Όπως και στην ημιτελική φάση του Κυπέλλου Ελλάδας, έτσι και τώρα εν όψει του τελικού η ΠΑΕ ΠΑΟΚ παραθέτει στην επίσημη ιστοσελίδα της μια σειρά από ιστορικά γεγονότα με κοινούς παρονομαστές ανάμεσα στο τότε και στο σήμερα προκειμένου να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι.

Όπως και στην ημιτελική φάση του Κυπέλλου Ελλάδας, έτσι και τώρα εν όψει του τελικού η ΠΑΕ ΠΑΟΚ παραθέτει στην επίσημη ιστοσελίδα της μια σειρά από ιστορικά γεγονότα με κοινούς παρονομαστές ανάμεσα στο τότε και στο σήμερα προκειμένου να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι.

Αναλυτικά: «Ο ΠΑΟΚ την σεζόν 1954-55 προκρίθηκε για τρίτη φορά στην ιστορία του σε τελικό Κυπέλλου Ελλάδος και στις 12 Ιουνίου 1955 οι ποδοσφαιριστές του βγήκαν από τα αποδυτήρια του γηπέδου της «Λεωφόρου Αλεξάνδρας» για να αντιμετωπίσουν τον Παναθηναϊκό.

Ο Δικέφαλος είχε ταξιδέψει και τις δύο προηγούμενες φορές στην Αθήνα για τον τελικό, όπου αντίπαλοι του στο ίδιο γήπεδο ήταν η ΑΕΚ (1939) και ο Ολυμπιακός (1951) και είχε μείνει με τον τίτλο του φιναλίστ. Και αν για την ΑΕΚ και τον Ολυμπιακό η «Λεωφόρος Αλεξάνδρας» ήταν απλά ένα γνωστό και κοντινό γήπεδο, για τον Παναθηναϊκό ήταν η κανονική έδρα του.

Οι οιωνοί πριν την έναρξη της αναμέτρησης ήταν και πάλι εις βάρος του ΠΑΟΚ, αφού ο αρχηγός της ομάδας, Λάμπης Κουϊρουκίδης δεν μπόρεσε να ταξιδέψει με την αποστολή της ομάδας, η οποία αναχώρησε από τη Θεσσαλονίκη δύο ημέρες πριν τη διεξαγωγή του τελικού. Ο επιθετικός του ΠΑΟΚ πριν επιβιβαστεί στο αεροπλάνο με τους συμπαίκτες του διακομίστηκε στην κλινική Ανδρεάδη στην οδό Βενιζέλου με υψηλό πυρετό και έντονο πονοκέφαλο και μολονότι ήθελε να ταξιδέψει έστω και αργότερα προς την Αθήνα, δεν του το επέτρεψαν οι γιατροί.

Αναγκαστικά λοιπόν, ο τεχνικός του Δικέφαλου Νίκος Πάγκαλος έπρεπε να αλλάξει τα πλάνα του, χάνοντας έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της επιθετικής τριπλέτας που απαρτίζονταν από Γεντζή, Παπαδάκη και Κουϊρουκίδη και η οποία είχε οδηγήσει τον ΠΑΟΚ στην κατάκτηση των δύο πρώτων (1954, 1955) από τα τέσσερα συνεχόμενα πρωταθλήματα Μακεδονίας.

Σε όλα αυτά προστέθηκαν και τα έντονα καιρικά φαινόμενα, αφού στα πρώτα 45 λεπτά υπήρξε δυνατός αέρας, ο οποίος ευνόησε το σουτ του Κουρτζίδη που έδιωξε τη μπάλα πίσω από την σέντρα του γηπέδου και την είδε να καταλήγει στα δίχτυα του ΠΑΟΚ στο 24′.  Αυτό το τέρμα περιγράφεται τόσο στις εφημερίδες της εποχής, όσο και στα ιστορικά βιβλία ως το πιο μακρινό που είχε σημειωθεί μέχρι τότε στα ελληνικά γήπεδα».

Ο ΠΑΟΚ προσπαθούσε να συνέλθει, αλλά λίγα λεπτά αργότερα (31′), ο Πανάκης έστειλε για δεύτερη φορά την μπάλα στα δίχτυα του Πρόγιου. Στο δεύτερο μέρος ο άνεμος κόπασε και δεν μπορούσε να αποτελέσει «όπλο» και για τον Δικέφαλο, με αποτέλεσμα το σκορ να μείνει στο 2-0. Παράλληλα ο διαιτητής Διαμαντόπουλος απέβαλλε στο 53′ τον Πανάκη από τον ουσιαστικά γηπεδούχο Παναθηναϊκό και τον Δουκάκη από τον ΠΑΟΚ.

Εκείνη την περίοδο ο ΠΑΟΚ γα να φτάσει στον τελικό είχε αποκλείσει στον προκριματικό γύρο – για τις ομάδες της Βόρειας Ελλάδας – την Ελπίδα Δράμας με 3-2, ενώ στα προημιτελικά επικράτησε με 4-2 του Πανιωνίου και στα ημιτελικά με 1-0 της Δόξας Δράμας, η οποία την προηγούμενη χρονιά είχε φτάσει ως τον τελικό.

Όπως θυμάται ο μεγάλος «απών» εκείνης της αναμέτρησης Λάμπης Κουϊρουκίδης μιλώντας στο paokfc.gr «ήταν η μόνη μου ευκαιρία να διεκδικήσω με τον ΠΑΟΚ το Κύπελλο και βρέθηκα στο νοσοκομείο. Τις ημέρες που ακολούθησαν εκείνον τον τελικό το μοναδικό ποδοσφαιρικό θέμα συζήτησης στην πόλη ήταν τι θα γινόταν αν δεν φυσούσε και αν έπαιζε ο Κουϊρουκίδης».
Γ
ια τον ΠΑΟΚ είχαν αγωνιστεί οι: Πρόγιος, Κεμανίδης, Γερούδης, Καλογιάννης, Χασιώτης, Δουκάκης, Τσίντογλου, Καραφουλίδης, Γεντζής, Παπαδάκης, Κιουρτζής.