Στην αποβολή που δέχτηκε στο παιχνίδι με την ΑΕΚ, αναφέρθηκε (μεταξύ πολλών άλλων), ο Νταβίδ Αγκάνθο. Ο Ισπανός, πρώτος σκόρερ του φετινού Αρη, χαρακτήρισε το ελληνικό πρωτάθλημα πιο τρελό απ΄ το ισπανικό, τόνισε τη δυσκολία με τη γλώσσα που αντιμετωπίζει στην καθημερινότητά του, υπογράμμισε τη φιλία που τον δένει με τον Πουλίδο, ενώ μίλησε και για τον προπονητή του, Λούκας Αλκαράθ.
Πιο αναλυτικά τα όσα δήλωσε σε ραδιόφωνο της πατρίδας του:
Για την αποβολή τεσσάρων παικτών και την αποβολή του: «Απ ό,τι φαίνεται το ελληνικό πρωτάθλημα είναι λίγο πιο τρελό από το ισπανικό. Αυτό που έζησα δεν μου έχει ξανασυμβεί. Ο διαιτητής μου έδειξε δεύτερη κίτρινη επειδή σήκωσα λίγο τη φανέλα μου για να τιμήσω τη μνήμη ενός παιδιού που είχε πεθάνει από εγκεφαλικό πριν από λίγες μέρες. Το άσχημο ήταν ότι στο τέλος πήραμε μόνο ένα βαθμό και συνεχίζουμε να δίνουμε μάχη».
Για τη διαιτησία στην Ελλάδα: «Είδαμε να γίνονται κάποια λάθη μάλλον ανόητα. Στην τελευταία φάση ο επιθετικός της ΑΕΚ ήταν τουλάχιστον ένα μέτρο μπροστά αλλά ο διαιτητής δεν καταλόγισε το οφσάιντ και μας ισοφάρισαν σε 1-1. Κατάπιαν ένα τόσο εύκολο λάθος, ήταν πολύ εύκολο να δει κανείς ότι ήταν σε αντικανονική θέση ο επιθετικός της ΑΕΚ και όμως λίγα λεπτά νωρίτερα είχε εξαντλήσει την αυστηρότητά του για να δείξει σε μένα δεύτερη κίτρινη , ενώ ήταν εύκολο να καταλάβει ότι ήταν οφσάιντ και δεν το έκανε».
Για τη φετινή διαιτησία του Αρη: «Δεν μου αρέσει να ασχολούμαι με τη διαιτησία. Αυτό που θέλω είναι να κάνω τη δουλειά μου χωρίς να μου δημιουργούν προβλήματα. Δυστυχώς βλέπω ότι όλες οι αμφισβητούμενες αποφάσεις φέτος είναι σε βάρος του ΑΡΗ».
Για τη ζωή στην Ελλάδα: «Το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι η γλώσσα, είναι πάρα πολύ δύσκολο το να μάθεις ελληνικά και να μπορείς να συνεννοείσαι. Από εκεί και πέρα υπάρχουν και κάποιες άλλες λεπτομέρειες όπως η ελληνική κουζίνα που είναι αρκετά διαφορετική από την ισπανική. Είναι πάρα πολύ πικάντικα τα φαγητά στην Ελλάδα και ακόμα και το νερό χρειάζεσαι ένα χρονικό διάστημα για να το συνηθίσει ο οργανισμός σου. Υπάρχει όμως και μία άλλη διαφορά που είναι θετική. Αντίθετα με τη Μαδρίτη που μεγάλωσα, η Θεσσαλονίκη έχει θάλασσα και έχει άλλη μία διαφορά ότι ο καφές είναι πιο ακριβός απ’ ότι στην Ισπανία».
Για τον κόσμο: «Είναι πάρα πολύ παθιασμένοι ζουν πολύ έντονα το ποδόσφαιρο και βγάζουν όλη τους την ενέργεια».
Για Αλκαράθ και Πουλίδο: «Είναι καλό το να έχεις ανθρώπους με τους οποίους μιλάς την ίδια γλώσσα, προσπαθούμε με τον Ρούμπεν να περνάμε κάποιες από τις λίγες ελεύθερες ώρες μας. Έχουμε έναν Πορτογάλο με τον οποίο μπορούμε να συνεννοηθούμε αλλά και τα ελληνόπουλα μας βοηθούν πάρα πολύ στο να προσαρμοστούμε, είναι καταπληκτικά παιδιά. Μας φωνάζουν στο σπίτι τους και προσπαθούν να συνεννοηθούν μαζί μας στα αγγλικά. Για χάρη μας κάνουν προσπάθεια ακόμα κα να μιλήσουν ισπανικά, για να γίνουμε όλοι μία παρέα ακόμα και εκτός γηπέδου. Για το λόγο αυτό ούτε εγώ ούτε ο Πουλίδο ούτε ο μίστερ (σ.σ.: Αλκαράθ) μπορούμε να παραπονεθούμε για την υποστήριξη που έχουμε σε αυτό το κομμάτι».
Για το αν του έδωσε καμία συμβουλή ο Πουλίδο, πώς να αντιμετωπίσει τους Έλληνες αμυντικούς στην Ελλάδα: «Οι αμυντικοί στην Ελλάδα είναι πολύ δυνατοί, βασίζουν το παιχνίδι τους στη δύναμη, προτιμούν να παίζουν κοντά στην εστία παρά να βγάζουν τον αντίπαλο επιθετικό οφσάιντ με εξαίρεση τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό, καθώς επίσης τον Ατρόμητο και τον Αστέρα που είναι κι αυτές καλές ομάδες, όλες οι υπόλοιπες ομάδες παίζουν ένα στυλ ποδοσφαίρου πολύ διαφορετικό από αυτό που έχουμε συνηθίσει στην Ισπανία».
Για το ντέρμπι της Τούμπας και την αντιπαλότητα, καθώς είχε 14 κίτρινες και τρεις αποβολές: «Εμένα μου αρέσει να παίζω σε παιχνίδια με μεγάλη ένταση, που όλοι οι ποδοσφαιριστές παίζουν στο όριο των δυνατοτήτων τους. Ο αριθμός των καρτών που βγαίνει δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Μην νομίσετε ότι στήνεται σκηνικό βίας μεταξύ των παικτών, απλά ο τρόπος που βγάζουν οι διαιτητές κάρτες είναι διαφορετικός από αυτόν που ξέρουμε».
Για το αν μπορεί να συγκριθεί με κάποιο ντέρμπι της Ισπανίας: «Δεν υπάρχει καμία σχέση εντελώς διαφορετικός ο τρόπος που ζουν το ποδόσφαιρο οι Έλληνες, δεν θα το σύγκρινα ούτε καν με Ρεάλ-Μπαρτσελόνα».
Για το προσεχές ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ: «Οι άνθρωποι στην Ελλάδα ζουν για το ποδόσφαιρο, είναι πολύ φανατισμένοι και παθιασμένοι. Μένουν δύο εβδομάδες για το ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ αλλά ήδη με συναντούν άνθρωποι στο δρόμο και μου ζητούν να ορμίσουμε πάνω τους».
Για τη δική του παρουσία μακριά από την Ισπανία: «Ήταν πολύ δύσκολο για μένα να φύγω από την Ισπανία, είναι η πατρίδα μου, απολαμβάνω το να παίζω ποδόσφαιρο εκεί είναι η οικογένειά μου, ωστόσο ήμουν κακότυχος με αυτό που έζησα στην Έρκουλες, για να μην πω ότι έζησα μία αδικία. Ήθελα να αποδείξω ότι ακόμα αξίζω και ότι ακόμα έχω να δώσω στο ποδόσφαιρο. Πιστεύω ότι τελικά έγινε το καλύτερο για μένα, ήρθα στην Ελλάδα και μέσα από τον Αρη δείχνω τι είμαι ικανός να κάνω. Είναι κάτι που δεν θα το άλλαζα».
Για τον κόσμο του Άρη: «Με έχει υποδεχτεί πολύ καλά. Είχα την τύχη να προσαρμοστώ γρήγορα. Στις πέντε πρώτες αγωνιστικές έβαλα τέσσερα γκολ και με αγκάλισαν αμέσως. Έχω μόνο λόγια αγάπης και ευγνωμοσύνης για τον κόσμο του Αρη, για τη συμπεριφορά που δείχνει απέναντι σε μένα και την ίδια την ομάδα. Ο σύλλογος αντιμετωπίζει σοβαρά οιονομικά προβλήματα και πραγματικά υποφέρει. Έκανε λιγότερες μεταγραφές και αυτές με μεγάλες δυσκολίες, όμως οι φίλαθλοι το καταλαβαίνουν και συνεχίσουν να στηρίζουν την ομάδα.
Ο Αρης είναι από τους κορυφαίους συλλόγους στην Ελλάδα, μέσα στην πεντάδα ακόμα σε αυτές τις δύσκολες στιγμές Έχουμε μίνιμουμ 15.000 κόσμο στις εξέδρες σε κάθε παιχνίδι και μιλάμε για μία ομάδα που παλεύει να αποφύγει τον υποβιβασμό. Για τέτοια δυναμική μιλάμε. Στην Ισπανία αυτό δεν θα συνέβαινε σε καμία ομάδα αν ήταν στις τελευταίες θέσεις. Γι’ αυτό παρά τα προβλήματά του ο Αρης είναι τέτοιος σύλλογος που δεν γίνεται να σβήσει».
Για το μέλλον: «Η οικογένεια, το σπίτι και οι φίλοι μου είναι στη Μαδρίτη, θα ήθελα να τελείωνα την καριέρα μου στη Ράγιο Βαγιεκάνο, όταν έπαιζα εκεί σκεφτόμουν ότι θα ήθελα να τελειώσω την καριέρα μου εκεί αλλά τα πράγματα εξελίχθηκαν άσχημα λόγω της οικονομικής αδυναμίας τη ομάδας. Τώρα το μόνο που θέλω είναι να συνεχίσω και να ολοκληρώσω την καριέρα μου εκεί που περνάω καλά, εκεί που είμαι ευτυχισμένος».