Σε μία αποκαλυπτική συνέντευξη που παραχώρησε στο «PAOKWEBTV.COM» ο Πάμπλο Γκαρσία μιλάει για καριέρα του, τις εμπειρίες του από τη χώρα μας ενώ παράλληλα δηλώνει ευτυχισμένος. Αναλυτικά όσα δήλωσε ο Πάμπλο Γκαρσία:
Για τη λατρεία στο πρόσωπό του:
«Πολλές φορές έχω αναρωτηθεί το γιατί, θεωρώ ότι είναι κάτι το υπερβολικό. Όμως δεν μπορώ να πω εγώ κάτι σ« αυτόν τον κόσμο, που είναι ελεύθερος να πιστεύει σε ό,τι θέλει. Κάτι τέτοιο μόνο περηφάνια με γεμίζει και δύναμη για να συνεχίσω να δουλεύω».
Για το πάθος που δείχνουν στην πατρίδα του για τους ξένους ποδοσφαιριστές:
«Ο κόσμος στην Ουρουγουάη, είναι όπως εδώ οι Έλληνες. Γουστάρουν πολύ κάποιον ποδοσφαιριστή που είναι μαχητής και δυνατός, παθιάζονται με μία δυνατή διεκδίκηση της μπάλας ή ένα καλό φάουλ, παρά με πράγματα όπως να περάσεις τη μπάλα κάτω από τα πόδια του αντιπάλου. Υπάρχουν πολλοί ξένοι ποδοσφαιριστές που έχουν αγαπηθεί στην Ουρουγουάη, γιατί στην τελική η εθνικότητα δεν μετράει».
Για το αν απολαμβάνει όλη αυτήν την αποδοχή του κόσμου:
«Δε μου αρέσει να βγαίνω, ακόμα και το ότι σήμερα βγήκα για να έρθω εδώ με δυσκόλεψε πολύ. Κάθε φορά εύχομαι να μην δώσω άλλες συνεντεύξεις. »Όμως το μέλλον είναι σαν το νερό, πρέπει να τρέξει και σκέφτομαι μόνο την κάθε όμορφη στιγμή και προσπαθώ να την απολαμβάνω με τους φίλους και την οικογένεια. Θέλω την ημέρα που θα πρέπει να γυρίσω πίσω στην πατρίδα μου, να είμαι ήρεμος μέσα μου ότι έχω δώσει όλον μου τον εαυτό εδώ».
Αν τον τρομάζουν οι ευθύνες:
«Είναι πολύ σημαντικό, μου αρέσουν οι ευθύνες. «Όμως εγώ δεν σκέφτομαι ότι αποτελώ παράδειγμα, παράδειγμα για κάθε παιδί είναι ο πατέρας του, σίγουρα όμως κι εγώ αισθάνομαι μία ευθύνη για όλο αυτό που γίνεται, φοράω τη φανέλα του ΠΑΟΚ και πρέπει να την τιμήσω και κάθε φορά που μπαίνω στο γήπεδο αισθάνομαι όλο αυτό που λες με όλον αυτόν τον κόσμο μέσα, πάντα προσπαθώ να αποδώσω τα μέγιστα χωρίς να σκέφτομαι τίποτα, μπορεί να πράγματα να έρθουν άσχημα ή βολικά, αλλά είναι σημαντικό να έχεις δώσει το μέγιστο»
Αν υπήρξε κάποια στιγμή στην καριέρα του που ευχήθηκε να έχει ένα πιο σιωπηλό ρόλο στο γήπεδο, όπως αυτός του Σνάουτσνερ:
«Ειλικρινά δεν ξέρω. Μπορεί όπως ανέφερες το παράδειγμα του Σνάουτσνερ, να είναι ένα παιδί όχι τόσο γνωστό, αλλά είναι ένας ποδοσφαιριστής που εγώ τον θέλω στην ομάδα μου και μου αρκεί να είναι αναγνωρίσιμος στους συμπαίκτες του. Αλλά ειλικρινά δεν ξέρω τι να πω πάνω σ »αυτό. Έχω ζήσει και άσχημες στιγμές στην καριέρα μου, και τα έχω αντιμετωπίσει όπως αντιμετωπίσω και τα καλά και τα άσχημα».
Για το αν η σημερινή ομάδα, βασίζεται πιο πολύ στις προσωπικότητες ή στο ταλέντο:
«Δύσκολη ερώτηση…Η αλήθεια είναι ότι έχουμε ποδοσφαιριστές με πολύ καλή τεχνική, αλλά αυτό που επικρατεί είναι η ανάγκη μας να παίξουμε καλό ποδόσφαιρο. Σίγουρα δεν είναι θέμα τόσο του χαρακτήρα, αλλά δεν είμαστε όλοι ίδιοι, κάθε ποδοσφαιριστής έχει την προσωπικότητά του, τον δικό του τρόπο που αντιλαμβάνεται το ποδόσφαιρο. Αλλά για μένα προσωπικά, το πιο χαρακτηριστικό που πρέπει να έχουμε είναι να παίζουμε καλό ποδόσφαιρο»
Για το αν δυσκολεύει τα πράγματα η μεγάλη διαφορετικότητα χαρακτήρων στην ομάδα:
«Ξέρω ότι σε κάθε ομάδα υπάρχουν δυσκολίες, διαφορετικοί τρόποι σκέψεις, διαφορετικές κουλτούρες και όλα αυτά πρέπει να τα ενώσεις σε ένα σύνολο, αλλά δεν πιστεύω ότι υπάρχει πρόβλημα.
Και στην Μπαρτσελόνα υπάρχουν επίσης ξένοι ποδοσφαιριστές, οι οποίοι κάνουν ένα σύνολο και παίζουν εκπληκτικό ποδόσφαιρο. Αλλά έτσι γίνεται και σε πάρα πολλές άλλες ομάδες».
Αν η ομάδα οφείλει τις επιτυχίες της στις πολύ καλές μεταξύ τους σχέσεις:
«Πιστεύω ανεξάρτητα με ότι γίνεται έξω από την ομάδα, δεν πρέπει να επηρεάζεται η απόδοσή μας στο γήπεδο, ήμουν σε ομάδες που έξω δεν υπήρχε αυτή η ενότητα, τα έχουμε ζήσει και στις Εθνικές ομάδες αυτά τα πράγματα, όταν όμως μπαίνουμε μέσα στο γήπεδο, σκέφτομαι ότι ο άλλος δίπλα μου είναι ο αδερφός μου και ότι μαζί αγωνιζόμαστε για τον ίδιο σκοπό και αυτή πρέπει να είναι η σωστή νοοτροπία».
Για την έκφραση, «επιτρέπεται να πέσεις..κλπ» αν νιώθει ότι αντιπροσώπευσε όλη την ομάδα σε κάποια φάση:
«Δεν είμαι σε θέση να αξιολογήσω αν προσφέρω κάτι τέτοιο, γιατί όταν είσαι μέσα σε μία ομάδα, δεν το βλέπεις αυτό, κι όπως έχω ξαναπεί, αυτή η έκφραση που έγινε τατουάζ, είναι ενός καθηγητή προπονητικής, ενός μεγάλου υποκινητή, που κάθε μέρα μας έβαζε διάφορα τέτοια μότο στον πίνακα ανακοινώσεων για να μας υποκινήσει. Εμένα αυτή η έκφραση μου έμεινε, αλλά όχι μόνο στο ποδόσφαιρο, αλλά στη ζωή επίσης. Το θέμα είναι ο κόσμος την ομάδας κα η διοίκηση να είναι σε θέση να αναλύσει αν έχω και τι έχω προσφέρει, εγώ το μόνο που ξέρω είναι ότι έδωσα το 100%, εγώ απλά κάθε φορά που είμαι μέσα, είμαι ένας ακόμα Ινδιάνος στο σύνολο».
Τι πλήγωσε τον εγωισμό του:
«Καμιά φορά το να μένω εκτός αποστολής, για παράδειγμα στο πρόσφατο παιχνίδι στη Ρωσία , αυτό με πόνεσε πολύ, αλλά εντάξει, είναι πράγματα που δεν μπορείς να κάνεις κάτι, ξέρω ότι διανύω την τέταρτη μου σεζόν εδώ και γνωρίζουν ποιος είμαι και τι μπορώ να αποδώσω , γι« αυτό με πόνεσε, αλλά μετά μου πέρασε. Γνωρίζω ότι έχω μεγαλώσει, αλλά δεν πρέπει να δίνεται σημασία σ» αυτό, αλλά στο πόσο έχω αποδώσει. Όταν έρχεται το χαρτί και εγώ δεν είμαι μέσα γιατί πιθανόν δεν θα αποδώσω καλά, οφείλω να το σεβαστώ, αλλά δε νομίζω να έγινε σε κανένα παιχνίδι μέχρι στιγμής αυτό»
Ρωτήθηκε αν θεωρεί ότι πάρθηκε λάθος απόφαση για το συγκεκριμένο θέμα:
«Ποτέ δεν είπα ότι υπήρχε κακή πρόθεση, πάντα η πρόθεση είναι καλή, το μόνο που λέω είναι ότι με επηρέασε και έγινε το αντίθετο, γιατί εγώ ξέρω τον εαυτό μου, ξέρω τι μπορώ να δώσω και τι όχι. Έτσι έγινε το αντίθετο την Κυριακή γιατί πιέστηκα μέσα μου, δεν ήταν καθαρό το μυαλό μου, ζορίστηκα και δεν θέλω να δικαιολογηθώ για την απόδοσή μου, που δεν ήταν καθόλου καλή. Εγώ αν είμαι κουρασμένος κάθομαι σπίτι, παίζω με τα παιδιά μου και αφήνω το ποδόσφαιρο. Θα μπορούσα να παίξω άψογα την Πέμπτη και μετά την Κυριακή διπλό παιχνίδι. Αλλά σέβομαι την κάθε απόφαση, και ούτε πιστεύω ότι υπάρχει κακή πρόθεση. Αλλά το λέω ότι με πόνεσε, και τίποτα παραπάνω, δεν μπορώ να κάνω κάτι».
Όταν ρωτήθηκε αν μίλησε με τον προπονητή γι’ αυτό το θέμα, τόνισε:
«Εγώ σε όλη μου την καριέρα μου ποτέ δεν μιλούσα με τον προπονητή για αυτά τα πράγματα, μόνο με έναν που ήταν για μένα κάτι παραπάνω από προπονητής, ήταν φίλος. Δεν είμαι ο τύπος που θα μιλήσει με τους προπονητές. Ο προπονητής ξέρει και αυτός θα κληθεί να πάρει την απόφαση, εγώ δεν έχω κάτι να του πω πάνω σ« αυτό, δε με νοιάζει τι κάνει, σέβομαι ό,τι κάνει μέσα στο παιχνίδι, αλλά εμένα δε μου αρέσει να μιλάω καθόλου γι» αυτό και ποτέ δε μου άρεσε. Για μένα είναι άσπρο ή μαύρο, δεν έχει μέσο, είναι ναι ή όχι, δεν έχει έτσι, αλλιώς και αλλιώτικα. Αυτό δεν με αγγίζει καθόλου, εμένα μου αρκεί το ναι ή το όχι και εδώ τελειώνει το θέμα».
Αν θεώρησε ποτέ ότι αντιμετωπίστηκε από τον Τύπο ως ο «κακός» ανέφερε
«Ποτέ δεν το σκέφτηκα έτσι, και στην Ισπανία είχα τέτοια προβλήματα, αλλά αυτός είμαι και δεν αλλάζω, δεν υπάρχει από μένα κακή πρόθεση, αλλά στην τελική δε με νοιάζει, αν οι δημοσιογράφοι μιλάνε για μένα, όταν την ίδια στιγμή γινόντουσαν τέρατα στο ελληνικό ποδόσφαιρο την περασμένη χρονιά, εγώ πάντως δεν έχω κακό σκοπό, σίγουρα κάποια στιγμή κάνω λάθος, αλλά δε με νοιάζει, αυτός είμαι και όποιος με γουστάρει, με γουστάρει. Αν δεν με γουστάρει, δικό του το πρόβλημα».
Για την πορεία της ομάδας μέχρι σήμερα και το κάτι παραπάνω που χρειάζεται σχολίασε:
«Ναι, πιστεύω ότι είναι σημαντικό, αυτό που ο ΠΑΟΚ έχει καταφέρει μέχρι σήμερα. Από τη στιγμή που ήμασταν σε ένα μέτριο επίπεδο και φτάσαμε ψηλά, κάτι μας λείπει, αυτό το βήμα που θα μας κάνει ακόμα καλύτερους, αυτό το κάτι για να αλλάξουμε εντελώς νοοτροπία και να δώσουμε το μάξιμουμ. Είμαστε πολύ κοντά, αλλά μας λείπει αυτό το βήμα. Δεν ξέρω αν είναι γιατί δεν μας έχουν αφήσει κάποιες φορές, είναι πολύ περίπλοκο αν είναι θέμα ποδοσφαιριστών, νοοτροπίας, αν είναι θέμα άλλων πραγμάτων που γίνανε, γι «αυτό κι εγώ δεν είμαι σίγουρος, πάντως αλλά όπως λέμε κι εμείς, λείπει αυτή η “γέφυρα” για να περάσουμε απέναντι, και πρέπει να σταματήσει να μας λείπει για να φτάσουμε στο τέλος».
Για το τι συνέβη όταν πριν 2 χρόνια η ομάδα έφτασε πολύ κοντά στο πρωτάθλημα, ο Γκαρσία τόνισε:
«Η αλήθεια είναι, και το έχω πει και άλλες φορές, στο παιχνίδι με τον Άρη, κάτι είχε μαγειρευτεί. Μας βάλανε μέσα το γήπεδο για να μας λυγίσουν. Μετά από το έγκλημα που έγινε, το ματς πέρασε στην ιστορία και δεν είχε σημασία πια, όμως αυτό που έχει σημασία είναι ότι τα λεφτά ρυθμίζουν τα πράγματα, δεν θέλω να πω κάτι παραπάνω γιατί μπορεί να με τιμωρήσουν για αυτά που λέω ή να ρίξουν την ομάδα δεύτερη κατηγορία».
Ο Γκαρσία θυμήθηκε και το πώς ήρθε στον ΠΑΟΚ:
«Η αλήθεια είναι ότι η μοίρα με οδήγησε εδώ. Ποτέ δεν το φαντάστηκα ότι θα ερχόμουν, μου παρουσίασε την πρόταση ο φίλος μου ο Δημήτρης. Μίλησα με τον φίλο μου τον Χόρχε Μπάριος, μου εξήγησε πάνω κάτω για το τι επικρατεί εδώ, και έτσι η τύχη με έφερε εδώ, ενώ καθόμουν ήσυχος στην Ουρουγουάη, με την σκέψη ότι θα παίξω μάλλον εκεί στην Νασιονάλ. Εμφανίστηκε η ευκαιρία, μίλησα με τη γυναίκα μου, κάναμε τις βαλίτσες, δεν υπήρχε κάποιο άλλο πρόβλημα, το είδαμε σαν μια νέα πρόκληση, ήταν μια καλή απόφαση και ήμασταν όλοι ευτυχισμένοι. Δεν το σκεφτήκαμε και πολύ, ήταν απόφαση μες στον αυθορμητισμό μας, είπαμε, “Πάμε, Πάμε!” και κάναμε τις βαλίτσες».
Μπήκε άλλη ομάδα σφήνα την τελευταία στιγμή;
«Όχι, εφόσον έδωσα το λόγο μου στους ανθρώπους του ΠΑΟΚ και ήταν όλα καλά , όταν έφτασα στη εδώ, μπήκε στη μέση άλλη ομάδα με περισσότερα λεφτά, αλλά είχαμε δώσει το λόγο μας στον ΠΑΟΚ και αυτό τηρήσαμε».
Τι θα είχε συμβεί αν.
«Δεν ξέρω τι θα μπορούσε να είχε συμβεί, για μένα το πιο σημαντικό όταν δίνεις τον λόγο σου, είναι να τον κρατάς . Για μένα το να κρατάς το λόγο σου έχει μεγάλη αξία».
Ρωτήθηκε αν έγραφε βιβλίο για αυτά τα χρόνια, τι εικόνα θα έβαζε:
«Νομίζω ότι ο ΠΑΟΚ είναι ο κόσμος του. Τα μικρά παιδιά, ο κόσμος που γεμίζει το γήπεδο και μας συμπαραστέκεται. Πότε δεν φαντάστηκα ποτέ ότι εδώ θα συναντούσα τέτοιο πάθος εδώ».
Σε ερώτηση για τη σχέση του με Ζαγοράκη και Βρύζα σχολίασε:
«Εγώ ήρθα με εντολή του Ζαγοράκη και του Βρύζα στον ΠΑΟΚ. Το ότι ήταν ποδοσφαιριστής είναι σημαντικό για μας, γιατί καταλαβαίνει τους ποδοσφαιριστές. Εγώ ποτέ σε καμία ομάδα πριν δεν είχα σχέσεις με πρόεδρους, είναι σημαντικό για μένα, που έχω μια καλή σχέση και με τον Ζαγοράκη και με τον Βρύζα».
Για το γεγονός ότι είναι πρώην ποδοσφαιριστές τόνισε.
«Πιστεύω ότι το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα πρόσωπα της διοίκησης είναι πρώην ποδοσφαιριστές και μπορούν να κατανοήσουν τον ποδοσφαιριστή, ξέρουν πως σκέφτεται ένας ποδοσφαιριστής είναι θετικό στοιχείο. »Έχω γνωρίσει κι άλλους ανθρώπους πρώην συμπαίκτες μου που μπήκαν σε διοικήσεις και άλλαξαν εντελώς, άλλαξαν τον τρόπο που βλέπουν τα πράγματα και ερχόντουσαν σε αντίθεση με τους ποδοσφαιριστές. Αλλά νομίζω ότι τέτοια άτομα, δεν αλλάζουν ξαφνικά, πάντα σε όλη τους τη ζωή ήταν έτσι. «Όμως, εγώ είδα την ομάδα να βελτιώνεται αυτά τα χρόνια με τους δύο αυτούς ανθρώπους σε σχέση με το πώς ήταν παλιά, και αυτό είναι πολύ θετικό και δεν πρέπει να σταματήσει να βελτιώνεται».
Ρωτήθηκε και για το πώς αντιμετώπισε ο ίδιος το θέμα επενδυτών:
«Ήμουν ενήμερος για όλα αυτά, αλλά αυτό που λέω εγώ, είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν το καλό μας, άλλοι που έχουν κακές προθέσεις, για παράδειγμα μπορεί να υπάρχουν άνθρωποι που να με αγαπούν πολύ και άλλοι που να μη με θέλουν καθόλου. Αυτό δεν μπορούμε να το αλλάξουμε. Εγώ αυτό που θέλω είναι να γίνονται τα πράγματα με δίκαιο τρόπο και τίποτα άλλο».
Για το αν συζητιούνται αυτά τα θέματα στα αποδυτήρια, ο Γκαρσία τόνισε:
«Σίγουρα είναι πράγματα σε βάζουν σε σκέψεις, ,αλλά αυτό δεν πρέπει να μας επηρεάζει τελικά γιατί την επόμενη μέρα πρέπει να βγούμε να προπονηθούμε, να βελτιωθούμε και τίποτα παραπάνω. Σίγουρα το μυαλό σου παίζει παιχνίδια, τι θα γίνει με αυτό, τι θα γίνει με το άλλο. Όμως δεν είναι στα χεριά μας χέρια να κάνουμε τίποτα».
Σχολίασε και την καθυστέρηση των πληρωμών:
«Η καλή διάθεση και η θέληση της διοίκησης να λύσει αυτό το πρόβλημα μου αρκεί. Είναι μια περίπλοκη κατάσταση , όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλο τον κόσμο, ακόμα και στην Μπαρτσελόνα και στη Ρεάλ, και σε άλλες ομάδες, έχουν την ίδια πίεση και τα ίδια προβλήματα, όμως εγώ προσωπικά έχω εμπιστοσύνη στον Ζαγοράκη και τον Βρύζα και σε αυτά που μας έχουν πει. Πρέπει λοιπόν, να τους έχουμε εμπιστοσύνη και να περιμένουμε να βρεθεί η λύση και τίποτα παραπάνω, δεν υπάρχει άλλος τρόπος».
Αν θεωρεί ότι σε κάποια στιγμή της καριέρας του έχει αδικήσει κάποιον με αυτά που λέει λόγω του χαρακτήρα του, ανέφερε:
«Ειλικρινά δεν μπορώ να σκεφτώ αν έχει γίνει κάτι τέτοιο, εγώ προσπαθώ να λέω αυτό που σκέφτομαι, σίγουρα έχω κάνει λάθος, αλλά πραγματικά δεν ξέρω. Θέλω να είμαι δίκαιος και σωστός, να λέω αυτό που σκέφτομαι, παρόλα αυτά έχω μεγάλη πλάτη για να αντέξω κριτικές. Αν ο κόσμος του ΠΑΟΚ είναι ευχαριστημένος μαζί μου, αυτό μου αρκεί, γυρνάω στο σπίτι με το κεφάλι ψηλά και ήρεμος και δεν με ενδιαφέρει τίποτα άλλο. Όταν πρωτοπήγα Μαδρίτη 20 χρονών, έφυγα στην ουσία από το χωριό και ήταν κάτι πολύ μεγάλο, δεν ήταν ρόδινα τα πράγματα. Όποιος ήθελε να σε πατήσει σε πατούσε, δεν ήταν ότι εύκολο κι εγώ επειδή είμαι άνθρωπος που τα λέω όπως είναι μου δημιούργησε προβλήματα, σε όλες τις ομάδες που ήμουν είχα προβλήματα, μου με τους συμπαίκτες μου, με τους προπονητές μου και αυτό είναι κάτι που δεν μπόρεσε να αλλάξει. Η στήριξη της γυναίκας μου, Λάουρα, ήταν σημαντική, όλα αυτά τα χρόνια, αν δεν ήταν στο πλευρό μου, θα ήμουν Ουρουγουάη».
Εκεί μίλησε για την ελληνική διαιτησία και τον Κάκο:
«Θέλω να πιστεύω ότι υπάρχει κάποιος δίκαιος. Ο διαιτητής στο παιχνίδι του Παναθηναϊκού, όταν είχα φύγει από το παιχνίδι, θεωρώ ότι παρορμητικά έδρασε, θεωρώ όμως, έχει βελτιωθεί πολύ.
Αλλά εκτός από το καλό ή το κακό σφύριγμα, αυτό που μετράει, είναι η πρόθεση που μπορεί να υπάρχει για κάτι. Πιστεύω ότι κάποιοι σφυρίζουν καλά, άλλοι κάνουν λάθη, αλλά σημασία έχει να βελτιώνονται, όλοι πρέπει να προσπαθούμε να βελτιωνόμαστε. Κι εγώ έχω κάνω πολλά λάθη στην καριέρα μου, αλλά ποτέ δεν τραυμάτισα κάποιον, ποτέ. Υπάρχουν πολλοί ποδοσφαιριστές που επιμένουν στα ίδια λάθη, πιέζουν καταστάσεις και τελικά καταλήγουν να τραυματίζουν, αυτούς πιστεύω πρέπει να προσέχουμε. Πάντως αυτός ο διαιτητής τώρα τελευταία, μας έχει παίξει καλά».
Θυμήθηκε και την μπουνιά στον Ντιόγκο:
«Ακόμα δεν μπορώ να εξηγήσω τι έγινε εκείνη τη στιγμή, ήταν μια αντίδραση επειδή σε όλη μου τη ζωή, όταν δεχτώ από τον αντίπαλο μια αγκωνιά, μπορεί να μην αντιδράσω επί τόπου, αλλά σίγουρα αν επαναληφθεί, θα ανταποδώσω το χτύπημα. Έτσι αντιδράω εγώ, οφθαλμός αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος. Δεν ξέρω τι έγινε εκείνη τη μέρα, αλλά αντέδρασα στην πρόκληση και δεν ξέρω αν μέσα μου ένιωσα ικανοποιημένος. Ο καθένας δεν ξέρω πως θα ένιωθε, δεν νιώθω καμιά περηφάνια, απλά πρέπει να αμύνεσαι, έτσι είναι, αν σου επιτεθούν, θα επιτεθείς. Έτσι είμαι εγώ, δεν μπορώ να με αλλάξω, γι’ αυτό και δεν το μετανιώνω. Και δεν το μετανιώνω, γιατί εμένα έτσι μου φαίνεται η ζωή, οφθαλμός αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος»
Σε ερώτηση αν λέει τη γνώμη του στην προπόνηση, ο Γκαρσία τόνισε:
«Δεν είμαι από αυτούς που λέει την άποψη του στον προπονητή, αν με ρωτήσουν θα μιλήσω, αν προκύψει κάποιο πρόβλημα το λέω, αλλά δεν έχω καμιά δουλειά με όλα αυτά τα θέματα τακτικής και ποδοσφαιριστών, είναι θέματα του προπονητή. Πιστεύω ότι ο Σάντος είναι καλός προπονητής, που δούλεψε πολύ καλά και αυτό δεν ήταν κάτι εύκολο, γιατί για μένα ο καλύτερος προπονητής που είχα ποτέ είναι Μεξικανός και πάντα το λέω, αλλά ο Σάντος, ήξερε να βγάζει το καλό από την ομάδα και η ομάδα το καταλάβαινε, είναι ένας άνθρωπος σοβαρός, είχε μαζί του επίσης και πολύ καλό γυμναστή και ήταν σημαντικό στη δουλειά του. Άσχετα να έπαιζες ή δεν έπαιζες, βασικά δούλευες σωστά και να έβλεπες τον προπονητή να κάνει καλή δουλειά, και αυτό είναι πρωταρχικό για τον ποδοσφαιριστή».
Αν νιώθει ότι η δική του φουρνιά τον ΠΑΟΚ, σιγά σιγά θα δώσει την σκυτάλη σε άλλους, απάντησε:
«Είναι ένα γεγονός ότι είμαστε πολλοί πάνω από τα 30, το είπα και πριν όμως, αυτό που πρέπει να δούμε είναι η απόδοση και όχι η ταυτότητα. Και είναι πολύ σημαντικό γιατί για παράδειγμα στην Ιταλία, στη Μίλαν παίζουν σαραντάρηδες και τρέχουν και κερδίζουν κύπελλα. Ηλίθιοι είναι δηλαδή οι Ιταλοί; Καταλαβαίνω το θέμα ηλικίας και ότι οι ομάδες πρέπει να δώσουν βάση στους νέους και να επενδύσουν στην επόμενη γενιά για το μέλλον. Αυτή είναι η φυσική εξέλιξη, βγαίνουν νέοι ποδοσφαιριστές και κάποιοι πρέπει να αποχωρήσουν».
Για την εξέλιξη των Ελλήνων ποδοσφαιριστών της ομάδας και την έντονη τους φετινή παρουσία, ανέφερε:
«Σίγουρα δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι είμαστε σε ένα ελληνικό πρωτάθλημα , ότι είναι σημαντικό να έχουμε Έλληνες ποδοσφαιριστές ντόπιους, να τους σεβόμαστε και να τους στηρίζουμε. Όλοι ξέρουμε ότι κάθε ποδοσφαιριστής στη χώρα του, έχει περισσότερες απαιτήσεις από τον εαυτό του, από όταν είναι μακριά. Πρέπει και εμείς και ο κόσμος να τους στηρίξει και πιστεύω το έχει κάνει, και να περιμένει να εξελιχθούν. Αλλά κυρίως ο δικός μας κόσμος θα το κάνει αυτό.
Είναι πάρα πολύ καλά παιδιά, καλοί άνθρωποι. Μπορεί να μην καταλαβαινόμαστε μεταξύ μας πολύ, όμως όπως λένε και στη χώρα μου, οι φίλοι μεταξύ τους συνεννοούνται. Και αυτό για μας είναι βασικό. Καμιά φορά δεν χρειάζονται πολλά, με μία λέξη με μια ματιά μπορείς να συνεννοηθείς».
Για την αποχώρηση Βιτόλο, ο Γκαρσία τόνισε:
«Πιστεύω ότι ήταν προσωπική του επιλογή, δεν μου ζήτησε ποτέ τη γνώμη μου. Είχαμε κάνει καλό δίδυμο, εντάξει. Έτσι όμως είναι το ποδόσφαιρο, έφυγε ο Σάντος, έφυγε ο Μουσλίμοβιτς, έφυγε ο Βιτόλο, αύριο θα φύγω εγώ. Έτσι γίνεται και το ποδόσφαιρο πρέπει να συνεχίζεται. Οι παίκτες περνάνε, οι προπονητές περνάνε. Αυτό που θα μείνει για πάντα είναι το σύμβολο της ομάδας και ο κόσμος».
Για τη μέρα που θα κρεμάσει τα παπούτσια του, είπε:
«Δεν το έχω σκεφτεί, ακόμα δεν έχω σκεφτεί αυτή τη μέρα. Έχω αυτή τη φωτιά μέσα μου να μπω να παίξω, να μπω μέσα και να μυρίσω το χόρτο. Όταν δεν νιώθω πια έτσι ή τα γόνατά μου δε με βαστούν, θα φύγω. Όμως τώρα δεν το σκέφτομαι. Σκέφτομαι την Κυριακή και το πώς θα κερδίσω. Και εκεί είναι το μυαλό μου Κυριακή με Κυριακή, μέρα με τη μέρα, δεν σκέφτομαι ακόμα εκείνη τη στιγμή που θα φεύγω. Εκτός αν μου το ζητήσουν να το κάνω».
Για τη μέρα που θα πει αντίο στον ΠΑΟΚ, ανέφερε:
«Δεν ξέρω, αλήθεια. Από μικρός έχω δηλώσει οπαδός της Νασιονάλ, αυτή είναι η ομάδα μου εκεί, πάντοτε ήθελα να παίξω σ΄αυτή την ομάδα. Το γεγονός όμως ότι ήρθα στον ΠΑΟΚ και έχω ζήσει τις καλύτερες στιγμές στην καριέρα μου, με προβληματίζει. Πραγματικά κι εγώ θέλω να δω τι θα γίνει όταν θα έρθει εκείνη η μέρα. Τώρα ζω την κάθε μέρα και την κάθε Κυριακή ξεχωριστά. Σκέφτομαι καμιά φορά ότι αν είχα έρθει λίγο πιο νέος εδώ, και τα πόδια μου ήταν πιο δυνατά, όλα θα ήταν διαφορετικά. Καμιά φορά που μου ξεφεύγει κανένας παίχτης στο γήπεδο, λέω, γαμώτο! Να ήμουν λίγο πιο νέος να τον άρπαζα! Αλλά αυτό δεν μπορώ τώρα να το αλλάξω! Πρέπει να πάμε μπροστά με αυτό που έχουμε».
Για το αν σκέφτεται τον εαυτό του με το κοστούμι του προέδρου ή τη φόρμα ενός προπονητή, ο Γκαρσία είπε:
«Να φορέσω κοστούμι, δεν θα φορούσα ποτέ, δεν μου πάει. Και το λέω γιατί υπάρχουν πρόεδροι και χωρίς κοστούμια. Δεν είναι για μένα όμως. Το να φορέσω τη φόρμα του προπονητή, με τραβάει. Έχω τις εμπειρίες, έχουν περάσει πολλοί προπονητές από την καριέρα μου, είναι κάτι που θα μου άρεσε να κάνω κάποια στιγμή, αλλά ειλικρινά δεν σκέφτομαι ακόμα, καμία επιλογή, την πρώτη ήδη την απορρίπτω, η δεύτερη μου κάνει πιο πολύ, θα το σκεφτόμουν, όμως όχι τώρα. Τώρα σκέφτομαι ότι θέλω να παίζω ποδόσφαιρο, και όσο υπάρχει αυτό, δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Θέλω να μάθω και ελληνικά σε κάποια φάση, ντρέπομαι τόσα χρόνια εδώ, να μην τα μιλάω».
Όσον αφορά το τι άνθρωπος είναι, σχολίασε:
«Είμαι πολύ συναισθηματικός άνθρωπος, αλλά αυτό μπορεί να μην αρέσει σε κάποιους, ο κόσμος μπορεί αν με βλέπει όπως θέλει. Εγώ είμαι αυτός που είμαι».
Μίλησε και για την οικογένεια του:
«Δεν ξέρω αν έχω δώσει τα καλύτερα, αλλά σίγουρα έχω προσπαθήσει για τα πάντα για την οικογένεια μου. Η σύζυγος μου, υπήρξε πολύ σημαντική στη ζωή μου, με έχει στηρίξει τυφλά σε όλες τις αποφάσεις. Δεν είμαι από αυτούς που θα δώσουν τα πάντα στα παιδιά τους, δίνω πολλά, αλλά μου αρέσει και αυτά με τον τρόπο τους να κερδίζουν τα πράγματα για να καταλάβουν ότι έτσι είναι η ζωή και ότι έξω είναι δύσκολα. Αλλά πιστεύω ότι γενικά είμαι πολύ σοβαρός στο σπίτι, δεν μου αρέσει να βγαίνω πολύ, μ» αρέσει να μένω σπίτι, ξέρω ότι στις γυναίκες τους αρέσει να βγαίνουν λίγο, αλλά το έχει σεβαστεί και το έχει δεχτεί, αλλά κι εγώ ανταποδίδω με τον τρόπο μου και αυτό είναι το πιο σημαντικό».
Όσον αφορά τα πιστεύω του γύρω από τη ζωή, είπε:
«Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω, είμαι άνθρωπος που αν με φώναζε η πατρίδα μου να πάω στον πόλεμο θα το έκανα. Όλα τα τατουάζ για παράδειγμα που έχω, κάτι σημαίνουν για μένα. Λείπει μόνο το όνομα του μικρού μου γιου και της γυναίκας μου. Σίγουρα στην εκκλησία δεν πιστεύω, πιστεύω ότι υπάρχει ένας θεός, κάτι πολύ μεγάλο, αλλά στην εκκλησία δεν πολύ πιστεύω. Είμαι αριστερός, αλλά φοράω τζιν Dolce Gabbana! Όμως η γυναίκα μου τα επιβάλλει, εμένα δε με ενδιαφέρουν οι μάρκες, αλλά αυτή μου τα αγοράζει και αυτά φοράω. Αυτή είναι η ιδεολογία μου, όταν πάω στο χωριό μου, μπορώ να είναι πολύ απλός, δεν θέλω τίποτα πάνω μου».
Μίλησε και για τα φτωχικά παιδικά του χρόνια στην πατρίδα του:
«Ναι περάσαμε δύσκολες στιγμές, ήμασταν φτωχοί άνθρωποι με ένα παντελόνι και ένα ζευγάρι παπούτσια, αλλά ποτέ δεν έλειπε το φαγητό από το τραπέζι. Όμως θυμάμαι τις καλές στιγμές όταν ήμουν μικρός και έπαιζα ελεύθερος στην εξοχή με τους φίλους μου, Αυτό που έχω διδαχθεί είναι ότι χωρίς θυσία δεν μπορείς να κερδίσεις τίποτα στη ζωή. Υπάρχουν πολλά προβλήματα, πολλοί παράδρομοι, αλλά πρέπει να θυσιαστεί κανείς πολύ αν θέλει στη ζωή του να πετύχει κάτι και αυτό θα ήθελα να είναι το μάθημα για τα παιδιά μου, να δουλέψουν πολύ, να θυσιαστούν για να πετύχουν αυτό που θέλουν».
Είναι ευτυχισμένος;;;
«Πιστεύω ότι είμαι ευτυχής, σίγουρα με τον τρόπο μου είμαι, η οικογένεια μου είναι το πιο σημαντικό για μένα. Είμαι ένας ευτυχισμένος άνθρωπος».