Η ζωντανή ιστορία του Παναθηναϊκού μας άνοιξε την πόρτα του σπιτιού του. Ο ‘’ψηλός’’ του ελληνικού ποδοσφαίρου μας άνοιξε την καρδιά του. Σαν σήμερα 22 Σεπτεμβρίου του 1972 ο Αντώνης Αντωνιάδης παραλάμβανε το ασημένιο παπούτσι σε μια λαμπρή εκδήλωση που έγινε στο Παρίσι.
Ο επιθετικός του Παναθηναϊκού με 39 γκολ ήρθε δεύτερος σε όλη την Ευρώπη πίσω από τον Γερμανό Γκέρτ Μιλερ που σημείωσε 40 με την φανέλα της Μπάγερν Μονάχου και στέρησε την δυνατότητα από τον ψηλό να γίνει ο πρώτος Έλληνας που έχει κατακτήσει αυτό το βραβείο. Το ευρωπαϊκό χρυσό παπούτσι ξεκίνησε την πορεία του στο χρόνο την περίοδο 1967-68 με τον Εουσέμπιο να το κερδίζει χάρη στα 43 γκολ που σημείωσε με την φανέλα της Μπενφίκα στην Πορτογαλία.
Πρώτος σκόρερ στην ιστορία του Παναθηναϊκού 5 φορές στην καριέρα του (1970, 1972, 1973, 1974, 1975) . Μάλιστα τα 39 γκολ την περίοδο 1971-72 είναι ρεκόρ ακατάρριπτο μέχρι και σήμερα! Ξεκίνησε την καριέρα του από την Ασπίδα Ξάνθης από όπου και τον απέκτησε το τριφύλλι το 1968 για να γράψει την δίκη του ιστορία στο χώρο του ελληνικού και του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
Η nova του θύμισε την ημερομηνία και άρχισε να μας ευχαριστεί.
‘Ένιωσα υπερήφανος για την ελληνική σημαία’’
´´Για να είμαι ειλικρινής δεν θυμόμουν εκείνη την ημερομηνία. Μας κάλεσε η uefa για να απονείμει τα παπούτσια στους πρώτους σκόρερ της Ευρώπης. Έχασα το χρυσό για μόλις ενα γκολ από τον μεγάλο Γκερτ Μίλερ. Σε μια πανέμορφη παράσταση στο δάσος της Βουλώνης στα προάστια του Παρισιού πήγα παρέα με τον αείμνηστο Γιώργο Μαλιαρό που γνώριζε γαλλικά. Σε μια μεγαλοπρεπέστατη γιορτή τιμήθηκαν τα πρώτα κανόνια της Ευρώπης. Μια μεγάλη τιμή για μένα αλλά και την Ελλάδα, συγκινήθηκα όταν είδα την ελληνική σημαία να κυματίζει.
Το βράδυ είχαμε γλέντια και χορούς στο περίφημο καμπαρέ Μουλέν Ρουζ όπου περάσαμε μια αξέχαστη νύχτα. Αισθάνθηκα υπερήφανος που εκπροσώπησα την πατρίδα μου αλλά και την ομάδα μου τον Παναθηναϊκό με την φανέλα του οποίου σημείωσα 1017 γκολ!
Όμως η ιστορία ίσως να ήταν διαφορετική καθώς 21 Σεπτεμβρίου του 1969 ήταν μέρα σταθμός για τον ψηλό του ελληνικού ποδοσφαίρου.’’
Δεν θα το ξεχάσω ποτέ, μέχρι και μπαλέτο έκανα. αναπολεί και διηγείται…
‘’Το 1968 η πρώτη μου χρόνια στην ομάδα δεν ήταν καλή, αντί να κάνω προετοιμασία πήγα στο νοσοκομείο για να υποβληθώ σε εγχείρηση σκωληκοειδίτιδας και από Πελέ που με ανέβαζαν και με κατέβαζαν η προετοιμασία χάθηκε για τα καλά.
Επανήλθα ύστερα από τρεις μήνες, τον Νοέμβριο άρχισα να παίζω δειλά-δειλά αλλά είχα μείνει πίσω σε φυσική κατάσταση και δεν μπορούσα να ανταποκριθώ στις φιλοδοξίες των Ελλήνων φιλάθλων που είχαν σχηματίσει μια εικόνα για μένα. Ήταν μια πολύ άσχημη χρόνια όπου ο κόσμος του Παναθηναϊκού με αποδοκίμαζε συνεχώς, μάλιστα σε εκνευριστικό βαθμό. Δεν μπορεί να έρχεται κάποιος από ένα χωριό, να προσπαθεί και συ να τον αποδοκιμάζεις, ποσό μάλλον όταν έτρεχα στο Καλλιμάρμαρο με τη βέσπα για να κάνω γυμναστική. Στην διαδρομή με έβλεπε κόσμος και με σχολίαζε και αυτό με πείσμωσε, προσπάθησα να τους αλλάξω την άποψη. Ήμουν έτοιμος να φύγω, ένιωσα απογοητευμένος , κουρασμένος, θυμάμαι να κοιμάμαι κάθε βράδυ στις 21:00, μέχρι και μαθήματα μπαλέτου παρακολουθούσα προκειμένου να διατηρήσω σε φόρμα! 22 χρόνων, με προπόνηση, μπαλέτο ήμουν ταύρος σε υαλοπωλείο.’’
Αποκλείστηκα από την αποστολή και ήθελα να φύγω…
‘’Η ομάδα εκείνη την εποχή ταξίδεψε στην Ανατολική Γερμανία και ο προπονητής και δεν με πήρε στην αποστολή. Έμεινα πίσω και αγωνίστηκα με την Εθνική νέων όπου έβαλα 6 γκολ.
Όταν επέστρεψε η ομάδα με κάλεσε ο προπονητής και μου είπε ετοιμάσου για την πρεμιέρα κόντρα στον Άρη. Στην αρχή δίστασα καθώς είχα και ένα διάστρεμμα αλλά ο προπονητής δεν άκουγε κουβέντα, ήταν πολύ αυστηρός, πάρε τα ρούχα σου και έλα στο ξενοδοχείο μου είπε…Πήρα την τσάντα και πήγα. Όμως είχα αποφασίσει μετά τον αγώνα να υποβάλω την παραίτηση μου. Θα έπαιρνα το απολυτήριο μου και θα επέστρεφα στο χωριό μου στην Ξάνθη.
Ο προπονητής μου είχε πληροφορηθεί πως είχα πετύχει 6 γκολ με τους νέους και από τους 5 που επιθετικούς που ήταν διαθέσιμοι επέλεξε εμένα για το βασικό σχήμα, την ίδια στιγμή που πίστευα πως είχα τελειώσει ποδοσφαιρικά, από την στιγμή που δεν είχα πάει στην Γερμανία.’’
Ξαφνικά βρέθηκα στην εντεκάδα…με μούτζες από τις εξέδρες.
‘’Ο κόσμος όμως δεν ήθελε ούτε να με ακούει και ούτε να με βλέπει, είχα άγχος για τις αποδοκιμασίες του κόσμου προς το πρόσωπο μου. Με το που ανακοινώνεται το όνομα μου αρχίζουν τα μουρμουρητά. Μονάχα ο αδερφός μου και τέσσερα άλλα άτομα δεν αποδοκίμαζαν. Ξεκίνησε το παιχνίδι και το πρώτο σουτ που επιχείρησα πήγε στα πουλιά.
Το μόνο που έβλεπα ήταν κάτι παλάμες να ξεπροβάλλουν από τις κερκίδες της Λεωφόρου Αλεξάνδρας , ήθελα να ανοίξει η γη και να με καταπιεί! Πρέπει να επανορθώσω λέω μέσα μου και αρχίζω τις ντρίμπλες. Περνάω τον μισό Άρη και κερδίζω φάουλ. Εκτελεί ο Ροκίδης και στην επαναφορά βάζω γκολ. Κατεβαίνουν όλα τα χέρια και δεν ακούγεται τίποτα στο γήπεδο, άκρα του τάφου σιωπή, κανείς δεν μιλάει, έβαλε γκολ παίκτης της ομάδας τους και κανείς δεν πανηγυρίζει… 5 λεπτά αργότερα μετά από σέντρα του Αθανασόπουλου κερδίζω τον Χρηστίδη και βάζω δεύτερο γκολ. 2-0. Αυτό ήταν! Αν δεν έκανα την προσπάθεια του καλοκαιριού, αν δεν επέμενα, αν δεν έκανα στίβο , αν δεν έκανα μπαλέτο , αν δεν είχα το πάθος για να παίξω τότε η ιστορία θα ήταν διαφορετική. Βοήθησε και η τύχη αλλά η τύχη όπως τονίζει…βοηθάει αυτούς που προσπαθούν και όχι αυτούς που κοιμούνται και παίζουν τάβλι….’’