«Μονόδρομος» είναι η νίκη για τον ΠΑΟΚ στην αναμέτρηση με την ΑΕΚ, σύμφωνα με τον Λίνο. Ο Βραζιλιάνος μπακ αναφέρθηκε στην κρισιμότητας της αναμέτρησης και τόνισε πως το «όπλο» του «Δικέφαλου» του Βορρά στην συγκεκριμένη αναμέτρηση θα είναι η Τούμπα. Ο Λίνο μίλησε στο επίσημο διαδικτυακό κανάλι των «ασπρόμαυρων». Αναλυτικά:
Για το ότι είναι το… πειραχτήρι της ομάδας: «Είμαι ένας ποδοσφαιριστής χαρούμενος, με τρομερή διάθεση μέσα και έξω από το γήπεδο. Μ’ αρέσει να ανεβάζω τους συμπαίκτες μου και αυτό ανεβάζει κι εμένα. Θεωρώ ότι είναι καλό αυτό που συμβαίνει, να στηρίζω τους παίκτες και όσους βρίσκονται στο πλευρό μας, γιατί ανεβάζει κατακόρυφα την απόδοσή μας. Είναι κομμάτι την νοοτροπίας που έχουμε στη Βραζιλία, να διατηρούμε τη θετική ενέργειά μας μέσα και έξω από τα γήπεδα. Έχουμε όμως και ευθύνες. Όταν ξεκίνησα εγώ, με ξεχώρισαν λόγω της προσωπικότητας και της θετικής διάθεσής μου στο γήπεδο».
Για την άποψη του Γκαρσία ότι το ποδόσφαιρο είναι μία μάχη: «Συμφωνώ εν μέρει, γιατί όταν είμαστε στο γήπεδο μπαίνουμε για να αγωνιστούμε μέχρι τέλους, να αποδώσουμε τα μέγιστα, να κερδίσουμε. Έχουμε βιώσει πολλά παιχνίδια “πολέμου” στην Τούμπα και εκτός έδρας, όπου δε θέλαμε να χάσουμε με τίποτα. Αν λοιπόν δεν ήταν πόλεμος, τότε κάθε ομάδα θα ερχόταν να αντιμετωπίσει τον ΠΑΟΚ χωρίς ίχνος δυσκολίας».
Για το πώς μεταγράφηκε στον ΠΑΟΚ και τη σχέση του με την ομάδα: «Όλα έγιναν πολύ ξαφνικά, οι όλες διαδικασίες κράτησαν μόνο 5-6 μέρες. Ήταν μία δελεαστική πρόταση από μία ομάδα με στόχους για μία νικηφόρα σεζόν, με μεγαλεπήβολα σχέδια, με πολύ καλούς παίκτες στο ρόστερ, έναν εξαιρετικό προπονητή, με μία διοίκηση με ξεκάθαρο πλάνο, με ιδανικές συνθήκες για να παιχτεί καλό ποδόσφαιρο. Δεν ήξερα την ιστορία του ΠΑΟΚ, δε γνώριζα πόσο αφοσιωμένους οπαδούς έχει, όπως το ξέρω τώρα, γιατί ο ΠΑΟΚ για μένα είναι το δεύτερο “δέρμα” μου, το δεύτερο σπίτι μου, όπου περνώ πολύ όμορφα και εύχομαι να περάσω ακόμη περισσότερο χρόνο».
Για την ανανέωση του συμβολαίου του: «Συνήθως δεν κάνω δεύτερες σκέψεις, αλλά συγκεντρώνομαι στα παιχνίδια. Έτσι σκέφτηκα τότε. Αν θεωρούν ότι αξίζω κάτι παραπάνω, θα με κρατήσουν. Αν δε με θέλουν, θα συζητήσουμε κάτι άλλο. Έτσι, τώρα που έχω πολλές συμμετοχές και έχω κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσα για την ομάδα, θεωρώ ότι και οι δύο μεριές πήραν τη σωστή απόφαση. Αν, λοιπόν, τεθεί ξανά το ίδιο θέμα, κάπως έτσι θα σκεφτούμε και μαζί με τη διοίκηση θα αποφασίσουμε το καλύτερο μέλλον του ΠΑΟΚ».
Για την πρόταση που είχε από το Κατάρ: «Είναι αλήθεια ότι δέχτηκα μία πρόταση, η οποία δεν είχε να κάνει τόσο με χρήματα, όσο με άλλες συνθήκες που διαπραγματευόταν ο εκπρόσωπός μου. Εγώ όμως τότε αγωνιζόμουν στο πρωτάθλημα και δεν μπορούσαν να περιμένουν. Έπρεπε να αποφασίσω το μέλλον μου σε μια στιγμή και σκέφτηκα ότι πλέον η οικογένειά μου είναι συνδεδεμένη με τον ΠΑΟΚ, με τους συμπαίκτες μου, με την πόλη, με την ιστορία του ΠΑΟΚ και έτσι σκέφτηκαν ότι δεν μπορούσα να φύγω. Δεν ξέρω τι θα γινόταν αν έφευγα στο Κατάρ ή τη Σαουδική Αραβία για 2-3 χρόνια και δε με ενδιαφέρει. Είμαι καλά εδώ που είμαι σήμερα».
Για τους Πάμπλο Γκαρσία και Κοντρέρας και τα πειράγματα στον πρώτο: «Τους έβλεπα στην τηλεόραση και δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα παίζαμε μαζί. Νιώθω ευτυχία που είμαι κοντά τους, με βοηθούν καθημερινά στις προπονήσεις και πάνω απ’ όλα συμπορευόμαστε στη ζωή, οι οικογένειές μας είναι ένα και αυτό είναι πολύ σημαντικό για μένα. Όλοι οι ποδοσφαιριστές στην ομάδα τον γουστάρουν, ξέρουν ότι είναι μεγάλος χαβαλετζής. Είτε παίζει, είτε όχι, είναι πάντα ορεξάτος και νευρικός. Ακόμη και αν σε κάποιους δεν αρέσει, πρέπει να συμβιβαστούν ότι αυτός είναι και δε θα αλλάξει. Εμάς όμως μας αρέσει έτσι, με την όποια διάθεσή του».
Για τον Βιεϊρίνια: «Είναι πολύ καλός ποδοσφαιριστής, με τεράστια εξέλιξη, που γίνεται κάθε χρόνο και καλύτερος. Είναι σημαντικός για τον ΠΑΟΚ και πάντα θα είναι. Είναι ένας από τους καλύτερους στο πρωτάθλημα και είμαι ευτυχισμένος που είμαι συμπαίκτης του».
Για την ανάγκη κατάκτησης ενός τίτλου: «Δουλεύουμε όλοι μαζί τρία χρόνια τώρα. Για μένα ήταν τα τρία καλύτερα χρόνια της καριέρας μου ως ποδοσφαιριστής, γιατί έπαιξα αρκετά, έπαιξα καλά, συνεργάστηκα άψογα με τους συμπαίκτες μου και ξέρω ότι όταν τελειώσει αυτή η εποχή θα λείπει κάτι, ένας τίτλος. Αυτός είναι ο λόγος που το θέλουμε πολύ, γιατί ξέρουμε ότι σε τρία-τέσσερα χρόνια δε θα είμαστε εδώ. Η ομάδα χρειάζεται έναν τίτλο. Έχουμε έμπειρους παίκτες, που ξέρουν να κάνουν το καλύτερο για τον ΠΑΟΚ και αυτό θα διεκδικήσουμε τώρα».
Για τη διαιτησία: «Πρέπει να αλλάξει. Όταν ο ΠΑΟΚ κυνηγάει ένα πολύ σημαντικό παιχνίδι, ειδικά στην Αθήνα, συμβαίνουν πράγματα που δεν μπορούμε να χωνέψουμε. Ο διαιτητής δίνει φάουλ ή πέναλτι που δεν υπάρχει, ενώ αντίθετα δε δίνει στον ΠΑΟΚ ένα φάουλ ή πέναλτι που δικαιούται και αυτό μας αφήνει μεγάλη λύπη και θυμό. Πριν από δύο χρόνια, φτάσαμε πολύ κοντά στον τίτλο. Ένας διαιτητής χωρίς εμπειρία διαμόρφωσε εκείνο το αποτέλεσμα, που μας κόστισε πολύ».
Για το μέλλον του: «Όλοι λένε ότι δε δείχνω 34 χρονών, αλλά 26-27 και εξωτερικά και αγωνιστικά. Ναι, είμαι 34, αλλά αισθάνομαι πολύ καλά, σφύζω από υγεία, κάνω ποιοτική ζωή, δε βγαίνω έξω τη νύχτα και αυτό είναι πολύ σημαντικό για έναν ποδοσφαιριστή να περνάει περισσότερο χρόνο με την οικογένειά του. Αυτό μου δίνει δύναμη, θέλω να παίξω αρκετά χρόνια ακόμη, νιώθω ότι μαθαίνω ακόμη».
Για το ντέρμπι με την ΑΕΚ: «Θα κάνουμε τα πάντα για να κερδίσουμε. Όταν παίζουμε στην έδρα με μία ομάδα, είτε λέγεται Εργοτέλης, Πανιώνιος ή Ολυμπιακός, πρέπει να κερδίζουμε. Υποδεχόμαστε μία ομάδα που δείχνει τρομερή σιγουριά, που πεισμώνει και δεν αφήνει στον ΠΑΟΚ τα περιθώρια να παίξει κόντρα σε μία επικίνδυνη ομάδα, αλλά γνωρίζουμε ότι θα παίξουμε στην Τούμπα, επιζητούμε μόνο τη νίκη και γι’ αυτήν θα κάνουμε τα πάντα».
Για τη σχέση του με την κερκίδα και την ατμόσφαιρα της Τούμπας: «Ο κόσμος αγοράζει εισιτήριο, για να δει τους παίκτες να τρέχουν, να αγωνίζονται να πανηγυρίζουν. Δεν μπορώ, λοιπόν, όταν εκτελώ ένα φάουλ, όταν δίνω μια καλή πάσα ή βάζω ένα γκολ, να μην το μοιραστώ μαζί τους. Είναι σημαντικό εκείνη τη στιγμή να το αφιερώσεις σε αυτούς που είναι τρελαμένοι μαζί σου και σε αγαπούν. Έχω παίξει σε δύο μεγάλες ομάδες στη Βραζιλία με φανατική ατμόσφαιρα, τη Σάο Πάολο και τη Φλουμινένσε, αλλά όταν πρωτοαντίκρισα την ατμόσφαιρα στην Τούμπα ήταν κάτι συγκλονιστικό, μίλησα με όλους τους συμπαίκτες μου και παραδεχτήκαμε ότι δε συναντήσαμε ποτέ πριν κάτι παρόμοιο με αυτό που συμβαίνει στο γήπεδο του ΠΑΟΚ. Οι οπαδοί του ΠΑΟΚ είναι κάτι που δεν μπορεί να συλλάβει ο νους, που δε θα άλλαζα ποτέ στον κόσμο, γιατί έτσι κάθε φορά που αγωνίζομαι στην Τούμπα παίζω ήρεμος, γεμάτος αυτοπεποίθηση, γιατί ξέρω ότι είναι εκεί τρεις ώρες και μας εμψυχώνουν».