Τη μνήμη του Γιώργο Μητσιμπόνα τίμησε η διοίκηση της Λάρισας μέσω ανακοίνωσης που εξέδωσε την Τρίτη.

Τη μνήμη του Γιώργο Μητσιμπόνα τίμησε η διοίκηση της Λάρισας μέσω ανακοίνωσης που εξέδωσε την Τρίτη. 

Αναλυτικά η ανακοίνωση: «Πάνε 19 χρόνια από τότε που ο αετός των γηπέδων μας άφησε, πετώντας ψηλά, πετώντας στην αιωνιότητα.

Στις 13 Σεπτεμβρίου 1997, η Λάρισα θρηνεί τον αδόκητο χαμό του Γιώργαρου και η Ελλάδα συγκλονίζεται στο άγγελμα της απώλειάς του. Σήμερα, 19 χρόνια μετά, όλη η βυσσινί οικογένεια θυμάται, αναπολεί και ενώνει το δάκρυ της με τους αγγέλους. Είμαστε σίγουροι ότι ο Γιώργος Μητσιμπόνας μας βλέπει από ‘κει ψηλά και με τις ολόχρυσες παρακαταθήκες του μας δείχνει τον δρόμο.

Δεν σε ξεχνάμε μεγάλε μας αρχηγέ και όρκο ψυχής σου δίνουμε πως θα συνεχίσουμε να βαδίζουμε στο δρόμο που χάραξες μαζί με τους άλλους αθάνατους της “βασίλισσάς” μας. Με οποιοδήποτε κόστος…

O Γιώργος Μητσιμπόνας ήταν διεθνής Έλληνας ποδοσφαιριστής ο οποίος γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου του 1962 στην Τσαριτσάνη Ελασσόνας και σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα στις 13 Σεπτεμβρίου του 1997. Ο Μητσιμπόνας ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα από την ομάδα της γενέτειράς του, τον Οικονόμο Τσαριτσάνης όπου αγωνιζόταν στη θεση του σέντερ φορ και το 1981 μεταγράφηκε στην ΑΕΛ όντας επιλογή του τότε προπονητή της ομάδας Αντώνη Γεωργιάδη. Κατά την πρώτη του χρονιά στους «βυσσινί» πέτυχε 3 τέρματα σε 15 αγώνες. Την επόμενη σεζόν ο Γιάτσεκ Γκμοχ τον καθιέρωσε στη θέση του κεντρικού αμυντικού. Οι καλές εμφανίσεις του είχαν ως φυσικό επακόλουθο την κλήση του το 1984 στην Εθνική Ελλάδος.

Όντας επί σειρά ετών αναντικατάστατο στέλεχος αλλά και αρχηγός της ΑΕΛ συνέβαλε τα μέγιστα στις μεγάλες επιτυχίες του συλλόγου τη δεκαετία του 1980 ήτοι φιναλίστ Κυπέλλου τις σεζόν 1981/82 και 1983/84, δεύτερη θέση τη σεζόν 1982/83 και φυσικά την κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδος του 1985 με θρίαμβο επί του τότε πρωταθλητή ΠΑΟΚ με 4-1 (την ίδια χρονιά η ΑΕΛ έφτασε μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων) αλλά και την κατάκτηση του Πρωταθλήματος Ελλάδος του 1988 που αποτελεί τη μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του καθώς το πρωτάθλημα εξασφαλίστηκε με δικό του τέρμα (εκείνη τη σεζόν σκόραρε άλλες 7 φορές) στην εντός έδρας αναμέτρηση με τον Ηρακλή την Πρωτομαγιά του 1988 στο πλαίσιο της 29ης αγωνιστικής.

Το καλοκαίρι του 1989 αποχωρεί από την Λάρισα και υπογράφει συμβόλαιο συνεργασίας με τον ΠΑΟΚ. Στον «δικέφαλο του Βορρά» θα αγωνιστεί για τρία χρόνια μετρώντας 95 συμμετοχές και 3 γκολ. Έλαβε μάλιστα μέλος και στους διπλούς τελικούς του Κυπέλλου Ελλάδος του 1992 κόντρα στον Ολυμπιακό που βρήκαν νικητές και τροπαιούχους τους «ερυθρόλευκους» (1-1 το πρώτο ματς στην Τούμπα και 2-0 για τον Ολυμπιακό στη ρεβάνς). Το καλοκαίρι του 1992 αποχωρεί από τον ΠΑΟΚ και μεταπηδά στον Ολυμπιακό. Στην ομάδα του Πειραιά θα παραμείνει για δύο χρόνια μετρώντας 51 συμμετοχές και 9 τέρματα σε αγώνες πρωταθλήματος. Πανηγύρισε την κατάκτηση του Σούπερ Καπ του 1992 ενώ συμμετείχε και στον χαμένο τελικό του 1993 κόντρα στον ΠΑΟ που βρήκε νικητές τους «πράσινους» με 1-0. Το καλοκαίρι του 1994 θα επιστρέψει στην ομάδα με την οποία καθιερώθηκε στο ελληνικό ποδόσφαιρο.

Κατά τη δεύτερη θητεία του στη Λάρισα θα αγωνιστεί σε 56 αγώνες και θα σκοράρει 7 φορές, δεν θα μπορέσει όμως μαζί με τους συμπαίκτες του να αποτρέψουν τον υποβιβασμό του συλλόγου στη Β’ Εθνική το 1996. Μετά τον υποβιβασμό της ΑΕΛ θα αποχωρήσει οριστικά από τον σύλλογο. Σε 10 συνολικά σεζόν στους «βυσσινί» θα μετρήσει 267 συμμετοχές και 34 τέρματα. Επόμενος και τελευταίος σταθμός της καριέρας του ήταν ο Τύρναβος και η Γ’ Εθνική όπου είχε προπονητή τον πρώην συμπαίκτη του στη Λάρισα, Νίκο Αργυρουλη. Τη σεζόν 1996/97 είχε 29 συμμετοχές και 8 γκολ βοηθώντας τη θεσσαλική ομάδα να φτάσει στην 4η θέση του Βορείου Ομίλου της Γ’ Εθνικής. Στην εθνική Ελλάδος αγωνίστηκε για πρώτη φορά στις 18 Ιανουαρίου 1984 στην εντός έδρας ήττα με 1-3 από την Ανατολική Γερμανία ενώ η τελευταία του συμμετοχή ήταν στην αναμέτρηση με την Κύπρο το1992. Αγωνίστηκε 26 φορές με το εθνόσημο σκοράροντας μια φορά. Το 1983-1984 έπαιξε στην ολυμπιακή ομάδα (4 αγώνες – 1 γκολ)».