Στην οξύτατη κριτική που δέχτηκε από μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, αναφορικά με τη μετατροπή της κατάχρησης δημοσιου χρήματος από κακούργημα σε πλημμέλημα, απάντησε, με ανακοίνωσή του, το υπουργείο Δικαιοσύνης.

Στην οξύτατη κριτική που δέχτηκε από μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, αναφορικά με τη μετατροπή της κατάχρησης δημοσιου χρήματος από κακούργημα σε πλημμέλημα, απάντησε, με ανακοίνωσή του, το υπουργείο Δικαιοσύνης.

Μεταξύ άλλων, το υπουργείο, υπεραμυνόμενο των ενεργειών του, αναφέρει ότι από τις 7 Απριλίου 2014 η δωροδοκία, τόσο η ενεργητική, όσο και η παθητική, από πολιτικούς αξιωματούχους τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος με κάθειρξη και χρηματική ποινή.

Δείτε αναλυτικά ολόκληρη την ανακοίνωση-απάντηση του υπουργείου Δικαιοσύνης:

“Με αφορμή δημοσιεύματα που προκλήθηκαν εξ αιτίας ανακοινώσεως της Ένωσης των Μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σχετικά με μετατροπή σε πλημμελήματα των κακουργημάτων που τελούνται από πολιτικούς αξιωματούχους και από υπαλλήλους του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα κατά την άσκησης των καθηκόντων τους, το υπουργείο Δικαιοσύνης ανακοινώνει τα εξής:

Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και συνεπώς και η Ένωση των μελών του, είναι ταγμένο να υπερασπίζεται τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου. Προς τούτο οφείλει να γνωρίζει την κείμενη νομοθεσία.

Συγκεκριμένα, όφειλε να γνωρίζει ότι πρόσφατα η Ελληνική Βουλή ψήφισε το νόμο 4254/2014, που άρχισε να ισχύει από 7-4-2014, σύμφωνα με τον οποίο η δωροδοκία (ενεργητική και παθητική) των πολιτικών αξιωματούχων (Πρωθυπουργού, μελών της Κυβέρνησης, Υφυπουργών, Περιφερειαρχών, Αντιπεριφερειαρχών, Δημάρχων), τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος με κάθειρξη και χρηματική ποινή.

Επίσης και η δωροδοκία και δωροληψία δικαστή τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος με κάθειρξη και χρηματική ποινή. Τέλος, αυστηροποιείται και η δωροδοκία και δωροληψία των υπαλλήλων για πράξεις που ανάγονται στα καθήκοντά τους, η αυστηρότητα δε επιτείνεται για πράξεις που αντίκεινται στα καθήκοντά τους.

Οι διατάξεις αυτές δεν αποκλείουν την εφαρμογή του ν. 1608/1950, ο οποίος εξακολουθεί να ισχύει.

Με τις ανωτέρω διατάξεις, αλλά και με άλλες ρυθμίσεις, που αφορούν στη λήψη μέτρων επιείκειας για όσους συμβάλλουν στην αποκάλυψη πράξεων διαφθοράς, η Πολιτεία εξεδήλωσε έμπρακτα τη σταθερή και αμετακίνητη βούλησή της για τη δραστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση της διαφθοράς σε όλο τον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Τονίζεται, κατηγορηματικά, ότι οι ρυθμίσεις αυτές δεν πρόκειται να θιγούν ούτε κατά κεραία με την κατάρτιση του νέου Ποινικού Κώδικα.

Συνεπώς, προκαλεί κατάπληξη το όλο περιεχόμενο της ανακοίνωσης της Ένωσης των Μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για την προχειρότητα και τη χωρίς βάσανο προσέγγιση του όλου ζητήματος”.

Πηγή: news.gr