να λάβουμε απαντήσεις στα ερωτήματά μας», εξήγησε ο βουλευτής της αντιπολίτευσης Σεζγκίν Τανρικουλού μετά την απόρριψη από την επιτροπή έρευνας του αιτήματος να καταθέσουν ο Φιντάν και ο Ακάρ.
Ο Τζένκινς εκτιμά ότι ο τρόπος με τον οποίο διεξήχθη η έρευνα θα μπορούσε να σημαίνει απλώς επιθυμία των αρχών να αποκρύψουν τις δικές τους δυσλειτουργίες.
«Ίσως η κυβέρνηση να είχε να κρύψει κάτι ή απλώς αποκρύψει τη δική της ανικανότητα διότι η αντίδρασή της στο πραξικόπημα ήταν πολύ χαοτική», πρόσθεσε.
Ένας χρόνος από την απόπειρα για πραξικόπημα στην Τουρκία
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ